Quantcast
Channel: Αντρέας Κίκηρας – POPAGANDA
Viewing all 41 articles
Browse latest View live

Το Αντίθετο Δρομολόγιο: Ευρωπαίοι μπαλαδόροι στη Λατινική Αμερική

$
0
0
Μία από τις παλιότερες φωτογραφίες από αγώνα ποδοσφαίρου στη Βραζιλία, ανάμεσα στην Γκερμάνια και την Ιντερνασιονάλ το 1899

Μία από τις παλιότερες φωτογραφίες από αγώνα ποδοσφαίρου στη Βραζιλία, ανάμεσα στην Γκερμάνια και την Ιντερνασιονάλ το 1899

Ίσως οι πιο γνωστοί Ευρωπαίοι ήρωες που βρέθηκαν στη Λατινική Αμερική είναι οι κινηματογραφικοί, ο Αγκίρε και ο Φιτζκαράλντο, αυτούς που ενσάρκωσε ο Κλάους Κίνσκι στις ομώνυμες ταινίες του Βέρνερ Χέρτσογκ.  Κάπως έτσι φαίνεται πάντα εδώ στην Ευρώπη μια τέτοια μετάβαση, σαν ένα τυχοδιωκτικό έπος, ακόμα και στον κατεξοχήν παγκοσμιοποιημένο κόσμο της μπάλας. Η οικονομική υπεροχή της Ευρώπης έχει καταστήσει εντελώς φυσιολογική τη μαζική εισροή ταλέντου χιλιάδων νοτιοαμερικάνων ποδοσφαιριστών κάθε χρόνο, ωστόσο έχουν υπάρξει διαχρονικά ορισμένες ενδιαφέρουσες περιπτώσεις που ακολούθησαν την αντίθετη πορεία, πέρα από τις γνωστές και πιο πρόσφατες των Ζέεντορφ (Μποταφόγκο) και Τρεζεγκέ (Ρίβερ Πλέιτ, Νιούελς Ολντ Μπόις).

SC_Germania 1904 - στο μέσο της εικόνας, κεντρική σειρά,  ο Χέρμαν Φρίζε

SC_Germania 1904 – στο μέσο της εικόνας, κεντρική σειρά, ο Χέρμαν Φρίζε

 Οι Γερμανοί Πιονέροι

Είναι γνωστό ότι το ποδόσφαιρο άρχισε να παίρνει οργανωμένη μορφή στη Νότια Αμερική κάπου στις αρχές του 20ου  αιώνα, κατά κανόνα από κάποιους Ευρωπαίους που είχαν βρεθεί στη συγκεκριμένη ήπειρο κατά τη φάση της εκβιομηχάνισής της. Παρόλο που οι περισσότεροι ήταν λατινογενείς, υπήρχαν και εξαιρέσεις όπως στον νότο της Βραζιλίας, όπου είχαν εγκατασταθεί χιλιάδες Γερμανοί. Η διάσημη Γκρέμιο του Πόρτο Αλέγκρε κατά τα πρώτα χρόνια της πορείας της στηρίχτηκε στους Γερμανούς Γκουστάβο Μόρντικ και Μπρούνο Σούμπαχ, ενώ συμπατριώτης τους ήταν και ο Φριτζ Εσενφέλντερ, ο οποίος θρυλείται ότι παρουσίασε για πρώτη φορά μια μπάλα ποδοσφαίρου σε έναν γυμναστικό σύλλογο της Κουρίτιμπα το 1909, συντελώντας στη δημιουργία της ομάδας Κουρίτιμπα Φούτμπολ Κλουμπ από την περιφέρεια του Παρανά. Μία από τις πρώτες μεγάλες ομάδες της Βραζιλίας ήταν η Σπορτ Κλουμπ Τζερμάνια, που ιδρύθηκε το 1899 από μέλη της πολυπληθούς γερμανικής κοινότητας του Σάο Πάουλο. Κεντρική μορφή του Κλουμπ ήταν ο Χέρμαν Φρίζε, πρωταθλητής Γερμανίας στα 1500μ και ποδοσφαιριστής της  γερμανικής  SC Γκερμάνια, ομάδας προπάτορα του γνωστού Αμβούργου SV. Ο Φρίζε μετανάστευσε από το μεγάλο γερμανικό λιμάνι στο Σάο Πάουλο το 1903 και αμέσως εντάχτηκε στη Τζερμάνια, για να εξελιχτεί γρήγορα σε τοπ σκόρερ και «καταπληκτικότερο ποδοσφαιριστή όλων των εποχών», σύμφωνα με την τοπική εφημερίδα Ο Εστάντο. Τα γκολ του Φρίζε βοήθησαν την Τζερμάνια να κατακτήσει δύο περιφερειακά πρωταθλήματα Παουλίστα (ήταν ακόμα πολύ νωρίς για πανεθνικές διοργανώσεις), το 1906 και το 1915, ενώ το 1930 ο σύλλογος διέλυσε το ποδοσφαιρικό του τμήμα, αρνούμενος να ακολουθήσει τη ρότα του επαγγελματισμού. Το 1941 για ευνόητους λόγους η Τζερμάνια μετονομάστηκε σε Εσπόρτε Κλούμπε Πινέιρος, και μ’ αυτό το όνομα το τμήμα μπάσκετ του συλλόγου αντιμετώπισε πέρυσι τον Ολυμπιακό στο Διηπειρωτικό Κύπελλο Μπάσκετ.

Ο Ισίδρο Λανγκαρά με τα κυανόλευκα της Σαν Λορέντζο

Ο Ισίδρο Λανγκαρά με τα χρώματα της Σαν Λορέντζο

 Ο Εχθρός του Φασισμού

 Ένας παίκτης που έχει σκοράρει δύο γκολ από το κέντρο του γηπέδου στον ίδιο  αγώνα ή επτά γκολ σε ένα μόνο ματς μοιάζει σχεδόν υπεράνθρωπος. Υπάρχει  ωστόσο κι άλλος ένας βασικός λόγος που έχει κάνει τον Ισίδρο Λάνγκαρα, Ισπανό σταρ της εποχής λίγο πριν και στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου να μνημονεύεται μέχρι σήμερα. Το όνομά του έχει συνδεθεί με τρεις περιπτώσεις στις οποίες βρέθηκε στο απέναντι μετερίζι των συμφερόντων των τριών πιο διαβόητων δικτατόρων του 20ου αιώνα. Πρώτος ήταν ο Μουσολίνι στο Μουντιάλ του 1934, οπότε ο Λάνγκαρα έφυγε ηττημένος από μια αιματοβαμμένη διπλή κόντρα στη Φλωρεντία ανάμεσα σε Ιταλία και Ισπανία για τα προημιτελικά. Ηγέτης τότε της επιθετικής γραμμής των Ισπανών, ο Βάσκος σέντερ φορ δεν κατάφερε να σκοράρει σε δύο ματς που περιλαμβάνονται στα σκληρότερα της ιστορίας, και είχαν σαν αποτέλεσμα τον τραυματισμό και την αποχώρηση επτά Ισπανών –μεταξύ των οποίων και ο Λάνγκαρα- και τεσσάρων Ιταλών στη διάρκεια των αγώνων, με την Ιταλία να παίρνει τελικά την πρόκριση ξεπερνώντας το δυσκολότερο εμπόδιο μέχρι την κατάκτηση του Κυπέλλου. Τον Μάιο του επόμενου χρόνου, ο Λάνγκαρα αγωνίστηκε μπροστά στον Χίτλερ στο φιλικό Γερμανίας-Ισπανίας στην Κολονία, σκοράροντας και τα δύο γκολ της νίκης των Ισπανών με 2-1. Πιο μεγάλη πάντως υπήρξε η περιπέτειά του απέναντι στον Φράνκο, από τη στιγμή που αποφάσισε να σταθεί στο πλευρό των Δημοκρατικών από το ξεκίνημα του Εμφυλίου, συμμετέχοντας με την Εθνική Ομάδα των Βάσκων σε φιλικούς αγώνες ανά τον κόσμο, με αποτέλεσμα να του απαγορευτεί  η επιστροφή στη χώρα. Ο Λάνγκαρα βρήκε τότε δουλειά στο Μεξικό, στην ομάδα Εουθκάντι που διαλύθηκε το 1939, κι αμέσως μετά μετακόμισε στην Αργεντινή και τη Σαν Λορέντζο, συντελώντας αποφασιστικά στην καθιέρωση της 3ης ομάδας του Μπουένος Άιρες ανάμεσα στους δύο γίγαντες, Ρίβερ και Μπόκα. Τα κατορθώματα του Λάνγκαρα στην Αργεντινή ήταν εκπληκτικά, αφού σκόραρε με ρυθμό σχεδόν ένα γκολ ανά αγώνα, ενώ εκεί υπήρξε και η περίπτωση που τα περίφημα φονικά του σουτ βρήκαν εφτά φορές τα δίχτυα στον ίδιο αγώνα, ρεκόρ που παραμένει ακατάρριπτο στη χώρα μέχρι σήμερα. Ο Λάνγκαρα κρατάει μέχρι σήμερα και το μοναδικό ρεκόρ να έχει αναδειχτεί πρώτος σκόρερ σε τρεις διαφορετικές ηπείρους-ζώνες της FIFA. Μετά τον Πόλεμο κατάφερε να γυρίσει στην Ισπανία κλείνοντας την καριέρα του στην αγαπημένη του Ρεάλ Οβιέδο.

 

http://youtu.be/kO8JxpkvMSA

 

Στην επόμενη σελίδα, από τη Στόουκ στην Κολομβία :η συμμορία της Μπογκοτά και οι Γκρίνγκος Γκαλάκτικος 

The post Το Αντίθετο Δρομολόγιο: Ευρωπαίοι μπαλαδόροι στη Λατινική Αμερική appeared first on POPAGANDA.


Ειναι τρελοί οι ποιητές-είναι τρελοί-είναι τρελοί οι ποιητές! (πάμε ξανά): Είναι τρελοί κλπ

$
0
0

Σταχυολογώντας από το βιβλίο “Εντός και Εκτός Έδρας-Το Ποδόσφαιρο στην Ελληνική Ποίηση” (2006-εκδ. Καστανιώτη), αποτέλεσμα μιας μάλλον μοναδικής στο είδος της έρευνας του ποιητή Γιώργου Μαρκόπουλου: πρόσωπα και περιστάσεις των γηπέδων που αποτέλεσαν έμπνευση για εγχώρια στιχουργία.

 Ένα μυθικό γκολ

Είναι μία από τις φάσεις που οι “παλιοί’ των γηπέδων περιγράφουν με διαφορετικούς τρόπους, δίνοντας συχνά μια υπερφυσική διάσταση στο πώς άπλωσε το κορμί του ο Γιώργος Δεληκάρης για να στείλει τη μπάλα στα δίχτυα του πρωταθλητή Ευρώπης και Κόσμου Σεπ Μάγερ, στο 12ο λεπτό του αγώνα Ελλάδας – Δυτικής Γερμανίας 2-2 (20-11-1974). Πολύ παραστατικά ο Αλέξης Σταμάτης έφτιαξε το σχετικό “Βλέμμα του Σεπ” (1995):

http://youtu.be/oLOkdWq1Um0

Το βλέμμα του Σεπ

Το Νοέμβρη του ‘74

τότε που ο ιδρώτας ήταν ιδρώτας

μέσα στο καταμεσήμερο

την είδε να έρχεται από αριστερά

συστημένη από τον κοντό

την αιώνια εκείνη ερωμένη

(…)

Ίσως να ήταν οι εικόνες αυτές

που ύψωσαν το σώμα σε μια τέτοια εναέρια στρέβλωση

που κανένας όρος δεν μπόρεσε ποτέ να περιγράψει

 

Η αφή του πανιού ήταν γλυκιά

και το αποτέλεσμα βέβαιο,

 

ο Σεπ απλά κοιτούσε.

(Σημ: ως “κοντός” εννοείται ο Μίμης Δομάζος)

Πότε Βούδας, πότε Τζάγκερ

Πέρα από τη μνημειώδη ρίμα του Ρασούλη, ο Γιώργος Κούδας αποτελεί μάλλον τον ποδοσφαιριστή με τις περισσότερες αναφορές σε ποιήματα, αφού το όνομά του μπορεί κανείς να το βρει σε στροφές των Μίμη Σουλιώτη [Τον στέψαν αρχηγόν του ΠΑΟΚ, της Εθνικής και των Ενόπλων, “Φίλαθλοι Θεσσαλονικείς”, 1974], Θωμά Κοροβίνη [Ο Γιώργος Κούδας (…) Παίζει ποδόσφαιρο/ Με δεξιοσύνη και δαιμόνιο/ Με Αίσθηση της Αρμονίας τέλεια/ Σαν να εκτελεί/ Χτυπώντας ρυθμικά τα κλειδοκύμβαλα/ Κάποιο λαϊκό χορό του Μπάρτοκ / Ή του Σκαλκώτα, “Τρία ζεϊμπέκικα και ένα ποίημα για τον Γιώργο Κούδα”, 2004], Θανάση Βενέτη (“Μικρή Ωδή στον Κώστα Δαβουρλή”, 1997), Πάνου Θεοδωρίδη [Λέγαμε () τον Κούδα Λένιν των γηπέδων, “Ο Καπερνέκας”, 1994].

Ο τελευταίος είχε αναφερθεί στον “Μεγαλέξαντρο” και το 1980 (“Ο ποιητής”):

http://youtu.be/YXAXuI5XWCg

 Ο ποιητής

Πέρασαν ήδη τρεις μέρες και κλαίω σαν παιδί

επειδή κάποιος που νόμιζα ζωντανό είναι πεθαμένος

αισθάνομαι απόγνωση και μαρασμό και τιποτένιος

σα να μου μίλησε στο δρόμο ο Τζάγκερ ή ο Κούδας.

Οι Ωδές: από τον Λάκη Σοφιανό στον Χρήστο Αρδίζογλου

 

Κυρίως παίκτες που χαρακτηρίστηκαν ιδιόρρυθμοι, τόσο στον τρόπο παιχνιδιού όσο και στη γενικότερη συμπεριφορά τους, τράβηξαν λογικά το λογοτεχνικό ενδιαφέρον:

 Ο αλήτης μπαλαδόρος

Ο Γιάννης Κουβαράς στράφηκε στην ανεπανάληπτη, ως προς την τραγικότητά της, ιστορία του Λάκη Σοφιανού, του σέντερ-φορ που έφερε στο πιο σκοτεινό της άκρο την έννοια του αλήτη μπαλαδόρου της δεκαετίας του ’50, ο οποίος βρέθηκε κρεμασμένος μέσα στη φυλακή, απόλυτα ξεχασμένος αρκετά χρόνια μετά τα ποδοσφαιρικά, το 1989 (“Κρέμασε τη ζωή του στα γκολ-ποστ”, 1999).

http://youtu.be/JLekPme-psY

 Κρέμασε τη ζωή του στα γκολ-ποστ

Τι να σκεφτόταν

Το τελευταίο βράδυ στο κελί του

Ο Λάκης Σοφιανός

Περνώντας αστραπιαία η ζωή του

Από τη μνήμης τη θολή οθόνη;

(…)

Σ’ έναν αγώνα πήρε

Και του διαιτητή το πορτοφόλι!

Τίναζε χούφτα χώμα

Στου αμυντικού τα μάτια να σκοράρει

 

(…)

 Ο Μαύρος Πρίγκιψ

Ο πρόωρα χαμένος “Μαύρος Πρίγκιψ”, κυρίως της Παναχαϊκής, αλλά και του Ολυμπιακού, υμνήθηκε σε στίχους του Κώστα Βενέτη (“Μικρή Ωδή στον Κώστα Δαβουρλή”, 1997).

http://youtu.be/jVx-gFpUYFg

 Μικρή Ωδή στον Κώστα Δαβουρλή

Ο Μαύρος Πρίγκιπας κρέμασε νωρίς τα παπούτσια του.

Στων ιαχών τη μάντρα έστησε το τσαντήρι του.

Με σέντρες και φαρμακερά βολέ

προς την εστία

του ουρανού

τα δίχτυα αυτά τα μάταια του κόσμου

ξετινάζοντας.

Με την αίγλη και τη σκοτεινή γοητεία των άσων

έφυγε

ο τσιγγάνος των γηπέδων.

 

(…)

Ο Πειραιώτης

Πιθανότατα το πρώτο και σίγουρα ένα από τα πιο γνωστά ποιήματα που επικεντρώθηκαν σε έναν ποδοσφαιριστή ήταν το “Επίνικος 1959 – Ηλία Υφαντή – Πειραιεί – Ποδοσφαίρα”, του Άρη Δικταίου (1959)

http://youtu.be/gUZYLuDr9r8

 Επίνικος 1959 – Ηλία Υφαντή – Πειραιεί – Ποδοσφαίρα

(…)

Έτσι κ’ εσένα Ηλία,του Υφαντή γιε, σ’ αρπάζω

τώρα, με τη βοήθεια του Απόλλωνα, απ’ τον Χρόνο,

σώζωντάς σε από ασκήμια, γήρας κι Άδη, να σε παραδώσω

στην αιωνιότητα, νέο πάντα, ωραίο κι ακμαίο,

πρότυπο κούρου του καιρού μου,

στους νέους που θα ‘ρθουν αύριο να δοξάσουν

τη γενιά και την πόλη τους.  

(…)

Στην επόμενη σελίδα , Ωδή στον παίκτη της Α.Ε.Κ. και της Εθνικής Χρήστο Αρδίζογλου, ο Γεώργιος Μπεστ και η μπαλάντα στο Ντιέγκο

The post Ειναι τρελοί οι ποιητές-είναι τρελοί-είναι τρελοί οι ποιητές! (πάμε ξανά): Είναι τρελοί κλπ appeared first on POPAGANDA.

Ένα Κάποιο Βλέμμα Πάνω στο Ποδόσφαιρο: Ζακ Τατί

$
0
0

bastia 1978 uefa final

Σήμερα Τετάρτη, Μπενφίκα και Σεβίλλη παίζουν στον τελικό του Europa League. Ο γνωστός και ως 2ος «τη τάξη» ευρωπαϊκός θεσμός, αποτέλεσμα συγχώνευσης των προγονικών Κυπελλούχων και Uefa,  μπορεί διαχρονικά να υστερεί σε λούσο, έχει δώσει πάντως κατά καιρούς την ευκαιρία και σε μικρότερα ποδοσφαιρικά μεγέθη να γράψουν ιστορία, ζώντας ονειρεμένες μέρες. Κάπως έτσι περιγράφηκε στο Uefa της σεζόν 1977-78 η πορεία της Μπαστιά, το τέλος της οποίας ανέλαβε να αποδώσει με τη μοναδική κινηματογραφική του ματιά ο Ζακ Τατί. 

 Οι φίλοι των ταινιών του Τατί ασφαλώς θα θυμούνται τον ποδηλατικό οίστρο του ταχυδρόμου Φρανσουά στη Μέρα Γιορτής (1949), ή τον αντίστοιχο τενιστικό του Μεσιέ Ιλό στις Διακοπές του… (1953). Και παλιότερα πάντως, στις πρώτες του, προπολεμικές εμφανίσεις στο πανί, τότε μόνο ως ηθοποιός σε μικρού μήκους άλλων σκηνοθετών, ο ψηλέας (1.91 μ.) Τατί είχε παίξει τον τενίστα Οσκάρ (1932, «Οσκάρ, ο Πρωταθλητής του Τένις», του Ζακ Φορεστέρ) και τον Ροζέρ, έναν μποξέρ (1936, «Πρόσεχε το Αριστερό σου», του Ρενέ Κλεμάν).

http://youtu.be/uwJ4kEY0fKQ

Προτού ριχτεί στον κινηματογράφο, ο Τατί ήταν ένας μούλτι-σπόρτσμαν της εποχής, όπως συνηθιζόταν άλλωστε τότε, αφού επιδιδόταν σε τουλάχιστον 3 διαφορετικά αθλήματα (ράγκμπι, τένις, πυγμαχία). Λέγεται μάλιστα ότι ο αθλητικός του περίγυρος ήταν αυτός που τον παρότρυνε να φτιάξει ένα θεατρικό ακτ γύρω από τις κινήσεις διαφόρων συναθλητών του, που συνήθιζε να μιμείται, και κάπως έτσι ξεκίνησε τις πρώτες του εμφανίσεις σε βαριετέ του Παρισιού της δεκαετίας του ‘30. Περίπου μισό αιώνα μετά, την άνοιξη του 1978, σχεδόν απόμαχος κινηματογραφιστής πια, με σχετικά μικρής έκτασης (8 ταινίες) αλλά καταπληκτικό σύνολο έργου, ο 71χρονος τότε Τατί δέχτηκε την πρόταση του προσωπικού του φίλου Ζιλμπέρ Τριγκανό να κινηματογραφήσει αυτό που φαινόταν ως το πιο χαρούμενο γεγονός στην ιστορία της Μπαστιά, της «συμπρωτεύουσας» της Κορσικής: ήταν ο πρώτος τελικός του Κυπέλλου Uefa 1977-78, ανάμεσα στην (Σπορτίνγκ Κλαμπ ντε) Μπαστιά και την PSV Αϊντχόφεν, από την Ολλανδία.

forza_bastia 1

 Βιομήχανος που δήλωνε κομμουνιστής, ο Τριγκανό ήταν πρόεδρος και βασικός χρηματοδότης της ομάδας της Μπαστιά τις μέρες που όλο το νησί φαινόταν να ζει σ’ ένα διαρκές μεθύσι, που είχε ξεκινήσει από το φθινόπωρο του ‘77, με τους διαδοχικούς αποκλεισμούς ισχυρών ομάδων όπως οι Σπόρτινγκ Λισαβόνας, Νιουκάστλ και Τορίνο. Η Σπορτίνγκ Κλαμπ ντε Μπαστιά, η ομάδα της πόλης των 40.000 περίπου κατοίκων, είχε ιδρυθεί από το 1905, πέρασαν όμως πάνω από 60 χρόνια για ν’ αρχίσει να μπαίνει σιγά-σιγά στο μάτι των μεγάλων «μητροπολιτικών» συλλόγων, πετυχαίνοντας ταυτόχρονα και τις πρώτες τις ευρωπαϊκές εξόδους . Στο παμπάλαιο γηπεδάκι (12.000 θέσεων) Αρμάν Σεζαρί («Φουριανί» για τους περισσότερους, στο όνομα του περίχωρου που το φιλοξενεί) της Μπαστιά, τα ντεσιμπέλ ήταν πάντοτε ενισχυμένα από τις φωνές, τις κόρνες, τα βεγγαλικά, ενίοτε και τις μπαλωθιές. Στις απαρχαιωμένες εγκαταστάσεις και τις ξεχειλισμένες κερκίδες του Φουριανί, των οποίων οι πρώτες σειρές ήταν στα 1-2 μέτρα από το -απελπιστικά στενό- τερέν, η δεύτερη ευρωπαϊκή καμπάνια στην ιστορία της ομάδας αποδείχτηκε ξεχωριστή: εκεί προσκύνησαν η μία μετά την άλλη 5 ομάδες, με τη Μπαστιά να διαθέτει έναν διαφορετικό πρωταγωνιστή-ήρωα σε κάθε πρόκριση: με τη Σπόρτιγκ ήταν ο αναπληρωματικός επιθετικός Ιβ Μαριό, με τη Νιουκάστλ ήταν ο μεγάλος διεθνής Ολλανδός φορ Τζόνι Ρεπ, με την Τορίνο ο Μαροκινός μεσοεπιθετικός Μέρι Κριμό, στον προημιτελικό με την Ιένα ο 2ος φορ, Φρανσουά Φελίξ, ενώ στις φούριες του ημιτελικού κόντρα στην Γκρασχόπερς ήταν η σειρά του εγκεφαλικού χαφ Κλοντ Παπί να τινάξει τα δίχτυα, γράφοντας το 1-0 που έδινε το οριακό προβάδισμα (ανατροπή της ήττας με 2-3 στη Ζυρίχη) για την τελευταία στάση.

 

http://youtu.be/yiOdRAJMyeU

 

Έχοντας στο πλευρό του -σε ρόλο βοηθού σκηνοθέτη και μοντέρ- την κόρη του, Σοφί Τατισέφ, ο Τατί πήρε εικόνες από όλο το εικοσιτετράωρο πριν, στη διάρκεια και μετά τον τελικό, από το πρωί της 26ης έως εκείνο της 27ης Απριλίου του 1978, οι οποίες μονταρίστηκαν τελικά σε 26 περίπου λεπτά, κάτω από τον τίτλο “Forza Bastia 78-L’ Île en Fête” («Το Νησί Γιορτάζει»). Ουσιαστικά ήταν το αντίο του Τατί στον κινηματογράφο, που θύμισε το ξεκίνημά του όχι μόνο ως ηθοποιού αλλά και ως σκηνοθέτη, με άλλη μια Μέρα Γιορτής, όχι μυθοπλαστικής αυτή τη φορά. Έστω μικρής διάρκειας, η ταινία είναι γεμάτη από υλικά à la Tatiesque: ένας συνδυασμός από ήχους και ησυχίες μέσα σε μια αίσθηση τυχαιότητας, με χαμογελαστές, υπερ-αισιόδοξες φάτσες να στολίζουν τα μπαλκόνια τους στο άσπρο-μπλε της ομάδας, να γράφουν συνθήματα στους τοίχους, να κορνάρουν, να φωνάζουν από ντουντούκες, να πηγαίνουν στο γήπεδο. Το βράδυ ξέσπασε μια γερή μπόρα, που έβαλε ερωτηματικά στη διεξαγωγή του ματς. Τελικά οι ομάδες έπαιξαν, φέρνοντας ένα κάπως ειρωνικό 0-0. Η ταινία τελειώνει με την τυπική μελαγχολία της επομένης ενός μεγάλου πάρτι: σκουπίδια παντού και μια ασήκωτη γαλήνη. Κάπου εκεί τελείωσαν και τα χρυσά χρόνια της ομάδας της Μπαστιά, η οποία στον επαναληπτικό της Ολλανδίας ηττήθηκε, εξουθενωμένη και σχεδόν με κάτω τα χέρια (0-3). Το Φουριανί αργότερα (1992) συνδέθηκε με τη μεγαλύτερη τραγωδία στην ιστορία του γαλλικού ποδοσφαίρου. Το φιλμ δεν προβλήθηκε ποτέ μέχρι το 2002, και αφού η Τατισέφ το είχε επεξεργαστεί εκ νέου, λίγο πριν το θάνατό της.

forza bastia poster

 Η ταινία δεν βρίσκεται αυτή τη στιγμή κάπου διαδικτυακά, ωστόσο κάποιες εικόνες μπορείτε να δείτε στο παρακάτω βίντεο (που έχει πάντως πάνω του ένα άσχετο σάουντρακ):

 

 

                                                                                   

The post Ένα Κάποιο Βλέμμα Πάνω στο Ποδόσφαιρο: Ζακ Τατί appeared first on POPAGANDA.

Ρεάλ vs Aτλέτικο: Μαθήματα ισπανικής Ιστορίας και πολιτικής.

$
0
0

telikos-champions-league2014

Είναι όπως οι περισσότερες διαμάχες δυτικών ποδοσφαιρικών κλαμπ στις μέρες μας: όσο κι αν το ψάχνει κανείς, το πολιτικοινωνικό έχει ουσιαστικά πάει περίπατο. Θεωρητικά εργατικό/αριστερό το προφίλ της Ατλέτικο και μεγαλοαστικό/δεξιό της Ρεάλ, όμως στους κόλπους των φαν τους συνυπάρχουν σήμερα, με αδιόρατες ποσοστιαίες διαφορές, τα πάντα: πλούσιοι, φτωχοί, μικρο-μεγαλοαστοί, κεντρώοι, αριστεροί, φασίστες, μετανάστες κ.ο.κ. Και πάλι πάντως, οι διαφορές ταυτότητας υφίστανται, μ’ έναν ψυχοκοινωνικό χαρακτήρα που έχει διαμορφωθεί στη βάση της πορείας των δύο μεγάλων ομάδων της Μαδρίτης μέσα στο χρόνο.

Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σχεδόν σε όλον τον κόσμο, ο φετινός τελικός του Τσάμπιονς Λιγκ είναι Ρεάλ-Ατλέτικο. Εκτός ίσως από την ίδια την Ισπανία και ειδικότερα την πρωτεύουσά της: εκεί το ματς είναι Μαδρίδ-Ατλέτικο ακόμα κι αν είσαι φαν των δεύτερων. Το γεγονός μάλλον οφείλεται στην αρχική -από το 1902- ονομασία, Μαδρίδ Φουτ-Μπολ Κλουμπ, μοιάζει πάντως επίσης σαν η Ρεάλ να έχει οικειοποιηθεί το όνομα μιας θεωρητικά διαφιλονικούμενης πόλης, δείγμα της σχεδόν σαρωτικής της υπεροχής εδώ και κάμποσες δεκαετίες. Ουσιαστικά έχει περάσει παραπάνω από μισός αιώνας από τότε που η Ατλέτικο σήκωσε για τελευταία φορά τόσο απειλητικά το κεφάλι. Ίσως, λένε ακόμα πέριξ του Βιθέντε Καλδερόν, όλα θα ήταν διαφορετικά, αν το 1959 ίσχυε ο κανόνας του εκτός έδρας γκολ. Ήταν στις 7 Μαΐου εκείνης της χρονιάς, όταν οι δυο τους συναντήθηκαν στο παλιό στάδιο Μετροπολιτάνο στη ρεβάνς της νίκης της Ρεάλ με 2-1 στο Μπερναμπέου, στα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Το γκολ του στράικερ Ενρίκε Κογιάρ έδωσε τη νίκη με 1-0 στην Ατλέτικο.

http://youtu.be/dGUGxv9nzco

Το σκορ αυτό ήταν όμως τότε αρκετό μόνο για ένα τρίτο και τελευταίο ραντεβού, εκείνη τη φορά στην ουδέτερη Σαραγόσα. Εκεί, σχεδόν μία εβδομάδα μετά (13 Μαΐου 1959), ο Κογιάρ σκόραρε ξανά, όμως το ματς το καθάρισαν οι δύο πιο κλασικοί pre-galacticos, Ντι Στέφανο και Πούσκας (2-1).  Οι τότε συσχετισμοί δυνάμεων απείχαν πολύ από τους σημερινούς. Προ iσπανικού Εμφυλίου. η Ατλέτικο ήταν ένα μέτριο κλαμπ και η Ρεάλ ένα καλούτσικο, κι οι δυο τους πάντως δεν είχαν καμία σχέση με την Αθλέτικ Μπιλμπάο, τη μεγάλη ομάδα από τη Χώρα των Βάσκων. Η έκβαση του Πολέμου και ο σχεδόν εμμονικός συγκεντρωτισμός της φρανκικής δικτατορίας, άρχισε άμεσα να δείχνει σημάδια: η Ατλέτικο κέρδισε το πρώτο της πρωτάθλημα αμέσως μετά τον Εμφύλιο (1940), κατακτώντας την πρώτη κούπα που απονεμήθηκε επί Φράνκο, έχοντας στον πάγκο της τον μυθικό προπολεμικό γκολκίπερ Ρικάρντο Θαμόρα, ο οποίος στη διάρκεια του Εμφυλίου είχε ταχθεί στο πλευρό των Εθνικιστών του μετέπειτα δικτάτορα της Ισπανίας. Στα χρόνια που ακολούθησαν ως τις αρχές της δεκαετίας του 1950 η Ατλέτικο πανηγύρισε τον τίτλο άλλες τρεις φορές, ενώ η «Μαδρίδ» καμία. Δεν είναι τυχαίο που η γενικότερη αίσθηση ήταν ότι ο Φράνκο κατά βάση υποστήριζε την Ατλέτικο, την οποία, με το που άρπαξε τη διακυβέρνηση, έσπευσε να συνδέσει με τις ένοπλες δυνάμεις, μετονομάζοντάς τη από Αθλέτικ Κλουμπ ντε Μαδρίδ σε Αθλέτικ Αβιαθιόν (Αεροπορία), συγχωνεύοντας το μαδριλένικο κλαμπ με μια νεοϊδρυθείσα ομάδα αεροπόρων από τη Σαραγόσα. Το 1941 το Αθλέτικ έγινε Ατλέτικο, ύστερα από μια φρανκική νότα για εξισπανισμό των ξενόφερτων ονομάτων, ενώ ο σύνδεσμος με την αεροπορία κόπηκε το 1947, όταν και η ομάδα πήρε το τωρινό της όνομα. Η περίοδος 1947-48 συνδέθηκε με έναν θρίαμβο, 5-0 επί της Ρεάλ στο Μετροπολιτάνο, τη μεγαλύτερη ως σήμερα νίκη της Ατλέτικο κόντρα στους Μερένγκες. Ήταν το ξεκίνημα του Χελένιο Χερέρα, γνωστού και ως αρχιερέα του κατενάτσιο, στον πάγκο των Ροχιμπλάνκος, ο οποίος και θα τους οδηγούσε σε συνέχιση της χρυσής εποχής, ως τις αρχές της δεκαετίας του ‘60.

equipacion-rojiblanca-atletico-de-madrid-principios-siglo-xx

Φωτογραφία της Ατλέτικο γύρω στα 1908, πριν οι γαλάζιες ρίγες της φανέλας γίνουν κόκκινες.

Ταυτόχρονα όμως η Ρεάλ άρχιζε κι εκείνη να χτίζει τον δικό της χαρακτήρα, που διαμορφώθηκε κυρίως γύρω από δύο προσωπικότητες, εξωγηπεδικά από τον πρόεδρο Σαντιάγο Μπερναμπέου και μέσα στο γήπεδο από το ξανθό αργεντίνικο βέλος, τον Αλφρέντο Ντι Στέφανο.  Η κατασκευή του νέου γηπέδου Τσαμαρτίν, όπως αρχικά ονομάστηκε το Μπερναμπέου, στη μεγάλη λεωφόρο Λα Καστεγιάνα, ολοκληρώθηκε το 1947, όταν ακόμα η Ατλέτικο αγωνιζόταν στο παλαιϊκό Μετροπολιτάνο (χτισμένο το 1923). Σύμβολο φρανκικής «ανάπτυξης» της εποχής, το φαραωνικό γήπεδο Τσαμαρτίν των 120.000 θέσεων υψώθηκε πλάι σε τράπεζες και μεγάλα εταιρικά γραφεία που επίσης πήραν θέση στον συγκεκριμένο δρόμο, κι άρχισε γρήγορα να μαγνητίζει τη φιλόδοξη στρατιωτική νομενκλατούρα, στο πλαίσιο ενός καθεστώτος που έτσι κι αλλιώς είχε την πρόθεση να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του στη Μαδρίτη.

o_real_madrid_la_historia-519401

Ο Σαντιάγο Μπερναμπέου, κάπου ανάμεσα σε μερικά από τα κύπελλα που έχει κερδίσει η Ρεάλ

Η έλευση του Ντι Στέφανο το 1953 από τους όντως ζάπλουτους Μιγιονάριος της Μπογκοτά, ύστερα από μια απίθανη διελκυστίνδα μεταξύ Ρεάλ και Μπαρτσελόνα, άρχισε σχεδόν αμέσως να επιδρά και στην αγωνιστική μεταμόρφωση των Μερένγκες, στη συγκυρία του ξεκινήματος των διασυλλογικών ευρωπαϊκών διοργανώσεων. Κερδίζοντας τις 5 πρώτες μεγάλες ευρωπαϊκές κούπες, από το 1956 έως και το 1960, η Ρεάλ πήρε εύλογα το πάνω χέρι, δίνοντας την ευκαιρία στο καθεστώς να κάνει μια κάποια απόπειρα επίδειξης εξωστρέφειας, ύστερα από δύο δεκαετίες απομονωτισμού. Με όλες τις υπόλοιπες ψυχαγωγίες σε γενική καταστολή, το ποδόσφαιρο συγκέντρωνε όλο και μεγαλύτερα κοινά. Όσοι επέλεγαν τον κινηματογράφο, έπεφταν συχνά σε χονδροειδή προπαγανδιστικά φιλμάκια, όπως το Suspenso en Comunismo (1956), στο οποίο τρεις καρικατούρες κομμουνιστών πρακτόρων που καταφτάνουν στη Μαδρίτη με σκοπό να τρομοκρατήσουν την πόλη διαλύοντας το δίκτυο ηλεκτροδότησης, καταλήγουν να μαγευτούν από τις όμορφες γυναίκες και τον ισπανικό τρόπο ζωής, απαρνούμενοι την αποστολή τους και κλείνοντας τον επί της οθόνης τραγέλαφο παρακολουθώντας ένα ντέρμπι Ατλέτικο-Ρεάλ στο Μετροπολιτάνο.

 

http://youtu.be/lyjJLdZ2UqY

 

Τόσο η Ρεάλ όσο και η Ατλέτικο εξυπηρέτησαν, ηθελημένα ή αθέλητα, τις φρανκικές επιδιώξεις, ιδιαίτερα στα κρίσιμα χρόνια της εγκαθίδρυσης της πιο μακρόβιας δυτικής δικτατορίας του 20ου αιώνα, αφήνοντας τις εστίες της όποιας –και ποδοσφαιρικής- αντίστασης να εκδηλώνονται στην περιφέρεια, κυρίως στην Καταλονία και τους Βάσκους. Τον Ιούνιο του 1964 και μέσα στο Μπερναμπέου η Εθνική Ισπανίας νικούσε τη Σοβιετική Ένωση με 2-1 κατακτώντας τον πρώτο της μεγάλο διεθνή τίτλο (Κύπελλο Εθνών Ευρώπης / Euro), μέσα σε κλίμα αποθέωσης για τον άνθρωπο που πλέον παρουσιαζόταν ως ο αρχιτέκτονας ενός ισπανικού (οικονομικού) «Θαύματος», που πλέον είχε και την ποδοσφαιρική του επιβεβαίωση –γνωστή η συνταγή.

Ο δικτάτορας Φράνκο στο κατάμεστο Μπερναμπέου, τη μέρα του τελικού Ισπανίας-Σοβ. Ένωσης για το Κύπελλο Εθνών του 1964

Ο δικτάτορας Φράνκο στο κατάμεστο Μπερναμπέου, τη μέρα του τελικού Ισπανίας-Σοβ. Ένωσης για το Κύπελλο Εθνών του 1964

Είναι πάντως αλήθεια ότι οι γεωγραφικές, και κατ’ επέκταση κοινωνικές και ταξικές ρίζες των δύο ομάδων μέσα στην ίδια πόλη διαφέρουν –κι εκεί άλλωστε τέθηκαν οι βάσεις της μεταξύ τους αντιπαλότητας. Άλλη μια αναμέτρηση ενός πλούσιου βορρά εναντίον ενός φτωχού νότου, που πήρε κι επίσημη στάμπα το 1920, όταν το Μαδρίδ Φουτ-Μπολ Κλουμπ μετονομαζόταν σε Ρεάλ από τον ίδιο τον βασιλιά Αλφόνσο τον 13ο. Ήδη προτού χτιστούν κανονικά γήπεδα, η Μαδρίδ συνήθιζε να παίζει στην αριστοκρατική συνοικία της Μονκλόα, στα βορειοδυτικά, ενώ η Αθλέτικ μάζευε διαφορετικού τύπου κόσμο στις εργατικές κεντρικές γειτονιές των Κουάτρο Καμίνος και Τετουάν. Αυτή η αρχική διαφοροποίηση φάνηκε να επιδρά σε αυτό που με τα χρόνια διαμορφώθηκε ως ψυχοσύνθεση των οπαδών. Ειρωνικά, το Βιθέντε Καλδερόν, το μοντέρνο στάδιο της Ατλέτικο που χτίστηκε, με σημαντική καθυστέρηση, το 1966, βρίσκεται κατά μήκος της λεγόμενης Πασέο ντε λος Μελανκόλικος, στην Οδό των Μελαγχολικών δηλαδή, σε μια όντως καταθλιπτική περιοχή στα νότια της Μαδρίτης, στις όχθες του ποταμού Μανθανάρες.

Δεν είναι τυχαίο που η γενικότερη αίσθηση ήταν ότι ο Φράνκο κατά βάση υποστήριζε την Ατλέτικο, την οποία, με το που άρπαξε τη διακυβέρνηση, έσπευσε να συνδέσει με τις ένοπλες δυνάμεις, μετονομάζοντάς τη από Αθλέτικ Κλουμπ ντε Μαδρίδ σε Αθλέτικ Αβιαθιόν (Αεροπορία), συγχωνεύοντας το μαδριλένικο κλαμπ με μια νεοϊδρυθείσα ομάδα αεροπόρων από τη Σαραγόσα.

Παρόλο που η Ατλέτικο εξακολούθησε να έχει επιτυχίες μέχρι τουλάχιστον τα μέσα των ’70s -με αποκορύφωμα την απώλεια του Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1974 από τη Μπάγερν Μονάχου, ύστερα από τη δραματική ισοφάριση του Σβάρτσενμπεκ στο τελευταίο λεπτό της παράτασης του τελικού των Βρυξελλών-, από τη στιγμή που το άθλημα άρχισε να λειτουργεί με άτεγκτους κανόνες αγοράς η Ρεάλ αύξησε εντυπωσιακά το προβάδισμά της, αναθέτοντας σταθερά τη διαχείρισή της στους κατάλληλους μάνατζερ. Μόνο η Μπαρτσελόνα, εκμεταλλευόμενη τις δικές της ιδιαιτερότητες, αποδείχτηκε ικανή να ακολουθήσει τους ρυθμούς αυτούς, τον καιρό που η Ατλέτικο οπισθοδρόμησε έχοντας, όπως αποδείχτηκε, την ατυχία να πέσει στα χέρια του άξεστου μπίζνεσμαν-πολιτικάντη-μαφιόζου Χεσούς Χιλ (μεταξύ 1987-2003).

Η Ατλέτικο, όπως κατέβηκε στον β'ημιτελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών 1958-59 κόντρα στη Ρεάλ

Η Ατλέτικο, όπως κατέβηκε στον β’ημιτελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών 1958-59 κόντρα στη Ρεάλ

Κράτησε πάντως τον κόσμο της, στην παρα-λογική τού όσο με πληγώνεις τόσο με πωρώνεις: «Η Μαδρίδ είναι Ντίσνεϊ. Η Ατλέτικο είναι πιο αληθινή, σχετίζεται περισσότερο με την προσμονή και το συναίσθημα, μπορεί να γίνει από τρυφερή και υπέροχη μέχρι απογοητευτική και απαίσια», έλεγε με θυμοσοφία ένας Ροχιμπλάνκο φαν στο βρετανικό περιοδικό Four Four Two, που επιχείρησε ένα σχετικό ψυχογράφημα το 2006. Ήταν στα χρόνια ενός εφιαλτικού, για την Ατλέτικο, σερί, που είχε ξεκινήσει λίγο πριν από τον υποβιβασμό των Ροχιμπλάνκος στη Σεγούντα (Β’ κατηγορία) το 2000 και θα κρατούσε μέχρι τον περσινό τελικό του Κόπα ντελ Ρέι, του Ισπανικού Κυπέλλου, με τον Βραζιλιάνο σέντερ μπακ Ζοάο Μιράντα να κάνει το 2-1 στην παράταση μέσα στο Μπερναμπέου, χαρίζοντας την πρώτη χαρά ύστερα από 25 αγώνες δίχως νίκη απέναντι στη Ρεάλ.

Για τους φαν της Ρεάλ το ποδόσφαιρο έχει νόημα μόνο όταν νικάνε, ενώ γι’ αυτούς της Ατλέτικο, μόνο όταν φτάνουν κοντά στη νίκη. Η εξοικείωση με την ήττα είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που κάνει ξεχωριστή την Ατλέτικο.

Χαρά; Ίσως όχι και τόσο, αν πιστέψει κανείς όσα έλεγε στο Four Four Two ένας ουδέτερος, ο Μάικλ Ρόμπινσον, παλιός Ιρλανδός στράικερ της Λίβερπουλ και της Οσασούνα που έκανε δημοσιογραφική καριέρα στην Ισπανία: «Για τους φαν της Ρεάλ το ποδόσφαιρο έχει νόημα μόνο όταν νικάνε, ενώ γι’ αυτούς της Ατλέτικο, μόνο όταν φτάνουν κοντά στη νίκη. Η εξοικείωση με την ήττα είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που κάνει ξεχωριστή την Ατλέτικο. Οι φίλοι της θέλουν πάντα να νιώθουν αντίθετοι από κείνους της Ρεάλ, γι’ αυτό και είναι ουσιαστικά χαρούμενοι όταν χάνουν, γιατί αποδεικνύουν στους εαυτούς τους ότι νιώθουν περισσότερα και βαθύτερα από τους ‘άψυχους’ Μερένγκες. Είναι σχεδόν μαζοχισμός, σαν πασχαλιάτικο αυτομαστίγωμα».

Saber Perder, δηλ. Να Ξέρεις Να Χάνεις, ήταν ο τίτλος του βραβευμένου και πολυδιαβασμένου μυθιστορήματος του Νταβίντ Τρουέμπα (2008), που εν πολλοίς εξελίσσεται στους κόλπους μιας ποδοσφαιρικής ομάδας η οποία δεν κατονομάζεται, γίνεται όμως εύκολα αντιλητό ότι πρόκεται για την Ατλέτικο. Ακόμα πιο χαρακτηριστικά, ο στίχος “Quel manera de sufrir (Τι τρόπος να υποφέρεις) έχει χαρακτήρα κατακλείδας στον επίσημο ύμνο για τα 100 χρόνια της Ατλέτικο, που έγραψε και τραγούδησε το 2003 ο διάσημος ισπανός τροβαδούρος και προφανώς ταγμένος στην ομάδα, Χοακίν Σαμπίνα:

 

http://youtu.be/umURq5b9aI4

Περίπου την ίδια περίοδο, ο ανέφελος κόσμος του τυπικού φαν της Ρεάλ στον γαλαξία των Ζιντάν, Φίγκο, Ραούλ, Ρονάλντο, Μπέκαμ και λοιπών, αντιπροσωπευόταν ιδανικά από το κοκέτικο twee pop κομμάτι “Sueño Merengue” (Μερένγκε Όνειρο) των Las Escarlatinas.

http://youtu.be/S9r_3Pnq2Ak

Πάντως ο Ροχιμπλάνκο θρίαμβος του 2013 δεν έμοιαζε με στατιστικό συμβάν. Έχοντας κερδίσει ένα μόνο ευρωπαϊκό τρόπαιο ως το 2010 (το μακρινό Κυπελλούχων του 1962), η Ατλέτικο αύξησε ξαφνικά, μέσα σε δύο χρόνια, τους εν λόγω τίτλους σε 5, κερδίζοντας τα Γιουρόπα Λιγκ και Ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ των 2010 και 2012. Το πλέον ελπιδοφόρο για κείνους είναι ότι η εξέλιξη αυτή δεν πιστώνεται τόσο σε κάποιους βαθύπλουτους διοικούντες, όσο στους προπονητές της ομάδας, τον πρώην Κίκε Φλόρες και –ιδιαίτερα- τον νυν, Ντιέγκο Σιμεόνε, που κάθε άλλο παρά συμβιβασμένο με την ήττα θα τον έλεγες.  Η ισοπαλία-θρίαμβος του περασμένου Σαββάτου κόντρα στη Μπαρτσελόνα και η αποθέωση που επιφύλαξε το κοινό του Καμπ Νου στους νέους πρωταθλητές επιβεβαίωσε ότι ένας άνεμος αλλαγής πνέει στο ισπανικό, ου μην και το ευρωπαϊκό ποσόσφαιρο. Ήταν πάλι ένας αμυντικός, ο Ουρουγουανός Ντιέγκο Γκοντίν, που με κεφαλιά έσπαγε την κακοδαιμονία 18 χρόνων μακριά από τον τίτλο της La Liga.

Οπαδοί της Ατλέτικο  γιορτάζουν δίπλα  στο πούλμαν της ομάδας τον θρίαμβο με 2-0 επί της Ρεάλ στον τελικό Κυπέλλου του 1992

Οπαδοί της Ατλέτικο γιορτάζουν δίπλα στο πούλμαν της ομάδας τον θρίαμβο με 2-0 επί της Ρεάλ στον τελικό Κυπέλλου του 1992

«Η Μαδρίτη είναι πια ερυθρόλευκη», δήλωνε σχεδόν προβοκατόρικα ο Σιμεόνε, προτού ακόμη πέσουν οι παλμοί στη Βαρκελώνη. «Υπάρχουν περισσότεροι από ένας τρόποι για να νικάς», συμπλήρωσε, ίσως και με μια δόση απειλής προς τη Ρεάλ, ενόψει του πρώτου, από το 1959, μεγάλου ευρωπαϊκού ραντεβού με τους Μερένγκες σε ουδέτερο έδαφος. Αυτή τη φορά μάλιστα ο αγώνας είναι τελικός. Παρά την τεράστια, υπέρ της Ρεάλ, διαφορά νικών στις μεταξύ τους συνολικές αναμετρήσεις (143-64), με κάποιο τρόπο η Ατλέτικο «την έχει» διαχρονικά σε one-off παιχνίδια (4 στους 5 νικηφόρους τελικούς Κυπέλλου Ισπανίας). Οι δάφνες του φετινού πρωταθλήματος είναι νωπές, ωστόσο η νίκη των ολόλευκων του Αντσελότι εξακολουθεί να θεωρείται ως το φυσιολογικό αποτέλεσμα. Μ’ ένα overdose αυτοπεποίθησης και ποδοσφαιρικής μαγκιάς, η Ατλέτικο ταξίδεψε στη Λισαβόνα οραματιζόμενη την ολική υπέρβαση του εαυτού της, σαν επιστέγασμα της εξίσου απίθανης πορείας της στο Τσάμπιονς Λιγκ. Ταυτόχρονα, έχει μια ανεπανάληπτη ευκαιρία να βυθίσει τη «Μαδρίδ» για πρώτη φορά σε ενδοσκόπηση, μήπως αυτή η Décima, η 10η μεγάλη κούπα, είναι τελικά στοιχειωμένη…

 

The post Ρεάλ vs Aτλέτικο: Μαθήματα ισπανικής Ιστορίας και πολιτικής. appeared first on POPAGANDA.

1970 vs 1978: Όλο το ποδόσφαιρο σε δύο Μουντιάλ.

$
0
0

pop_ worst_best_mundial_1

Καθώς η δεκαετία του ΄70 ξεκινούσε, το Μεξικό ζούσε το δικό του οικονομικό «θαύμα», που επέτρεπε στη συνταγματική, έστω και κατά καιρούς καταπιεστική, κυβέρνηση της χώρας να φιλοξενήσει, δύο χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968, το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970. Το ίδιο πρόκειται να συμβεί μεταξύ 2014-2016 στη Βραζιλία, έστω κι αν το δικό της θαύμα δείχνει να ξεθωριάζει επικίνδυνα.

Προς το τέλος των 70s, η Αργεντινή, επίσης λατινοαμερικανική χώρα, που βρισκόταν όμως στο έλεος της δικτατορίας του στρατηγού Βιντέλα, φιλοξένησε κι εκείνη ένα Μουντιάλ. «Τι κι αν πεθαίνουν στην ασφάλεια μερικοί / άλλο ποδόσφαιρο κι άλλο πολιτική», σάρκαζε με αφορμή τη διοργάνωση του 1978 ο τροβαδούρος της εποχής, Βασίλης Νικολαΐδης, σ’ ένα από τα ελάχιστα ελληνικά τραγούδια με αναφορές στο Μουντιάλ:

 

http://youtu.be/-WEgrGaVU-8

 

 

Έτσι, μέσα στην ίδια δεκαετία, το ποδόσφαιρο αναδείκνυε παραστατικά την πολυπλοκότητα και τις αλληλοσυγκρουόμενες πτυχές του. Παρακάτω παρουσιάζονται ορισμένες χαρακτηριστικές διαφορές ανάμεσα στα δύο αυτά Παγκόσμια Κύπελλα.    

 1970, Μεξικό: Η καλύτερη ομάδα πήρε το Κύπελλο

Με τις πρώτες τηλεοπτικές εικόνες να γιγαντώνουν το ενδιαφέρον για τη διοργάνωση και την εφαρμογή της δυνατότητας πραγματοποίησης αλλαγών να επιταχύνει το ρυθμό των αγώνων, το Μουντιάλ εξελίχθηκε σε αποθέωση του επιθετικού ποδοσφαίρου. Φυσιολογικά, το Κύπελλο κατέληξε στην ομάδα που έβαζε τα περισσότερα γκολ: Ζαϊρζίνο, Ριβελίνιο, Τοστάο, Κάρλος Αλμπέρτο, φυσικά Πελέ, και όλοι υπόλοιποι, παρουσίασαν μια χορευτική, οργιώδη Βραζιλία που ήταν αδύνατο να της αντισταθεί κανείς.   

 

http://youtu.be/R3yq2wSSXpE

 1978, Αργεντινή: Η καλύτερη ομάδα δεν πήρε το Κύπελλο

Η Ολλανδία είχε χάσει, όχι άδικα, τον τελικό του 1974, σκοντάφτοντας πάνω στους διοργανωτές Δυτικογερμανούς, παρόλο που σε όλη τη διάρκεια του τουρνουά είχε κερδίσει τις μεγαλύτερες συμπάθειες με το  περιλάλητο «ολοκληρωτικό» της ποδόσφαιρο, που συνδύαζε ταχύτητα, επιθετικότητα, πρέσινγκ και αδιανόητες για την εποχή αλλαγές ρυθμού. Τέσσερα χρόνια αργότερα, με την καθοδήγηση του Αυστριακού Ερνστ Χάπελ, προπονητή που είχε κάνει κτήμα του αυτό το ανανεωτικό στιλ, η πορτοκαλί ομάδα ανέβαζε στροφές καθώς προχωρούσαν οι αγώνες. Προσπερνώντας τα εμπόδια της Δυτικής Γερμανίας και της Ιταλίας βρέθηκε και πάλι στον τελικό απέναντι στους διοργανωτές, οι οποίοι κάθε άλλο παρά είχαν πείσει ότι άξιζαν να βρίσκονται εκεί. Μέσα σε ψυχροπολεμικό κλίμα και με μπόλικη δόση τύχης, η ομάδα που αποκλήθηκε «Κουρδιστό Πορτοκάλι» λύγισε, στην παράταση,  με 3-1. 

 

 

http://youtu.be/IDQSnt-6e1k

 1970: Το καλύτερο παιχνίδι του 20ου αιώνα

Ακόμα και στις πιο ένδοξες μέρες του Κατενάτσιο, που στήριζε το οικοδόμημα του ποδοσφαιρικού ρεαλισμού σε γρανιτένια αμυντικά τείχη, η Εθνική Ιταλίας άρχισε να παρασύρεται από το γενικό κλίμα εκμεταλλευόμενη την τέχνη επιθετικογενών παικτών, σαν τους Τζίτζι Ρίβα, Σάντρο Ματσόλα και Ρομπέρτο Μπονισένια. Στον ημιτελικό βρήκε απέναντί της την πάντα κυνική (Δυτική) Γερμανία, που επίσης διέθετε παίκτες μεγάλης ακτινοβολίας, όπως οι Φραντς Μπεκενμπάουερ, Ούβε Ζέελερ, Βόλφγκανγκ Όβερατ και Γκερντ Μίλερ. Η εικόνα του Μπεκενμπάουερ να μάχεται παραπαίοντας με εξαρθρωμένη ωμοπλάτη κάτω από τον ζεματιστό μεξικάνικο ήλιο ήταν μόνο ένα συστατικό του απόλυτου ποδοσφαιρικού θρίλερ που εκτυλίχτηκε στο στάδιο Αζτέκα.Το 1-0 μέχρι το 89ο λεπτό μετατράπηκε σε 4-3 στο 111ο, με την Ιταλία να παίρνει για τρίτη και καθοριστική φορά το προβάδισμα στο σκορ.     

http://youtu.be/i8t1AQZgPgk

 1978: Το πιο ύποπτο παιχνίδι του 20ου αιώνα

Η Αργεντινή δεν είχε θέλξει ιδιαίτερα με την απόδοσή της και «έφτυνε αίμα» για να παίρνει τις απαραίτητες νίκες ώστε να προχωρήσει στη «δική της» διοργάνωση. Το διαβλητό σύστημα των αγώνων προέβλεπε μονάχα ένα νοκ-άουτ παιχνίδι, που δεν ήταν άλλο από τον ίδιο τον τελικό. Για να φτάσει εκεί, η Αργεντινή θα χρειαζόταν νίκη με τέσσερα γκολ διαφορά εναντίον του –αδιάφορου βαθμολογικά- Περού, ώστε να ξεπεράσει τη Βραζιλία και να πάρει την πρωτιά στον ημιτελικό όμιλο. Η ομάδα δεν είχε σημειώσει περισσότερα από δύο γκολ σε κανέναν από τους πέντε αγώνες που είχαν προηγηθεί, όμως στον αγώνα του Ροζάριο κατάφερε να βάλει … έξι, απέναντι στον γεννημένο στην ίδια πόλη, ωστόσο Περουβιανό, τερματοφύλακα Ραμόν Κιρόγα. Οι σκιές ήταν βαριές, η τεράστια «επένδυση» του Βιντέλα στο Μουντιάλ έπρεπε να αποσβεστεί, ωστόσο κανείς ποτέ δεν μίλησε επί του θέματος, παρά μόνο με υπονοούμενα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στην Ισπανία, ένα παρόμοιο «μαγείρεμα» ανάμεσα σε Δυτικογερμανούς και Αυστριακούς οδήγησε τελικά τη Fifa στην απόφαση να γεμίσει το πρόγραμμα του Μουντιάλ με νοκ-άουτ αναμετρήσεις.         

 

http://youtu.be/qIoGqzFQ5-E

 

1970: Ο μεγαλύτερος σταρ ήταν εκεί

Ο Πελέ έκλεινε τον δωδεκαετή κύκλο της παρουσίας του σε Μουντιάλ όπως ακριβώς τον ξεκίνησε, δηλαδή στην κορυφή του κόσμου. Ενδιάμεσα έζησε τις απογοητεύσεις του 1962 στη Χιλή, όπου τραυματίστηκε στη διάρκεια του τουρνουά με αποτέλεσμα η δόξα για το θρίαμβο να αποδοθεί κυρίως στους Γκαρίντσα και Βαβά, αλλά και του 1966 στην Αγγλία, όταν η Πορτογαλία του Εουσέμπιο κέρδιζε νέους φίλους ταπεινώνοντας τη σελεσάο με 3-1 και αποκλείοντάς τη από τα προημιτελικά. Στη διοργάνωση του 1970 μπορεί να μη σκόραρε πολύ (4 γκολ), μπορεί το τρόπαιο να το σήκωσε ο Κάρλος Αλμπέρτο ως αρχηγός, εκείνος όμως πρόσφερε τις περισσότερες ατομικές στιγμές μαγείας, απολαμβάνοντας την πρωτοκαθεδρία του, ανάμεσα σε ίσους.

http://youtu.be/T7HFq1gKeUU

 1978 : Ο μεγαλύτερος σταρ δεν ήταν εκεί

Μιλώντας για την Ολλανδία του 1978, οι φανατικοί της μπάλας αναφέρουν κυρίως τα ονόματα των Νέεσκενς, Ρένσενμπρινκ, Ρεπ, Νανίγκα, Κρολ και Χάαν. Η παταγώδης απουσία του Γιόχαν Κρόιφ, ίσως του μεγαλύτερου Ευρωπαίου ποδοσφαιριστή στην ιστορία, που εκείνα τα χρόνια μεσουρανούσε με τη φανέλα της Μπαρτσελόνα, έχει αποδοθεί σε τρεις πιθανές αιτίες: η πρώτη λέει ότι απείχε θέλοντας να διαμαρτυρηθεί για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αργεντινή από τη δικτατορία του Βιντέλα· η δεύτερη, ότι δεν θα του επιτρεπόταν να φοράει τη «δική του» πορτοκαλί φανέλα, με δύο μαύρες ρίγες αντί τριών, εξαιτίας ειδικής συμφωνίας που είχε κάνει με χορηγό εταιρεία αθλητικών ειδών· και η τρίτη, την οποία ο ίδιος επικαλείται μέχρι σήμερα, ότι λόγω μιας απειλής για απαγωγή που είχε αποδέκτες εκείνον και την οικογένειά του το 1977, δεν θα μπορούσε να είναι συγκεντρωμένος στο τουρνουά. Στην ίδια διοργάνωση, η υφήλιος δεν είχε την ευκαιρία να πάρει μια πρώτη γεύση και από τον 18χρονο τότε Ντιέγκο Μαραντόνα, τον οποίο ο προπονητής Σέζαρ Λουίς Μενότι «έκοψε» από την αποστολή της Αργεντινής την τελευταία στιγμή.

http://youtu.be/kIAVTd3jVe8

Στην επόμενη σελίδα, η πιο εμπνευσμένη αστοχία όλων των εποχών,η πιο γελοία διατητική απόφαση και άλλα πολλά

The post 1970 vs 1978: Όλο το ποδόσφαιρο σε δύο Μουντιάλ. appeared first on POPAGANDA.

Οι άνθρωποι που δεν ήταν εκεί

$
0
0

 

 Μπορεί κανείς να επισημάνει διάφορα ονόματα σημαντικών παικτών που δεν βρέθηκαν ποτέ σ’ ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Οι τρεις πιο ξεχωριστοί από αυτούς είχαν τις ευκαιρίες τους, όμως τις έχασαν για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, κι ας μοιράζονταν γερές δόσεις -ποδοσφαιρικής- ιδιοφυΐας.

Αλφρέδο Ντι Στέφανο: Μηδέν στα Τέσσερα

ντι στεφανο

Ο Αλφρέντο Ντι Στέφανο με τη φανέλα της Εθνικής Ισπανίας, παρέα με τον Άγγλο Μπόμπι Σμιθ, ύστερα από μια φιλική νίκη (4-2) των Βρετανών στο Ουέμπλεϊ, τον Οκτώβριο του 1960

Το «ξανθό βέλος», το μεγαλύτερο αστέρι των γηπέδων της προ-τηλεοπτικής εποχής, θα μπορούσε να είχε αγωνιστεί σε τέσσερα Μουντιάλ, όμως: το 1950 η Αργεντινή απέσυρε τη συμμετοχή της, διαμαρτυρόμενη για την ανάθεση της διοργάνωσης στη Βραζιλία, ενώ το 1954, χτυπημένη από βαριά εσωτερικά προβλήματα της διακυβέρνησης Περόν, δεν δήλωσε καν συμμετοχή. Απογοητευμένος από τον απομονωτισμό και εξαιτίας του ασαφούς νομικού πλαισίου της εποχής, ο γεννημένος στο Μπουένος Άιρες Ντι Στέφανο έπαιξε σε τέσσερις φιλικούς αγώνες με τη φανέλα της Εθνικής Κολομβίας, τον καιρό που είχε μεταγραφεί στους Μιγιονάριος της Μπογκοτά. Η ενέργειά του αυτή προκάλεσε την αντίδραση της Fifa, η οποία του απαγόρευσε να αγωνίζεται με οποιαδήποτε εθνική ομάδα, απόφαση που αναιρέθηκε το 1957, όταν ο Ντι Στέφανο ήδη μεγαλουργούσε με τη «βασίλισσα» Ρεάλ Μαδρίτης και αποκτούσε, με συνοπτικές διαδικασίες και την ευλογία του δικτάτορα Φράνκο, την ισπανική υπηκοότητα! Αμέσως ρίχτηκε με την Εθνική Ισπανίας στη μάχη για τα προκριματικά του Μουντιάλ του 1958, όμως οι Μεσόγειοι αποκλείστηκαν από τους Σκοτσέζους. Θα χρειαζόταν να περιμένει άλλα τέσσερα χρόνια για να καταφέρει τελικά να οδηγήσει, σε ηλικία 35 ετών πια, την τρίτη του πατρίδα σ’ ένα Μουντιάλ, σκοράροντας μάλιστα για τελευταία φορά στο κρίσιμο διηπειρωτικό πλέι-οφ Ισπανίας-Μαρόκου 3-2, το Νοέμβριο του 1961 στο Μπερναμπέου.

http://youtu.be/DMqCiuP-s1Y

Στους αγώνες της Χιλής προοριζόταν ν’ αποτελέσει επιθετικό δίδυμο με τον επίσης ισπανοποιημένο, συνομίληκο και συμπαίκτη του στη Ρεάλ, Φέρεντς Πούσκας. Όμως λίγο πριν από τον 1ο αγώνα δήλωσε ότι αποσύρεται, προφασιζόμενος ένα τράβηγμα στη γάμπα. Εκείνο που αποτελεί κοινό μυστικό, ήταν ότι είχε «σκοτωθεί» με τον ομοσπονδιακό Χελένιο Χερέρα, τον προπονητή-σταρ της δεκαετίας του ‘60.

 

Τζορτζ Μπεστ: Πολύ Γκαντέμης με τα Πράσινα

μπεστ

Στα χειρότερά του – Ο Τζορτζ Μπεστ αποβάλλεται από τον αγώνα Βόρειας Ιρλανδίας-Σκοτίας 0-1 στο Μπέλφαστ (Απρίλιος 1970), έχοντας πετάξει μια χούφτα λάσπη στα μούτρα του διαιτητή

Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966 έληξε με τον αγγλικό θρίαμβο μία βδομάδα προτού οι Μπιτλς κυκλοφορήσουν το Revolver. Ο 20χρονος τότε Τζορτζ Μπεστ, εκείνος που αποκλήθηκε «Πέμπτος Μπιτλ», ήταν απών από το ποδοσφαιρικό πάρτι, επειδή έτυχε να γεννηθεί στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας. Με τη συνδρομή του η εθνική ομάδα του διχοτομημένου νησιού έφτασε πολύ κοντά στο να βρεθεί στα αγγλικά γήπεδα, προκρινόμενη για 2η φορά στην ιστορία της σ’ ένα Μουντιάλ. Το όνειρο έσβησε στα Τίρανα, λίγο πριν τη λήξη του τελευταίου αγώνα των προκριματικών, όταν ένα γκολ του Αλβανού επιθετικού Ζέγκα έφερνε το ματς στην ισοπαλία (1-1), αποτέλεσμα-καρμανιόλα που χάρισε μια ανέλπιστη πρόκριση στην Ελβετία. Το 1970 οι Μπιτλς διαλύονταν και κατά ειρωνικό τρόπο η καριέρα του χαρισματικού εξτρέμ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ άρχισε να παίρνει την κατιούσα. Τον Μάιο του 1971 πάντως, ο Μπεστ θα χάριζε στο κοινό του αιώνιου γηπέδου Ουίντσορ στο Μπέλφαστ την πιο αξιομνημόνευτη στιγμή του με τη φανέλα της Βόρειας Ιρλανδίας, ένα γκολ που δεν μέτρησε ποτέ, αφού το κλέψιμο στον Γκόρντον Μπανκς την ώρα του βολέ θεωρήθηκε αντικανονικό (Βόρεια Ιρλανδία-Αγγλία 0-1, για το προ πολλού καταργημένο Βρετανικό Πρωτάθλημα).

http://youtu.be/2D8IW_3_6D8

Παρά τη σταδιακή ψυχοσωματική του φθορά εξαιτίας του αλκοόλ, ο Μπεστ ενίσχυσε τη Βόρεια Ιρλανδία σε άλλες τρεις, ανεπιτυχείς, προκριματικές φάσεις (1970, 1974, 1978). Η «πράσινη» εθνική του Ηνωμένου Βασιλείου τελικά τα κατάφερε την αμέσως επόμενη φορά, με τη θαυμάσια ομάδα που είχε στις αρχές της δεκαετίας του΄80. Είχαν περάσει πέντε χρόνια από την τελευταία του συμμετοχή, ωστόσο στα 36 του ο Μπεστ εξακολουθούσε να παίζει μπάλα στο NASL, το βραχύβιο πρωτάθλημα-φούσκα των Η.Π.Α, με την ομάδα Σαν Χοσέ Έρθκουεϊκς. Ο προπονητής Μπίλι Μπίγκαμ σκέφτηκε να τον δει ν’αγωνίζεται, μήπως και τον χωρούσε στην αποστολή για το Μουντιάλ του 1982 στην Ισπανία. «Ήμουν σε πραγματικά καλή κατάσταση τότε, όμως η ομάδα που έπαιζα ήταν απαράδεκτη. Επειδή γενικά τον πίεζαν πολύ για μένα, ο Μπίγκαμ ήρθε να με δει σ’ ένα φιλικό που δώσαμε στη Σκοτία με τη Χιμπέρνιαν. Ήμασταν τραγικοί, και νομίζω έτσι κι εκείνος βρήκε το πάτημα ώστε να μη με καλέσει. Δεν περίμενα βέβαια να παίζω σε κάθε παιχνίδι, αλλά ας μ’ έπαιρνε στην αποστολή κι ας μ’ έριχνε μέσα μόνο για 15 λεπτά, για να ‘χω να λέω ότι έπαιξα κι εγώ σ’ ένα Παγκόσμιο Κύπελλο», εξομολογούταν το παράπονό του, είκοσι χρόνια μετά.

Ερίκ Καντονά: Sac à Merde!

Με τo γνωστό σαλεμένο βλέμμα, αλλά δεν... Ο Καντονά στα τρικολόρ στον τραυματικό αγώνα Γαλλίας-Βουλγαρίας 1-2, το Νοέμβριο του '93 στο Παρίσι

Με τo γνωστό σαλεμένο βλέμμα, αλλά δεν… Ο Καντονά στα τρικολόρ στον τραυματικό αγώνα Γαλλίας-Βουλγαρίας 1-2, το Νοέμβριο του ’93 στο Παρίσι

Η σχέση του Καντονά με την Εθνική Γαλλίας ήταν τρικυμιώδης από το ξεκίνημά της. Ήταν Σεπτέμβριος του 1988, λίγο προτού ξεκινήσει η καμπάνια της Εθνικής Γαλλίας για τα προκριματικά του Μουντιάλ της Ιταλίας (1990), όταν ο προπονητής Ανρί Μισέλ απέκλειε τον 22χρονο τότε επιθετικό της Ολιμπίκ Μαρσέιγ από την αποστολή της Εθνικής Ανδρών για ένα φιλικό αγώνα κόντρα στην Τσεχοσλοβακία. Ο αψίκορος Ερίκ, που κατά γενική παραδοχή βρισκόταν τότε σε δαιμονιώδη φόρμα, έσταξε δηλητήριο για τον Μισέλ μπροστά στις κάμερες: «Είπε ότι ήταν έτοιμος να στηριχτεί πάνω μου κι εγώ απέδειξα ότι μπορούσε να το κάνει. Οπότε ή θα έπρεπε να με καλέσει ή να μην κάνει ποτέ αυτές τις δηλώσεις. Το ότι δεν με κάλεσε τελικά, δίχως καν να συζητήσει μαζί μου, δείχνει ότι δεν είναι τίποτε άλλο από μια σακούλα με σκατά!».

http://youtu.be/M04hXsfIdm0

Όπως ήταν επόμενο η Γαλλία προχώρησε στα προκριματικά δίχως τον Καντονά –και απέτυχε. Στο δρόμο για το Μουντιάλ των Η.Π.Α. του 1994 ο Μισέλ είχε αντικατασταθεί από τον Ζεράρ Ουγιέ, ο οποίος όντως θέλησε να στηριχτεί πάνω στον Ερίκ, που είχε ήδη αρχίσει να μαγεύει με τη Μάνστεστερ Γιουνάιτεντ. Στον τελευταίο αγώνα της προκριματικής φάσης, στο Παρίσι κόντρα στη Βουλγαρία, η Γαλλία αρκούταν σε μια ισοπαλία για να προκριθεί. Ο Καντονά άνοιξε το σκορ από το α’ ημίχρονο, όμως δύο γκολ του Εμίλ Κονσταντίνοφ –το 2ο στο τελευταίο λεπτό του αγώνα- επιφύλαξαν μια άνευ προηγουμένου ψυχρολουσία στους τρικολόρ. Παρόλα αυτά η ηγετική του φυσιογνωμία οδήγησε τον επόμενο Γάλλο ομοσπονδιακό τεχνικό, Εμέ Ζακέ, να τον χρίσει αρχηγό της εθνικής. Στο βάθος της πορείας περίμενε η διοργάνωση του 1998 μέσα στο γαλλικό έδαφος, όμως το «κουγκ-φου» χτύπημα του Καντονά στον χούλιγκαν της Κρίσταλ Πάλας τον Ιανουάριο του 1995, του στέρησε το δικαίωμα συμμετοχής σε οποιονδήποτε αγώνα για 10 μήνες. Όταν επέστρεψε στη δράση, ο Ζακέ δεν τον χρειαζόταν πια, αφού είχε αναθέσει τον ρόλο του σ΄ ένα νεαρό ανερχόμενο αστέρι, τον Ζινεντίν Ζιντάν.

The post Οι άνθρωποι που δεν ήταν εκεί appeared first on POPAGANDA.

Η Γιαπωνέζα που αγαπούσε τον Κατσουράνη

$
0
0
Screen Shot 2014-06-20 at 6.19.47 PM

Η front page του blog της Koro με θλιμένη ανάρτηση για την Εθνική και τον Κώστα-κουν, μετ’α τη λήξη του αγώνα με την Ιαπωνία.

Εδώ περίπου 10 χρόνια, η Koro που ζει στην Ιαπωνία λειτουργεί ένα blog αφιερωμένο στον αγαπημένο της παίκτη (με τον οποίο κόλλησε –προφανώς- ύστερα από το Euro της Πορτογαλίας), αλλά και κατ’ επέκταση στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Το ιαπωνικό Kostas Katsouranis Fan Club δικαιώνει σε κάποιο βαθμό τον τίτλο του αν δει κανείς ότι συχνά τα posts της Koro συνοδεύονται από comments, οπότε διαπιστώνει κανείς ότι υπάρχει μια ιαπωνική σέκτα με παρόμοια ενδιαφέροντα. Ειδικά στα πρώτα χρόνια μετά το Euro, από το 2005 μέχρι και το Μουντιάλ του 2010, η Koro είχε βροντερή παρουσία, που έφτανε να ξεπερνάει τα 200 posts το χρόνο –όλα γύρω από τον «Kostas», την Εθνική και το ελληνικό πρωτάθλημα. Τα τελευταία χρόνια, λόγω δουλειάς, όπως η ίδια έχει αναφέρει, η δραστηριότητά της έχει σχετικά υποχωρήσει, παραμένει πάντως συνεπής.

 παρά το ζευγάρωμα Ελλάδας-Ιαπωνίας, η Koro έδειξε να μην έχει τον παραμικρό ενδοιασμό για το ποιον θα υποστήριζε, πιστοποιώντας ένα ιδιαίτερο στοιχείο της ιαπωνικής κουλτούρας, που είναι η προσήλωση σε ό,τι το ίδιο το άτομο εκλαμβάνει ως αποστολή του

Το φετινό Μουντιάλ δίνει την ευκαιρία για κάποια παραπάνω σχόλια και ενημερώσεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι παρά το ζευγάρωμα Ελλάδας-Ιαπωνίας, η Koro έδειξε να μην έχει τον παραμικρό ενδοιασμό για το ποιον θα υποστήριζε, πιστοποιώντας ένα ιδιαίτερο στοιχείο της ιαπωνικής κουλτούρας, που είναι η προσήλωση σε ό,τι το ίδιο το άτομο εκλαμβάνει ως αποστολή του. Στην προκειμένη περίπτωση, πάνω από οποιοδήποτε εθνεγερτικό συναίσθημα, προέχει η διάδοση του ελληνικού παικτικού προτύπου στην Ιαπωνία.  

από το 2005 μέχρι και το Μουντιάλ του 2010, η Koro είχε βροντερή παρουσία, που έφτανε να ξεπερνάει τα 200 posts το χρόνο –όλα γύρω από τον «Kostas», την Εθνική και το ελληνικό πρωτάθλημα

Ας μεταφράσουμε μερικά αποσπάσματα από το blog της Koro:

Δευτέρα 19/05, 21:53 – Μελετώντας την αποστολή της Εθνικής

 

Τελικά η ομάδα επιλέχτηκε. 5 απ’ όσους περίμενα έμειναν εκτός. Ο κόουτς αποφάσισε να πετάξει έξω την εμπειρία του Τζόρβα και να πάρει τον Γλύκο. Κόπηκε και ο Αβραάμ, με τους συνεχείς τραυματισμούς και ήρθε πίσω ο Μόρας. Το πιο λυπηρό είναι που λείπει ο Νίνης.

————————————-

Screen Shot 2014-06-20 at 6.29.50 PM

Από το blog της Koro, η Εθνική πριν αρχίσει ο αγώνας με την Ιαπωνία και τα ονόματα των παικτών μας από κάτω: Καρνέζης-κουν, Φετφα-κουν κλπ

Πέμπτη 05/06,  22:58 – Μετά το φιλικό 0-0 με τη Νιγηρία

 

Είναι καλό που η Ελλάδα κληρώθηκε στον ίδιο όμιλο με την Ιαπωνία, γιατί μπορώ και βλέπω τα φιλικά της ομάδας στην τηλεόραση. Σε σχέση με το φιλικό στην Πορτογαλία, σήμερα έπαιξαν όλοι οι αναπληρωματικοί, εκτός από τον Μανωλά. Κι όμως, αυτοί οι αναπληρωματικοί έπαιξαν καλά, πίεσαν περισσότερο επιθετικά, φάνηκε ότι θέλουν να πάρουν μια θέση στην εντεκάδα, ειδικά ο Κριστοντουρόπουρος (sic) και ο Φέτφα-κουν (σημ: η  υποκοριστική κατάληξη –κουν είναι ιαπωνικό αντίστοιχο του –ούλης στα ελληνικά, δηλ. σα να λέμε ο Φετφακούλης).

Από την άλλη ο Σαμαράς-κουν έχασε μια μεγάλη ευκαιρία και γενικά φαινόταν πολύ χαλαρός. Δεν μ’ άρεσε και πολύ αυτό το ύφος του….

Btw, o ο Φέτφα-κουν φορούσε τη φανέλα με το 18, το ίδιο νούμερο που είχε ο Νίνης. Είναι αρκετά γλυκούλης κι αυτός, οπότε είμαι οκ να φοράει αυτός το 18.

Φαίνεται ότι το συμβόλαιο του κόουτς Σάντος λήγει τον Ιούνιο. Θα ήταν καλό η Ελλάδα να πετύχει στο Παγκόσμιο Κύπελλο και να του παρατείνουν το συμβόλαιο. Δεν μπορώ να φανταστώ ποιος θα μπορούσε να πάρει τη θέση του.

Η φετινή φανέλα της Ελλάδας μοιάζει με polo shirt. Είναι πολύ cool, θα ήθελα μία!

——————————————

 

Κυριακή 08/06, 23:01 – Μετά το φιλικό 2-1 με τη Βολιβία

 

Νίκη 2-1, επιτέλους, μπήκαν γκολ!

(…)

———————————————-

 

Δευτέρα 09/06, 20:51 – Άφιξη στη Βραζιλία

 

Χτες έφτασαν στη Βραζιλία, στην πόλη Αρακαζού. Πάμε γερά, να παλέψουμε στη χώρα της λατρείας!

———————————————-

Ο Έλληνας Γεωπόνος

Ο Έλληνας Γεωπόνος – με αυτόν τον τίτλο η Koro εκθείαζε την ενέργεια του Κατσούρ να ξαναστρώσει το χορτάρι που ξήλωσε ύστερα από ένα πολύ άστοχο σουτ κόντρα στην Κορέα, στο Μουντιάλ του 2010.

Κυριακή 15/06, 01:56 – Πριν, στη διάρκεια και μετά τον αγώνα με την Κολομβία

Η εντεκάδα (sic): Καρνέζης-κουν, Τόρο, Μανωλάς, Παπάστα-κουν, Χολέμπας, Κώστας, Μανιάτης, Κονέ-κουν (78′ Καρα-σενπάι, σημ. εδώ δίνει στον Καραγκούνη τον χαρακτηρισμό Σενπάι, που σημαίνει μέντορας ή πρεσβύτερος),  Σαλπινί-κουν (57′ Φέτφα-κουν), Γκέκας (64′ Μήτρο-κουν), Σαμαράς-κουν.

(σημ: σχόλιο α’ ημιχρόνου):

Θέλω μέσα Φέτφα-κουν και Μήτρο-κουν. Να ισοφαρίσουμε, asap παρακαλώ!

Η Ελλάδα έφαγε γκολ πολύ νωρίς και ήταν ασυνήθιστο να τη βλέπεις να προσπαθεί να επιτεθεί. Το σουτ του Κονέ ήταν πολύ καλό. Θέλω μέσα Φέτφα-κουν και Μήτρο-κουν. Να ισοφαρίσουμε, asap παρακαλώ!

…………………..

(σημ: συνεχίζει μετά το τέλος του αγώνα)

 

Όχι μόνο δεν ισοφαρίσαμε, αλλά μπήκε και 2ο γκολ με το που ξεκίνησε το β’ ημίχρονο, κι άλλο ένα 3ο στις καθυστερήσεις. Απρόσεκτο παιχνίδι, αλλά σαν να έλειπε και η καρδιά. Ας έμπαινε τουλάχιστον η κεφαλιά του Γκέκα, που τη μίσησε το δοκάρι. Φέτφα-κουν και Μήτρο-κουν έπαιξαν τελικά, αλλά πάλι δεν άλλαξε τίποτα. Απογοητεύτηκα πολύ, έχασα τον ύπνο μου κι έχω να πάω και στη δουλειά σήμερα (Κυριακή).

Η ιαπωνική επίθεση θα έχει ταχύτητα, οπότε μπορώ να φανταστώ πόσο θα υποφέρουν οι Έλληνες. Θα υποφέρω κι εγώ μαζί τους, μου φαίνεται

…………………..

Ποιος είπε ότι η Ελλάδα έχει καλή άμυνα; Καθόλου καλή! Ο Παπάστα-κουν είχε τραυματιστεί σε φιλικό και μάλλον δεν ήταν έτοιμος. Με το να τον βάζεις να παίξει σε αυτήν την κατάσταση, καταλαβαίνεις πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα για την ομάδα. Η ιαπωνική επίθεση θα έχει ταχύτητα, οπότε μπορώ να φανταστώ πόσο θα υποφέρουν οι Έλληνες. Θα υποφέρω κι εγώ μαζί τους, μου φαίνεται…

Να δω έστω ένα γκολ…

Btw, το τελικό αποτέλεσμα: Ελλάδα-Κολομβία 0-3.

——————————————————

 

Σχόλιο χρήστη Ιτσιμάτσου, Κυριακή 15/06, 03:27: Κι εγώ υπέφερα δύο ώρες. Και το χειρότερο ήταν ότι η Κολομβία δεν έδειξε ανίκητη. Το σημαντικό είναι ν’ αλλάξουν νοοτροπία στα επόμενα δύο παιχνίδια. Περιμένω να δω τη δύναμη της Ελλάδας όταν δεν έχει τίποτε να χάσει, όπως γίνεται συνήθως. Τους πιστεύω και τους υποστηρίζω κι εγώ: Go Hellas!

Σχόλιο χρήστη chris, Τρίτη 17/06, 01:26: Αλήθεια δεν είναι εύκολο να νικήσεις την Κολομβία. Το πρώτο γκολ μπήκε πολύ νωρίς. Κι εγώ πίστευα ότι η Ελλάδα μπορούσε να νικήσει, όμως εδώ είναι Παγκόσμιο Κύπελλο, δεν είναι Euro, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Περιμένω κι εγώ το 1ο γκολ, asap!

Απάντηση Koro, Τετάρτη 18/06, 21:39: Έχω την εντύπωση ότι γενικά στο Μουντιάλ η Ελλάδα τρώει πάντα γκολ νωρίς. Αυτό δεν συμβαίνει στα Euros, δυστυχώς όμως δεν υπάρχει ευρωπαϊκή ομάδα στο γκρουπ, κι αυτό είναι ανησυχητικό. Θέλω κι εγώ να φωνάξω γκοοολ!!!

 

———————————————————-

Σαλπινί-κουν

Σαλπινί-κουν και Φέτφα-κουν (Σαλπιγγιδούλης και Φετφακούλης) πανηγυρίζουν το γκολ του 1ου απέναντι στο Ισραήλ, τον Οκτώβριο του 2010 (προκριματικά Euro 2012).Η φωτογραφία από το blog της Koro

Πέμπτη 19/06, 19:08 – Επιτέλους, αύριο!

 

Δυστυχώς όμως δεν μπορώ να το δω live, λόγω δουλειάς. Θα προσπαθήσω να κλείσω μάτια και αφτιά, να μη μάθω τίποτα για το ματς, και να γυρίσω να το δω το βράδυ σπίτι, στη μαγνητοσκόπηση του καλωδιακού.

Πάμε γερά (Ελλάδα). Αναρωτιέμαι όμως για την ομάδα… είναι οκ;

 

———————————————————

 

Πέμπτη 19/06, 23:32 – Ποιος είναι ο πιο όμορφος Έλληνας παίκτης;

 

 Είναι ο Τόρο ο πιο όμορφος; Με τίποτα! Υπάρχουν πολύ πιο ωραίοι, όπως ο Καρνέζης-κουν, ο Σαμαράς-κουν, ο Κριστοντουρόπουρος, ο Κονέ-κουν…

Στο σάιτ www.nanapi.jp, μια δημοσιογράφος που η ίδια δηλώνει ότι δεν έχει ιδέα από ποδόσφαιρο, διάλεξε τον πιο όμορφο παίκτη από κάθε ομάδα του Μουντιάλ, κρίνοντας μόνο από τη φάτσα. Ποιον διάλεξε από την Ελλάδα; Τον Τόρο! Είναι αυτός ο πιο όμορφος; Με τίποτα! Υπάρχουν πολύ πιο ωραίοι, όπως ο Καρνέζης-κουν, ο Σαμαράς-κουν, ο Κριστοντουρόπουρος, ο Κονέ-κουν…

Νομίζω ότι είναι πρόβλημα αν ο Τόρο θεωρηθεί πρότυπο ελληνικής ομορφιάς. Εντάξει, δεν είναι και χάλια, όμως, π.χ. τα μαλλιά του, ήδη έχουν αρχίσει να πέφτουν….

Karabelas- K. Rigos

Ούτε το ευρωπαϊκό ντεμπούτο του Νίκου Καράμπελα με τη φανέλα της Λεβάντε, είχε ξεφύγει από το μάτι της Koro. Ήταν τον Αύγουστο του 2012 κόντρα στη σκοτσέζικη Μάδεργουελ. Το ποστάρισμα συνοδεύτηκε από τη συγκεκριμένη φωτό, του Κωνσταντίνου Ρήγου.

——————————————————————–

 

Παρασκευή 20/06, 22:37 – 2ος αγώνας, με την Ιαπωνία.

 

Καταφέραμε να μη χάσουμε, τίποτα παραπάνω.

Λυπήθηκα για τον Κώστα που αποβλήθηκε και θα λείψει από το επόμενο παιχνίδι. Ελπίζω να μην ήταν αυτός ο τελευταίος αγώνας του στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Ακόμα κι αν οι περισσότεροι λένε ότι ο Καρα-σενπάι είναι η καρδιά της ομάδας, πιστεύω ότι ο πιο σημαντικός για την Ελλάδα μέσα στο γήπεδο είναι οπωσδήποτε ο Κώστας.

Επειδή αποβλήθηκε, έπρεπε όλο το πλάνο να αλλάξει, γι’ αυτό βγήκε και ο Φέτφα-κουν.

 Ο Καρα-σενπάι δεν νομίζω ότι μπορεί ν’ αντέξει για 90 λεπτά, ίσως ο μόνος τρόπος είναι να παίξει ο Τζιόλης το ρόλο του Κώστα.

Τι θα γίνει στο επόμενο ματς;

Ο Καρα-σενπάι δεν νομίζω ότι μπορεί ν’ αντέξει για 90 λεπτά, ίσως ο μόνος τρόπος είναι να παίξει ο Τζιόλης το ρόλο του Κώστα. Επίσης και ο Μήτρο-κουν βγήκε έξω τραυματίας και μάλλον δύσκολο να είναι στο επόμενο ματς.

Παρόλο που η ομάδα ποντάρει κυρίως στις μακρινές μπαλιές και τις σέντρες, δεν φαίνεται να βγαίνει κάτι. Ίσως θα ήταν καλύτερα στο επόμενο ματς να παίξει χωρίς σέντερ φορ.

Μήπως και μπει αυτό το γκολ που περιμένω…

Ιαπωνία-Ελλάδα 0-0

(…)

 

* Ευχαριστούμε την Άσακο Μασουνόουτσι για τη βοήθεια στη μετάφραση.

Screen Shot 2014-06-20 at 6.47.57 PM

Ο άλλος αγαπημένος της Koro: ” Το πιο λυπηρό είναι που λείπει ο Νίνης.” γράφει όταν έμαθε την επιλογή του Σάντος για την αποστολή στη Βραζιλία.

 

The post Η Γιαπωνέζα που αγαπούσε τον Κατσουράνη appeared first on POPAGANDA.

Το Ξυπόλητο Τάγμα και η Νιρβάνα του 1950

$
0
0
Κέρινα

Κέρινα ομοιώματατων παικτών της Μοχούν Μπαγκάν που το 1911 νίκησαν τους Άγγλους στρατιώτες και κατέκτησαν το Κύπελλο της Ομοσπονδίας παίζοντας ξυπόλητοι .

Πιθανότατα το ποδόσφαιρο είναι ο βασιλιάς των σπορ, το παιχνίδι των λαών και όλα τα συναφή που του έχουν αποδοθεί, ωστόσο δεν στερείται της δικής του άγονης γραμμής: κάπου εκεί στη Νοτιοανατολική Ασία, χώρες με μεγάλο πληθυσμό (Μπαγκλαντές, Πακιστάν, Ταϊλάνδη, Ινδονησία, Φιλιππίνες κ.ά) δείχνουν να μην πολυκαίγονται. Ακόμα περισσότερη εντύπωση προκαλεί η διαρκής απουσία της Ινδίας, του ενός και πλέον δισεκατομμυρίου ψυχών, όχι μόνο από τα Μουντιάλ, αλλά ακόμη και από τις διοργανώσεις του Κυπέλλου Ασίας.

Κι όμως, το ποδόσφαιρο στην Ινδία έχει ως ανεπίσημο έτος έναρξής του το 1872, πολύ πριν δηλαδή από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, μια και τότε ιδρύθηκε η ομάδα της Καλκούτα, που απαρτιζόταν κυρίως από Άγγλους. Το κλίμα στα ανατολικά της χώρας, εκεί όπου βρίσκεται η Καλκούτα (σημερινή ονομασία: Κολκάτα) είναι πιο δροσερό σε σύγκριση με την –καυτή- υπόλοιπη χώρα, καθώς συναντά τους ορεινούς όγκους των Ιμαλαΐων. Το γεγονός ενδέχεται να συντέλεσε στην ανάπτυξη του ποδοσφαίρου στις περιοχές αυτές (Δυτική Βεγγάλη, Γκόα, Κεράλα), με αποτέλεσμα οι πρώτες αμιγείς «ινδικές» ομάδες να πρόερχονται επίσης από τα ανατολικά της χώρας.

Η Μοχούν Μπαγκάν και η Ιστ Μπένγκαλ είναι οι διαχρονικά πιο ένδοξες από αυτές. Μάλιστα η Μοχούν πιστώνεται με την πρώτη νίκη επί αγγλο-ινδικής ομάδας, στον τελικό του Κυπέλλου της Ινδικής Ομοσπονδίας του 1911. Εκείνο το παιχνίδι, μπροστά σε 100.000 θεατές στην Καλκούτα, θεωρείται κομβικό στην ιστορία του ινδικού ποδοσφαίρου, μια και η Μοχούν Μπαγκάν επικράτησε της ομάδας του Συντάγματος του Ανατολικού Γιορκσάιρ με 2-1, έχοντας παίκτες που έπαιζαν ξυπόλητοι απέναντι στους Άγγλους που ήταν πλήρως εφοδιασμένοι –με τα δεδομένα της εποχής. Στην αναφορά του σχετικά με τον αγώνα, το πρακτορείο Ρόιτερς μετέδιδε ότι «εξαιτίας της υπερβολικής ποσότητας και θορυβώδους συμμετοχής του πλήθους, το αποτέλεσμα του αγώνα ανακοινωνόταν μέσω χαρταετών που πετούσαν στον ουρανό»! Η πόλη της Καλκούτα θεωρούταν βασικός θύλακας στην κοπιώδη προσπάθεια των Ινδών για την ανεξαρτησία, γι’ αυτό και εκείνη η νίκη της Μοχούν απέκτησε ευρύτερες διαστάσεις.

Soccer - London Olympic Games - First Round - India v France - Cricklefield Stadium

Είσοδος της Εθνικής Ινδίας στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου στο Ίλφορντ για τον αγώνα με τη Γαλλία (1-2), στο πλαίσιο του Ολυμπιακού τουρνουά του 1948 .

Άγνωστο εάν επιθυμούσαν να αποτείνουν έναν διαρκή φόρο τιμής ή εάν πραγματικά βολεύονταν, η αλήθεια είναι ότι όσοι ασχολούνταν με το ποδόσφαιρο στην Ινδία εξακολούθησαν για πολλά χρόνια να αγωνίζονται ξυπόλητοι, ακόμη και όταν είχαν τη δυνατότητα να φορέσουν παπούτσια. Κάτι τέτοιο συνέβη και με τον Μοχάμεντ Αμπντούλ Σαλίμ, τον Ινδό παίκτη που το 1936 έκανε πρώτος ένα μεγάλο ταξίδι επιχειρώντας να αγωνιστεί στη Σέλτικ της Γλασκόβης. Μπροστά στους εμβρόντητους Σκοτσέζους, ο Σαλίμ επέμεινε να δοκιμαστεί σε φιλικούς αγώνες φορώντας μονάχα επιδέσμους –και καθόλου παπούτσια- στα πόδια. Την επόμενη ημέρα η «Daily Express» της Σκοτίας έγραφε για τον «Ινδό ζογκλέρ», που «υπνωτίζει τη μπάλα πάνω στα μαγικά του δάχτυλα». Τελικά ο Σαλίμ δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στα δεδομένα της ζωής εκεί και επέστρεψε στην Ινδία και την ομάδα του, Μοχαμεντάν.

Πάνω-κάτω στην ίδια περίοδο (1938), μια ομάδα επίλεκτων Ινδών ταξίδεψε για μια τουρνέ αγώνων στην Αυστραλία, όπου και πάλι το κύριο θέμα από την πλευρά των ντόπιων ήταν η ξυποληταρία, όπως φαίνεται κι από τον σχολιαστή του αγώνα τους απέναντι στην ομάδα της Βικτόρια:

http://youtu.be/9NojmzBAWdU

Η ανεξαρτησία ήρθε για τη χώρα το 1947 και ένα χρόνο μετά η Ινδία έγινε μέλος της Fifa , ενώ συμμετείχε και για πρώτη φορά σε Ολυμπιακούς Αγώνες, στη διοργάνωση του Λονδίνου (1948). Εκεί η Ινδία αγωνίστηκε στον πρώτο γύρο του ποδοσφαιρικού τουρνουά, πάντα ξυπόλητη, χάνοντας από την πανίσχυρη Γαλλία με 1-2, γεγονός που σήμαινε πρόωρο αποκλεισμό. Μάλιστα, ο Σαϊλέντρα Ναθ Μάνα, αρχηγός και κορυφαίος παίκτης της ομάδας, αστόχησε σε πέναλτι, που πιθανόν να άλλαζε τα δεδομένα. Στους ίδιους αγώνες, η Ινδία πήρε το πρώτο της χρυσό μετάλλιο από την ομάδα του χόκεϊ στο χόρτο. Στον καιρό που το νιόβγαλτο κράτος έψαχνε ένα δικό του, «εθνικό» σπορ που θα συντόνιζε το ετερογενές του πλήθος στον ίδιο ρυθμό, το πρώτο χτύπημα στο ποδόσφαιρο είχε δοθεί.

Ο Μοχάμεντ Σαλίμ με τη φανέλα της Σέλτικ και επιδέσμους στα πόδια,το 1936 στη Γλασκόβη

Ο Μοχάμεντ Σαλίμ με τη φανέλα της Σέλτικ και επιδέσμους στα πόδια,το 1936 στη Γλασκόβη

Το δεύτερο θα ακολουθούσε μόλις δύο χρόνια μετά: στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1950, είχε για πρώτη φορά σχηματιστεί ένας «ασιατικός» όμιλος τεσσάρων ομάδων, από τις οποίες η 1η νικήτρια θα έπαιρνε το εισιτήριο για τη Βραζιλία. Βιρμανία, Φιλιππίνες και Ινδονησία, όλες αποσύρθηκαν με διάφορες προφάσεις, με αποτέλεσμα η Ινδία να γίνει το πρώτο ανεξάρτητο ασιατικό κράτος (η Ινδονησία είχε αγωνιστεί το 1938 ως «Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες») που προκρινόταν στα τελικά ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου. Η κλήρωση την έφερε αντιμέτωπη στον ίδιο όμιλο με Σουηδία, Ιταλία και Παραγουάη. Ωστόσο, με ένα μίγμα ανοργανωσιάς, οικονομικών προβλημάτων και έλλειψης συναίσθησης, η Ινδική Ομοσπονδία αποφάσισε την τελευταία στιγμή να μη στείλει την ομάδα στη Βραζιλία. Προφασίστηκε μάλιστα έναν κανονισμό που εξέδωσε η Fifa λίγο μετά τους Ολυμπιακούς του Λονδίνου, σύμφωνα με τον οποίο απαγορευόταν σε οποιονδήποτε παίκτη να αγωνίζεται ξυπόλητος. Οι υπεύθυνοι της χώρας επικαλέστηκαν το συγκεκριμένο διάταγμα, χαρακτηρίζοντάς το «φωτογραφικό» και κατ’ επέκταση προσβλητικό. Πάντως οι ίδιοι οι παίκτες, που είχαν πια κατά ένα μεγάλο ποσοστό υιοθετήσει τα παπούτσια, δεν αποδέχονταν την εκδοχή αυτή. «Δεν είχαμε ιδέα περί Παγκοσμίου Κυπέλλου τότε», θα υποστηρίξει στα 86 του, το 2010, δύο χρόνια προτού εγκαταλείψει τα εγκόσμια, ο μεγάλος κάπτεν, Σαϊλέντρα Μάνα. «Αν είχαμε καλύτερη πληροφόρηση, θα παίρναμε την πρωτοβουλία να πάμε μόνοι μας. Για μας τότε υπήρχαν μόνο οι Ολυμπιακοί Αγώνες, τίποτε άλλο», δήλωνε στο Sports Illustrated, προσθέτοντας ότι  «το ινδικό ποδόσφαιρο θα ήταν σήμερα σε διαφορετικό επίπεδο, αν είχαμε κάνει εκείνο το ταξίδι».

Δύο χρόνια αργότερα, το 1952, η Ινδία συμμετείχε στους Ολυμπιακούς του Ελσίνκι. Στο ποδόσφαιρο, ηττήθηκε στον πρώτο προκριματικό από τη Γιουγκοσλαβία, με 10-1. Στο χόκεϊ επί χόρτου, κατέκτησε και πάλι το χρυσό μετάλλιο. Την ίδια χρονιά, η εθνική ομάδα του κρίκετ της χώρας νικούσε για πρώτη φορά την Αγγλία.

http://youtu.be/Q1sFtVN4Luc

Ο κύβος είχε ριχτεί: το ποδόσφαιρο έπαιρνε την τρίτη θέση στην ουρά των προτιμήσεων της κυρίαρχης κάστας, αλλά και όσων είχαν κατά νου, σε μια φτωχή χώρα, να ασχολούνται με τα σπορ. Παρόλα αυτά, μια σπουδαία γενιά Ινδών παικτών, οι πρώτοι που φόρεσαν παπούτσια, κυριάρχησε στο ασιατικό ποδόσφαιρο στη δεκαετία του ‘50 και μέχρι τα μέσα εκείνης του ‘60. Μάλιστα, στην Ολυμπιάδα της Μελβούρνης το 1956, χάρη σε τρία γκολ του «μάγου» Νεβίλ ντε Σόουζα, κατάφεραν να νικήσουν τους διοργανωτές Αυστραλούς με 4-2 και να προκριθούν στα ημιτελικά, όπου και πάλι τους σταμάτησαν οι Γιουγκοσλάβοι (1-4). Η ομάδα κατέλαβε τελικά την τιμητική 4η θέση, ήταν όμως ήδη αργά. Κανείς δεν ξέρει τι θα μπορούσε να είχε γίνει εάν το «ξυπόλητο τάγμα» αγωνιζόταν, με παπούτσια ή μη, στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας.

Επονομαζόμενος

Επονομαζόμενος και Σπάιντερμαν, ο διεθνής τερματοφύλακας Σουμπράτα Παλ είναι ο μόνος Ινδός ποδοσφαιριστής που έχει συμβόλαιο με ομάδα του εξωτερικού, έστω στην άσημη Βέστσγιελαντ της Δανίας .

Σήμερα, 64 χρόνια μετά, η Εθνική Ομάδα της πολυπληθούς χώρας αδυνατεί  να σηκώσει κεφάλι, παρά κάποια δειλά βήματα προόδου, όπως η πρώτη πρόκριση και παρουσία σε Κύπελλο Ασίας (2011) ύστερα από 27 χρόνια. Η αισιοδοξία που γέννησε η συγκεκριμένη διάκριση μετριάστηκε από το φτωχό αποτέλεσμα στα τελικά της διοργάνωσης του Κατάρ (3 ήττες σε 3 αγώνες, με 3-13 γκολ), ενώ και η συνέχεια ήταν μάλλον απογοητευτική. Παρά την καρμική αίσθηση που είχε αρχίσει να διαχέεται από παίκτες, προπονητές και παράγοντες, ότι «αυτή τη φορά θα είμαστε παρόντες στη Βραζιλία», η κάτισχνη εμφάνιση απέναντι στα Εμιράτα έφερε τον γρήγορο αποκλεισμό από το φετινό Μουντιάλ, τον οποίο ακολούθησε και μια ήττα-πισωγύρισμα από τη Μιανμάρ, που έθεσε την ομάδα έξω και από  το Κύπελλο Ασίας του 2015, που θα διεξαχτεί στην Αυστραλία. 

http://youtu.be/LEWyj2SxnSs

Τη στιγμή που η περίφημη αλματώδης οικονομική ανάπτυξη της χώρας (το Ι από  τα BRICS) έχει τεθεί σε μεγάλη αμφιβολία, γεγονός που συντέλεσε και στα απρόσμενα  αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών, φαίνεται ότι και το ποδόσφαιρο θα δυσκολευτεί να παίξει τον ρόλο του συμβόλου μιας νέας αυτοπεποίθησης και εξωστρέφειας, όπως φιλοδοξούσε στα χρόνια που προηγήθηκαν. Μόνη ελπίδα για τη μεγάλη επιστροφή, είναι τα δεκάδες χιλιάδες πιτσιρίκια που εξακολουθούν να κλοτσάνε ξυπόλητα μπάλες στους δρόμους της Κεράλα και της Κολκάτα….

 

 

 

 

The post Το Ξυπόλητο Τάγμα και η Νιρβάνα του 1950 appeared first on POPAGANDA.


Ο Πουγιόλ «απέθανε», ζήτω ο Πουζόλ

$
0
0
Santa_Coloma_Andorra

Αυτή είναι η έδρα της Σάντα Κολόμα. Στην Ανδόρα.

Την πρώτη μέρα του Ιουλίου, η Φ.Κ. Σάντα Κολόμα, πρωταθλήτρια ομάδα της Ανδόρας, ετοιμαζόταν για την 4η παρουσία της στον 1ο προκριματικό γύρο του Τσάμπιονς Λιγκ. Ιστορικά είχαν προηγηθεί 6 αγώνες με ισάριθμες ήττες και συνολικό συντελεστή τερμάτων 5 υπέρ και 18 κατά. Ωστόσο ήδη από την προετοιμασία του Ιουνίου αχνοφαινόταν ότι η φετινή κόντρα, απέναντι στην Μπάναντς, την πρωταθλήτρια ομάδα από το Γερεβάν της Αρμενίας, μπορεί και να έκρυβε κάτι διαφορετικό. Τα χρήματα που μπήκαν για την ενίσχυση της ομάδας ξεπέρασαν τα 150 χιλ. €, δηλαδή. τα μπόνους που έτσι κι αλλιώς προβλέπονται για τη συμμετοχή στον α’ προκριματικό. Από τους παίκτες που ήρθαν ξεχώρισαν κάποιοι με επαγγελματικές εμπειρίες, όπως ο Αντρέου Ράμος Ισούς, ισπανός δεξιός μπακ με προϋπηρεσία στις λίγκες του Χονγκ Κονγκ και της Παραγουάης, ο αιώνιος σέντερ μπακ της Εθνικής Ανδόρας Ιλντεφόνσο Λίμα Σόλα, ο οποίος 10 και πλέον χρόνια πριν είχε περάσει –πακέτο με τον αδελφό του Τόνι- από τον Ιωνικό του αείμνηστου πατέρα Κανελλάκη, και προπάντων ο κεντρικός χαφ Ζουβενάλ Εντζόνγκο, μισός Ισπανός και μισός από την Ισημερινή Γουινέα, με τα χρώματα της οποίας έχει αγωνιστεί, και μάλιστα ως αρχηγός, στο Κόπα Άφρικα που το μικρό αυτό υποσαχάριο κράτος συνδιοργάνωσε το 2012 με την Γκαμπόν.

Mark Puzol

Ούτε ο Ντε Γιονγκ μπορούσε να τον σταματήσει- Μικρόσωμος αλλά θαυματουργός, ο Μαρκ Πουζόλ με τη φανέλα της Εθνικής Ανδόρας απέναντι στην Ολλανδία, τον Οκτώβριο του 2012

Με κλεισμένα τα 35 σήμερα και σταθερά παρών στις κλήσεις της Εθνικής, ο Ζουβενάλ βρέθηκε στην Ανδόρα περίπου μία εβδομάδα πριν από τη συνάντηση με την Μπάναντς, φέρνοντας αμέσως έναν αισιόδοξο άνεμο με το φρέσκο παράδειγμα της Κόστα Ρίκα στο Μουντιάλ. «Κανείς δεν τους περίμενε να φτάσουν στους 8. Αν έχουμε κι εμείς κάτι τέτοιο στο μυαλό μας, θα εκμεταλλευτούμε όλες μας τις δυνατότητες, σε άμυνα κι επίθεση», δήλωνε στο επίσημο site της UEFA κατά την προαναγγελία του πρώτου αγώνα με τους Αρμένιους. Με περάσματα ακόμη κι από την ισπανική Πριμέρα Ντιβιζιόν, σε Ρεκρεατίβο Ουέλβα και Αλαβές, ο Ζουβενάλ αγωνιζόταν σταθερά στην Ισπανία από το ξεκίνημα της καριέρας του, στα τέλη του περασμένου αιώνα. Η μετακόμιση στον φορολογικό παράδεισο των Πυρηναίων, πάνω στα γαλλοϊσπανικά σύνορα, είχε σαν βασικό κίνητρο αυτή τη σημαντική προσθήκη στο βιογραφικό. «Συνήθισα να βλέπω το Τσάμπιονς Λιγκ από την τηλεόραση, κι αφού είδα τόσες φορές την εικόνα με τους παραταγμένους παίκτες ν’ ακούν τον ύμνο της διοργάνωσης, κάποια στιγμή αναρωτήθηκα πώς θα αισθανόμουν στη θέση τους. Έχω περάσει πολλές στιγμές μέσα στα γήπεδα, κι αυτό ήταν ένα από τα λίγα πράγματα που μου έλειπαν».

Σάντα Κολόμα και Σαντ Ζουλιά συνθέτουν το δίπολο που στην Ανδόρα αποκαλείται El Clàssic. Αν κρίνουμε από τα μεγέθη και τις αποστάσεις, η Ανδόρα είναι περίπου ίση σε έκταση με τη Σάμο, οπότε μιλάμε για μια κόντρα του τύπου Καρλόβασι-Βαθύ. Όχι αμελητέα δηλαδή.

ildefonso lima

Με τα μπλε της Εθνικής Ανδόρας, λίγα χρόνια μετά τα μπλε του Ιωνικού, ο 35χρονος -μόνο- σέντερ μπακ της Σάντα Κολόμα, Ιλντεφόνσο Λίμα Σόλα

zuvenal enjongo

Με τα κόκκινα, ο Ζουβενάλ Εντζόνγκο κοντράρεται με τον Γκιράν Ν’ Ντο της Σενεγάλης στην ιστορική νίκη της Ισημερινής Γουινέας με 2-1, στο Κόπα Άφρικα του 2012

Και πραγματικά, ήταν ένα ξεχωριστό ντεμπούτο, αφού η Σάντα Κολόμα ξεκίνησε ιδανικά τον αγώνα, σκοράροντας στο 5ο λεπτό. Ήταν μάλιστα ο Μαρκ Πουζόλ, ένας παίκτης με ασήμαντο ονοματεπώνυμο, ωστόσο με σχεδόν βαρύ επίθετο, ειδικά μιλώντας για Τσάμπιονς Λιγκ, αυτός που άνοιξε και τελικά έκλεισε το σκορ, και γενικότερα τη σεζόν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Τέσσερα χρόνια νεότερος και περίπου μια παλάμη κοντύτερος από τον διάσημο, παρά κάτι συνεπώνυμό του Καταλανό, απόμαχο πια, σέντερ μπακ, ο βέρος ανδορέζος φορ Πουζόλ ήταν επίσης φετινό απόκτημα, από την Φ.Κ. Ανδόρα, τη μεγάλη ομάδα του, γειτονικού με την Καταλονία πριγκιπάτου-μικροκράτους, η οποία ωστόσο προτιμά να αγωνίζεται στις ερασιτεχνικές ισπανικές λίγκες (κάτι αντίστοιχο π.χ. με τις Κάρντιφ, Σουόνσι και Ρέξαμ στην Αγγλία). Κρατώντας το 1-0 χωρίς ιδιαίτερα μεγάλη πίεση για ένα ολόκληρο σχεδόν 90λεπτο, η Σάντα Κολόμα φάνηκε να δικαιούται κάτι που έμοιαζε πολύ με πέναλτι στα τελειώματα του ματς, όταν ο αρμένιος γκολκίπερ Τορογιάν γκρέμισε εντός περιοχής τον Ιλντεφόνσο Λίμα Σόλα. Ωστόσο ο Δανός ρέφερι Γενς Μάε έκανε με τα χέρια του την κίνηση που σημαίνει «Τίποτα».

http://youtu.be/gPaoXeRJaK4

Με υποδεκαπλάσιο μπάτζετ από την αρμένισσα  αντίπαλό της, η Σάντα Κολόμα έφτασε στην πρώτη νίκη της ιστορίας της στο Τσάμπιονς Λιγκ και δεύτερη συνολικά στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, επιτεύγματα που μόνο η ίδια έχει καταφέρει στη μικρή, ως σήμερα, ιστορία των ομάδων από την Ανδόρα στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις (συμμετέχουν από το 1997). Είναι πάντως άλλη, και μάλιστα η «μισητή» Σαντ Ζουλιά, από τα νότια των περίκλειστων 468 τετραγωνικών χιλιομέτρων του πριγκιπάτου, η μόνη ανδορέζικη ομάδα που έχει καταφέρει μια πρόκριση, έστω με δύο ισοπαλίες, έστω στα πέναλτι, έστω απέναντι σε μια ομάδα ενός άλλου μικρο-φορο-παραδείσου, την Τρε Φιόρι από το Σαν Μαρίνο. Σάντα Κολόμα και Σαντ Ζουλιά συνθέτουν το δίπολο που στην Ανδόρα αποκαλείται El Clàssic. Αν κρίνουμε από τα μεγέθη και τις αποστάσεις, η Ανδόρα είναι περίπου ίση σε έκταση με τη Σάμο, οπότε μιλάμε για μια κόντρα του τύπου Καρλόβασι-Βαθύ. Όχι αμελητέα δηλαδή. Η Σάντα Κολόμα είναι αυτή που κυριαρχεί πάντως στους τίτλους της ανδορέζικης Πριμέρα Ντιβιζιό (όπως το θέλει η Καταλανική γλώσσα που μιλιέται στο πριγκιπάτο), με την Ζουλιά να περιορίζεται συχνά στη 2η-3η θέση, όπως συνέβηκε και κατά την πιο πρόσφατη σεζόν.

http://youtu.be/1ICzEhLuO78

Από τα 1023 μέτρα της Λα Βέγια η Σάντα Κολόμα έκανε ένα μακρύ ταξίδι ως τα 990 περίπου της  παμπάλαιας, επίσης υπερυψωμένης πρωτεύουσας Γερεβάν, στην αντίθετη εσχατιά της ευρωπαϊκής ηπείρου, για έναν ιστορικό αγώνα ρεβάνς (8 Ιουλίου), που για πρώτη φορά αφήνει χαραμάδες ελπίδας πρόκρισης σ’ έναν β’ προκριματικό Τσάμπιονς Λιγκ. Το ματς θα διεξαχθεί λίγες ώρες πριν από τον γκράντε ημιτελικό Βραζιλία – Γερμανία στο Μπέλο Οριζόντε, στον οποίο θα έχει στραμμένο το ενδιαφέρον του σχεδόν όλος ο πλανήτης. Για τον 40χρονο κόουτς της Σάντα, Ρίτσαρντ Ιμπερόν πάντως, και τους παίκτες του, η πρόκληση της μέρας είναι διαφορετική: από την πρώτη στιγμή άλλωστε τους είχε κεντρίσει, ότι θα έπαιζαν απέναντι σε μια ομάδα 100% επαγγελματική. Ταυτόχρονα πρόσθετε ότι «παλιότερα κληρωνόσουν και λίγο-πολύ ήξερες εκ των προτέρων ότι θα αποκλειόσουν, τώρα όμως κι εμείς δουλεύουμε πολύ πιο εντατικά, οπότε φαίνεται να υπάρχει για όλους μια ελπίδα. Αν πιάσουμε το δικό μας  μάξιμουμ, γιατί να μην πετύχουμε κάτι ηρωικό κι ανεπανάληπτο;». Το οποίο θα είναι μια συνέχεια της περιήγησης για τις παραπάνω 2 εβδομάδες (15-23 Ιουλίου), απέναντι στην πολύ πιο ισχυρή Μακάμπι Τελ Αβίβ. Κατά σύμπτωση, η Σάντα Κολόμα είχε πετύχει την παρθενική της –και μόνη, μέχρι μια βδομάδα πριν- ευρωπαϊκή νίκη απέναντι στην «Ομάδα του Λαού» από το Ισραήλ, επίσης με 1-0, το καλοκαίρι 2007 στον α’ προκριματικό του παλιού Κυπέλλου Ουέφα.

The post Ο Πουγιόλ «απέθανε», ζήτω ο Πουζόλ appeared first on POPAGANDA.

Μετά τη Σελεσάο, έρχεται μήπως και η ώρα της Φλαμένγκο;

$
0
0
Ο πιτσιρίκος

Ο πιτσιρίκος διαβλέπει τα μελλούμενα – μετά τον σύντομο αρχικό ενθουσιασμό, και ο Ροναλντίνιο έσπασε πρόωρα, και τσακωμένος, το συμβόλαιό του με τη Φλαμένγκο, τον Μάιο του 2012.

 

Συμπληρώθηκε ένας μήνας από τότε που ο διαιτητής Ριτσόλι σφύριξε λήξη στο 20ο Παγκόσμιο Κύπελλο, το γερμανικό Vierter. Η αστερόσκονη έχει πια κατακαθίσει και οι περισσότερες –κυρίως οι ευρωπαϊκές- χώρες έχουν στραφεί στις εσωτερικές τους διοργανώσεις που ξεκινούν η μία μετά την άλλη, παράλληλα με τις ηπειρωτικές. Στη Βραζιλία πάλι, όπου μάλλον θα περάσουν τουλάχιστον 2-3 αιώνες για να ψυχανεμιστούν την ιδέα να ξαναδιοργανώσουν Μουντιάλ, προς το παρόν σκέφτονται να ξαναεκλέξουν την Ντίλμα Ρουσέφ στην Προεδρία της χώρας. Πέρα από αυτό, το Μπραζιλεϊράο σήμανε επανεκκίνηση, μόλις τρεις μέρες μετά το τελευταίο σφύριγμα στον τελικό του Μαρακανά, ύστερα από ένα διάλειμμα ενάμιση μήνα. Και ήδη στο διάστημα που κύλησε μετά την επανέναρξη, έχει εκτυλιχτεί μπόλικο δράμα, με κεντρική πρτωταγωνίστρια τη Φλαμένγκο, την πιο δημοφιλή ομάδα της χώρας.

Για πολλούς πιτσιρικάδες της δεκαετίας του ’80, ειδικά αυτούς που είχαν ξετρελαθεί με τη Σελεσάο των Μουντιάλ ’82 και ’86,  η Φλαμένγκο ήταν η ομάδα-μύθος. Ίσως μάλιστα υπήρξε η τελευταία τέτοια, στα τελειώματα της εποχής πριν από την τηλεόραση, όπου αφηνόταν -και μπορούσε ακόμα να περάσει- γενικά η αίσθηση ότι «εκείνοι οι τύποι εκεί κάτω παίζουν κάτι άλλο», είναι μάγοι, ζογκλέρ και όλα τα συναφή. Δεν είναι τυχαίο που ακόμα και στα μέρη μας, πολύ συχνά κάποιο μπουλούκι με το όνομα Φλαμένγκο συμμετείχε στα κατά τόπους αυτοσχέδια πρωταθλήματα αλάνας, που τότε συνήθως διοργανώνονταν στα όρια των κατά τόπους ενοριών, προτού ακόμα προκύψει το 5Χ5. Κάπου βέβαια προς τα τέλη των 80s, με μια κάποια αργοπορία, η ΕΡΤ-2 αποφάσισε να αφιερώσει μερικά απογεύματα, σε περιγραφή Γιάννη Αργυρίου αν θυμάμαι καλά, μεταδίδοντας μαγνητοσκοπημένους αγώνες από το «Πρωτάθλημα των Μάγων», βάζοντας στα σπίτια τη Φλαμένγκο, τη Φλουμινένσε, τη Βάσκο ντα Γκάμα, τη Σάντος, την Κορίνθιανς και όλες τις άλλες υπερομάδες της Βραζιλίας, στο ξεκίνημα της παρακμής του μεγάλου πρωταθλήματος της χώρας. Οι πιο πολλοί τηλεθεατές απάντησαν με βαθιά χασμουρητά, οι μεταδόσεις γρήγορα διακόπηκαν, ο Μποσμάν έφερε Βραζιλιάνους από Α έως Ω διαλογής στη Ευρώπη, οι ομάδες της χώρας αποψιλώθηκαν, οι μύθοι ξεθώριασαν.

Στο δρόμο για τις πιο χρυσές της

Στο δρόμο για τις πιο χρυσές της στιγμές, η Φλαμένγκο ποζάρει ως επίδοξη πρωταθλήτρια του 1980, με τον Ζίκο μόνιμα στην κάτω σειρά, 4o από αριστερά.

Πραγματικά όμως, στο διάστημα ‘75-‘85 η Φλαμένγκο ήταν φανταστική, με κορωνίδα το παταγώδες 3-0 κόντρα στη Λίβερπουλ στο Τόκιο, στον τελικό του Διηπειρωτικού του 1981.  Ήταν στο μέσο της χρυσής εφταετίας των Άγγλων στην Ευρώπη,  όπου κατακτούσαν απανωτά τα Πρωταθλητριών από το ‘77,  όταν έσκασε αυτό το χαστούκι από τη λατινοαμερικάνικη πλευρά, απέναντι μάλιστα στην τοπ ομάδα της εποχής, που στην Ευρώπη θεωρούταν λίγο-πολύ ανίκητη. Η Φλαμένγκο τότε αποτελούταν κυρίως από διεθνείς μπακ και χαφ που βρίσκονταν μεταξύ 21 και 25 ετών (Ζούνιορ, Λεάντρο, Αντράντε, Αντίλιο, Τίτα, Μόζερ), έπαιζαν περίπου 5 χρόνια όλοι μαζί και είχαν για προπονητή έναν αρκετά πρεσβύτερο πρώην συμπαίκτη τους, τον χαφ Πάουλο Καρπετζιάνι, που μόλις είχε σταματήσει τη μπάλα. Είχαν επίσης, ως συνήθως, σχετικά μέτριους φορ (έναν Νούνες και κάποιον Λίκο) και τερματοφύλακα (Ραούλ), αλλά βέβαια τα πάντα επισκιάζονταν από τη μορφή του Ζίκο, του απόλυτου, σε παγκόσμιο επίπεδο, 10αριού εκείνης της δεκαετίας.

http://youtu.be/NNv4WKN5_sE

Ήταν πάντως μόλις ένα χρόνο νωρίτερα, το 1980, όταν η Φλαμένγκο κατέκτησε το πρώτο Παν-βραζιλιανικό πρωτάθλημα στην ιστορία της, παρόλο που είχε προλάβει στις προηγούμενες δεκαετίες να χτίσει τον μύθο της, κυρίως χάρη στις μεγάλες της επιτυχίες σε επίπεδο Καριόκα, στην ευρύτερη δηλαδή περιοχή του Ρίο ντε Τζανέιρο. Σε μια χώρα τεράστια σε έκταση που άργησε, λόγω γενικής φτώχειας, να οργανώσει τις αεροπορικές της υποδομές, ήταν φυσικό κι επόμενο να καθυστερήσει χαρακτηριστικά η δυνατότητα διοργάνωσης ένος μητροπολιτικού πρωταθλήματος, με αποτέλεσμα το ενδιαφέρον να στρέφεται για χρόνια στις κατά τόπους συγκρούσεις. Σ’ εκείνα τα χρόνια και μέχρι το 1971, όταν και διοργανώθηκε επίσημα το πρώτο Μπραζιλεϊράο, η Φλαμένγκο όχι μόνο κυριάρχησε απέναντι στις τρεις μεγάλες συντοπίτισσες αντιπάλους της, Φλουμινένσε, Βάσκο ντα Γκάμα και Μποταφόγκο, αλλά ταυτόχρονα έπλασε το στίγμα της ως ομάδας τού λαού, προερχόμενης από τη λαϊκή συνοικία των Φλαμανδών –εξού και Φλαμένγκο- του Ρίο. Ειδικά βέβαια απέναντι στη Φλουμινένσε, από τα σπλάχνα της οποίας (βλέπε: δυσαρεστημένα μέλη) γεννήθηκε η ποδοσφαιρική Φλαμένγκο και κατ’ επέκταση το διάσημο ντέρμπι Φλα-Φλου στη 2η δεκαετία του 20ου αιώνα, η κόντρα, πέρα από εξαντλητικά ανταγωνιστική (στο 33-31 είναι το σκορ στα τοπικά πρωταθλήματα, υπέρ της Φλα), είχε και τις απαραίτητες ταξικές της συνδηλώσεις. Έτσι η Φλαμένγκο σήμερα θεωρείται η ομάδα των 40 εκατομμυρίων φτωχών, που μοιράζονται το Μαρακανά με τους, σαφώς λιγότερους και άρα πιο εστέτ της Φλουμινένσε, που έχουν άλλωστε τις ρίζες τους στην παραδοσιακά κυριλέ γειτονιά Λαρανζέιρας.

http://youtu.be/_uBeLOrNay4

Πήρε πολλά χρόνια ώστε  το Μπραζιλεϊράο να αποκτήσει ένα σταθερό και νορμάλ φορμά, και μόλις από το 2006 διατηρεί τη σημερινή του μορφή, με 20 ομάδες, αγωνιστικές δύο γύρων και πρωταθλητή τον 1ο της βαθμολογίας στο τέλος. Πολύς κόσμος ακόμα διαμαρτύρεται αναπολώντας τα υπερπολύπλοκα συστήματα πολλαπλών ομίλων και πλέι-οφ, που πάντως δημιούργησαν αξέχαστες μάχες με κορυφαία, ίσως, ανάμνηση τη ρεβάνς του τελικού πρωταθλήματος του 1983, Φλαμένγκο-Σάντος 3-0, όταν στο Μαρακανά κόπηκαν κάτι παραπάνω από 155.000 εισιτήρια, ρεκόρ ασύλληπτο για το ποδόσφαιρο από τότε μέχρι σήμερα. Δείτε τα στιγμιότυπα, που κλείνουν με πατροπαράδοτο, πολύ ξύλο στο τέλος:

http://youtu.be/xXRMRIqVtj0

Ήταν η μέρα που μέσα στο μεθύσι του τίτλου ο Ζίκο ανακοίνωσε την πρόθεσή του να αναχωρήσει για την Ευρώπη, με απρόσμενο τελικά προορισμό το Ούντινε, αφήνοντας τη Φλαμένγκο να θυμηθεί της ρίζες της ως συλλόγου κωπηλασίας (ακόμα η επίσημη ονομασία της είναι Clube de Regatas do Flamengo – Όμιλος Λεμβοδρομιών του Φλαμένγκο), και να τραβήξει πολύ –μα πολύ- κουπί έκτοτε. Ουσιαστικά διανύει περίπου 30 χρόνια πια, στα οποία οι χαρές είναι πολύ λιγότερες από τις λύπες, τα άγχη, ακόμα και τα ντου των αγανακτισμένων οπαδών ενάντια στα ίδια τα βλαστάρια τους. Κι είναι πραγματικά αδιανόητο για μια ομάδα με τέτοια φήμη, ότι έχει κερδίσει μόλις ένα πρωτάθλημα τα τελευταία 22 χρόνια, αυτό του 2009, ενώ οι σημαντικοί διεθνείς της τίτλοι περιορίζονται στο νταμπλ που πέτυχε το 1981, κερδίζοντας τα  μονάκριβά της Λιμπερταδόρες και Ιντερκοντινένταλ. Το πιο τρελό απ’ όλα, η Φλαμένγκο μνημονεύτηκε πάλι σε τοπ επίπεδο τη μέρα του Μινεϊράζο, επειδή η Γερμανία φορούσε φανέλες σαν τις δικές της, ρουμπινί και μαύρες οριζόντιες ριγέ, όταν σάρωνε με την περίφημη πια 7άρα τη Βραζιλία.

Ρομάριο

Γέννημα της αχώνευτης Βάσκο, ο Ρομάριο δεν αγαπήθηκε ιδιαίτερα από τους φαν της Rubro-Negro, πόσω μάλλον από τη στιγμή που προβόκαρε τους οπαδούς της όταν τον έκραζαν.

Από τη Φλαμένγκο έχει περάσει ένα μεγάλο μέρος του αφάν-γκατέ του βραζιλιάνικου παιχνιδιού, ξεκινώντας από βιβλικές μορφές σαν κι αυτές του προπολεμικού αρχισκόρερ Λεονίντας, του πρωταγωνιστή στα χρόνια του Μαρακανάζο, Ζιζίνιο, του Μάριο Ζαγκάλο, ακόμα και του Γκαρίντσα σ’ ένα σύντομο πέρασμα στα τελειώματά του, και φτάνοντας, ύστερα από τη χρυσή γενιά των 70s-80s, μέχρι μια σειρά από τοπ ονόματα, σαν κι αυτά των Μπεμπέτο, Ρομάριο, Ρενάτο, Αλνταΐρ, Ζίνιο, Λεονάρντο, Τζαλμίνια, Ζουνίνιο, και τους πιο πρόσφατους Ζούλιο Σέζαρ (γκολκίπερ), Ροναλντίνιο, Αντριάνο και Βάγκνερ Λαβ. Ταυτόχρονα με το να μεγαλοπιάνεται, το κλαμπ πάλευε, ειδικά από το Πρωτάθλημα  του 1992 και μετά, με οικονομικές φουρτούνες, κακοδιαχειρίσεις και χρεοκοπίες βασικών και πολλά υποσχόμενων χορηγών, γεγονότων που είχαν εύλογο αγωνιστικό αντίκτυπο, με πολλούς παίκτες να αποχωρούν απλήρωτοι και η ομάδα να γλιτώσει σε τουλάχιστον 4 περιπτώσεις (1995, 2001, 2002,  2004), τον υποβιβασμό την τελευταία αγωνιστική. Ακόμα και μέσα στα χρόνια μιας κάποιας αναλαμπής, που οδήγησαν και στο πιο πρόσφατο πρωτάθλημα του 2009, η Φλαμένγκο έγραψε το δικό της Μαρακανάζο, όταν αποκλείστηκε από τη μεξικάνικη Κλαμπ Αμέρικα χάνοντας με 0-3 εντός έδρας ενώ είχε νικήσει με 2-4 στο Μεξικό, και μένοντας έξω από τα προημιτελικά του Κόπα Λιμπερταδόρες του 2008.

http://youtu.be/AxGlc-KUzVU

Τα γκραν-γκινιόλ σκηνικά απέναντι στον υποβιβασμό επαναλήφτηκαν τόσο το 2010, όσο και το 2013, ωστόσο η Φλαμένγκο παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις 5 ομάδες της Βραζιλίας (μοναδική του Ρίο) και μέλος μιας ευρύτερης, προφανώς ολοένα συρρικνούμενης κάστας συλλόγων ανά τον κόσμο, που παίζουν μόνιμα στην Α` κατηγορία από την ίδρυση του εγχώριού τους πρωταθλήματος.

Οι κακές, στα όρια του απαίσιου, εμφανίσεις της ομάδας κατά το πρώτο κομμάτι της φετινής σεζόν μαρτυρούν ότι δύσκολα η Φλα θα καταφέρει και φέτος να τη σκαπουλάρει. Έκλεισε τις πρώτες 9 αγωνιστικές μέχρι το μουντιαλικό μπρέικ με 7 βαθμούς και στον πάτο της βαθμολογίας, ενώ η επάνοδος ήταν εξίσου τρομακτική, με δύο κολλητές ήττες από Ατλέτικο Παραναένσε και Ιντερνασιονάλ, που έδειξαν να τη βυθίζουν ακόμη περισσότερο,

http://youtu.be/-tHa7HYVIQs

Παράλληλα εκτυλίσσονταν εξωφρενικά σκηνικά, με κυνηγητά, κλοτσιές και μπουνιές περήφανων οπαδών της Φλα εναντίον συγκεκριμένων στόχων, όπως ο διεθνής αριστερός μπακ, πρώην της Άρσεναλ, Αντρέ Σάντος, που έτρεξε ματωμένος να κρυφτεί μέσα σ’ ένα βανάκι στο αεροδρόμιο του Πόρτο Αλέγκρε, κατά την επιστροφή της ομάδας μετά την 4άρα από την Ιντερνασιονάλ. Λίγες μέρες μετά, ύστερα από μια ακόμη ήττα στην έδρα της νεοφώτιστης Σαπεκοένσε, η έτερη φίρμα της τρέχουσας ομάδας, ο άτυχος πολυτραυματίας Ελάνο, δήλωσε την πρόθεσή του να εγκαταλείψει τη Φλα, με την οποία έχει άλλωστε ελάχιστες συμμετοχές, μνημονεύοντας μια μικρή μειοψηφία κακών οπαδών που έχουν βάλει στο στόχαστρο τον ίδιο και την οικογένειά του.

Η επιτροπή υποδοχής των οπαδών

Η επιτροπή υποδοχής των οπαδών της Φλα στο αεροδρόμιο, 20 Ιουλίου, μετά την ήττα με 4-0 από την Ιντερνασιονάλ, λίγο προτού ο Αντρέ Σάντος καταλήξει στο νοσοκομείο.

Είναι κάτι που τείνει να γίνει παράδοση, μοναδική σε συχνότητα, αυτά τα ντου των οπαδών, τα οποία ακριβώς επειδή έχουν συνήθως για στόχους τους πιο ακριβοπληρωμένους παίκτες, γεννούν υπόνοιες ότι αν δεν πατρονάρονται, τουλάχιστον σιγοντάρονται από διοικητικούς, μαρτυρώντας πάντως τη βαθιά και χρόνια αρρώστια του κλαμπ. Υπήρχαν περιπτώσεις όπως το Μάρτιο του 2002, ύστερα από μια ήττα στη Χιλή από την Ουνιβερσιδάδ Κατόλικα, που σφράγισε τον αποκλεισμό της Φλαμένγκο από τη συνέχεια του Λιμπερταδόρες, όταν οι επισκέπτες στο προπονητικό κέντρο της Γκάβεα ξεκίνησαν πετώντας τούβλα προς στόχους όπως οι Ζούλιο Σέζαρ, Λεονάρντο, Ζουνίνιο και ο πολύ αγαπητός –τελικά- Σέρβος Ντέγιαν Πέτκοβιτς, προτού το ρίξουν στη συνέχεια στο κυνηγητό. Ακόμα χειρότερα ήταν τα πράγματα στην εφιαλτική σεζόν του 2004, ύστερα από μια συντριβή-Μινεϊράζο με 6-1 από την Ατλέτικο στο Μπέλο Οριζόντε το Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς, όταν η υποδοχή στο αεροδρόμιο Σάντος Ντιμόντ του Ρίο περιλάμβανε σώμα με σώμα μάχες μεταξύ παικτών και οπαδών, με κύριους πρωταγωνιστές τους Ντούγκλας Σίλβα, Ζίνιο, Ζούνιορ Μπαϊάνο και –πάλι- τον κίπερ Σέζαρ (ο οποίος παρεμπιπτόντως σημάδεψε και το φετινό Μινεϊράζο), που ούρλιαζε σε κατάσταση αμόκ: “Αφήστε τα καραγκιοζιλίκια, εγώ είμαι Φλαμένγκο από 5 χρονών, την υποστηρίζω πολύ πιο πολύ από σας, σας σιχάθηκα πια!” Πολλοί παίκτες υποχρεώθηκαν τότε να προσλάβουν σωματοφύλακες, ωστόσο και πάλι ένα αήττητο φίνις 5 αγώνων που ακολούθησε έσωσε την ομάδα από τον υποβιβασμό, δικαιώνοντας την οπαδική ψυχασθένεια του στιλ “μόνο έτσι καταλαβαίνουν”. Επίσης σταθμός σε αυτή την αλλοπρόσαλλη σχέση ήταν η μολότοφ που έριξαν κατά την εξέλιξη ενός ντου, μέσα σ’ ένα γήπεδο του προπονητικού κέντρου την ώρα της προπόνησης, τον Αύγουστο του 2008, με αποτέλεσμα να πέσουν –ελαφρά- τραυματίες οι Ομπίνα, Ντινίνιο και Εγκίντιο.

Ταπείνωση και Ξύλο -

Ταπείνωση και Ξύλο – Η εφημερίδα O Globo αποκαλύπτει τους Ζούλιο Σέζαρ και Ζίνιο να σουτάρουν έναν οπαδό της Φλα, στο αεροδρόμιο του Ρίο, το Νοέμβριο του 2004.

Κι αυτά ήταν μόνο τα πιο χαρακτηριστικά, γι’αυτό και κανείς μπορεί μόνο να φαντάζεται τι θα συμβεί εφόσον το ψυχόδραμα ολοκληρωθεί τη φετινή σεζόν, που έχει ακόμα πολύ δρόμο. Ήδη το ρόλο του σωτήρα ανέλαβε να παίξει ένας παμπάλαιος γνώριμος, στην 4η θητεία του στη Φλαμένγκο, πρώην πολύφερνος και νυν ορισμός του γυρολόγου, ο Βαντερλέι Λουξεμπούργκο. “Πιστεύω ότι θα καταφέρουμε να σώσουμε την ομάδα”, δεν σταματά να δηλώνει, θυμίζοντας δικούς μας αντίστοιχους κόουτς ειδικών αποστολών, ανακουφισμένος ύστερα από δύο ψυχοβγαλτικές νίκες κόντρα σε Μποταφόγκο και Σπορτ Ρεσίφε, που άνοιξαν μια μικρή χαραμάδα ελπίδας.

The post Μετά τη Σελεσάο, έρχεται μήπως και η ώρα της Φλαμένγκο; appeared first on POPAGANDA.

Δέκα αλησμόνητες στιγμές Ελληνικού Πρωταθλήματος (…που δεν ήταν γκολ)

$
0
0

f_1979RODOS2m_7c3594b 

Αρχίζει ένα ακόμα πρωτάθλημα, το 79ο Πανελλήνιο, 56ο Α` Εθνικής, 36ο επαγγελματικό και 9ο κάτω από τη σκέπη της Σούπερ Λιγκ. Διαχρονικά ταπεινό και καταφρονητέο, έχει να διηγηθεί πάμπολλες ιστορίες, που μεταφορικά μπορούν να συνυποδηλώσουν σχεδόν όλα όσα έχουν συμβεί στη σύγχρονη ιστορία της χώρας, από τα πιο γιορτινά και αποθεωτικά έως τις μεγαλύτερες ντροπές και τα χειρότερα αίσχη…

Ιδού 10 πρωταγωνιστές σε ξεχωριστές στιγμές ελληνικού πρωταθλήματος, με επίκεντρο φάσεις που δεν ήταν γκολ και αποτυπώθηκαν από τηλεοπτικές κάμερες:

Οι καλύτερες ντρίμπλες γίνονται την άνοιξη

 24η αγωνιστική του πρωταθλήματος, Μάρτιος του 1982, η πιο διάσημη ντρίμπλα του Βασίλη Χατζηπαναγή και άρα όλου του ελληνικού ποδοσφαίρου έγινε πάνω στον Τάκη Στυλιανόπουλο, αριστερό μπακ της ΑΕΚ, σε μια νίκη του Ηρακλή με 3-2 στο Καυταντζόγλειο. Ένα πέρασμα με το τακούνι προκαλεί σπάσιμο της μέσης του αντίπαλου, πολύ κοντά στη γραμμή του άουτ, κι ό,τι ακολουθεί δεν έχει σημασία. 18 χρόνια και έναν μήνα περίπου αργότερα, τον Απρίλιο του 2000, η πιο διάσημη ντρίμπλα στην ιστορία του Τσάμπιονς Λιγκ ήταν παρόμοια, με τον Φερνάντο Ρεντόντο να αφήνει σέκο τον Χένινγκ Μπεργκ, προτού σερβίρει ένα γκολ στον Ραούλ, στον προημιτελικό Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ-Ρεάλ Μαδρίτης, όπου και πάλι η ομάδα του ντριμπλέρ νίκησε με 3-2. Τι συγκρίνεις, θα πείτε… ποιος Ρεντόντο…

 

http://youtu.be/YjiQvLXQc8I

 Ένα πρωτάθλημα στα περιστέρια

 Μάλλον δεν έχει υπάρξει πρωτάθλημα με δραματικότερη εξέλιξη από εκείνο του 1981-82, με τον Παναθηναϊκό-τρένο του α’ γύρου να αγκομαχάει στον β’, χάνοντας σταδιακά μια διαφορά που είχε φτάσει, σε σημερινά βαθμολογικά δεδομένα, μέχρι και τους 7 βαθμούς  από τον Ολυμπιακό, με άκρως ανταγωνιστικούς πάντως ακόμα 4 αντιπάλους (ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Άρη και Ηρακλή). Την 31η αγωνιστική, το τριφύλλι έχασε την πιο καθοριστική ευκαιρία να καπαρώσει τον 1ο επαγγελματικό του τίτλο, στη Νέα Σμύρνη, κόντρα στον επίσης σεβαστό Πανιώνιο της εποχής. Το μέσο μήκος τη μικρής περιοχής είναι στα 5.5 μέτρα, άρα πρέπει να απείχε περίπου 2-2.5 μέτρα από τη γραμμή του τέρματος ο Μάικ Γαλάκος όταν, ολομόναχος, έστω μέσα σε βούρκο, στο 88ο λεπτό, σημάδευε τον χώρο όπου σήμερα βρίσκεται το Ίδρυμα Προστασίας Απόρων Κορασίδων του Αγίου Ανδρέα. Το ματς έληξε 0-0, δύο εβδομάδες αργότερα ήρθε και η ήττα στη Θεσσαλονίκη (1-2) από τον Ηρακλή, ΠΑΟ και Ολυμπιακός ισοβάθμισαν και ο τίτλος κατέληξε τελικά στον Πειραιά ύστερα από το περιπετειώδες μπαράζ, μέσα στο κατακαλόκαιρο και εν μέσω Μουντιάλ ’82, στο Βόλο

http://youtu.be/wjLIHBDNp_g

Μεταξύ Φάντομ και Γκόρντον Μπανκς

Σίγουρα ήταν η πιο α λα Μπανκς απόκρουση που θυμούνται οι περισσότεροι από το ελληνικό ποδόσφαιρο, εκείνη που σημάδεψε έναν κατά τ’ άλλα ρουτινιάρικο αγώνα Ολυμπιακού-ΟΦΗ, την 26η αγωνιστική της σεζόν 1983-84.  Επειδή μάλιστα η όλη φάση διανθίστηκε από τον συγχαρητήριο ασπασμό του σέντερ φορ του ΟΦΗ, Θαλή Τσιριμώκου, στον Νίκο Σαργκάνη, οι πιο πολλοί σήμερα θα ανακαλούσαν ότι εκείνος έκανε τη σκαστή κεφαλιά-βέβαιο γκολ προς το θρυλικό τέρμα με το ταρτάν του παλιού Καραϊσκάκη. Ήταν όμως ο νεαρός, τότε, συμπαίκτης του, Γιώργος Βλαστός, απλά ο Τσιριμώκος έτυχε να βρίσκεται πολύ κοντά, χαρίζοντας ένα στιγμιότυπο πρώιμου fair play, όταν ακόμα ο όρος δεν ήταν γνωστός. Συγκρίσιμο μέγεθος πάντως θα μπορούσε να θεωρηθεί μια παρόμοια απόκρουση στο ανακατασκευασμένο, ίδιο γήπεδο, του μόλις 17χρονου Στέφανου Καπίνο, σε προβολή του Κέβιν Μιραλάς στο ντέρμπι Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού (1-1) της σεζόν 2011-12. Πίσω στον Σαργκάνη, αξίζει κανείς να χαζέψει παρακάτω τη συμπαθή προσπάθεια του χρήστη του youtube να τον επανασυστήσει στην ποδοσφαιρική υφήλιο, προσθέτοντας άλλη μία, σχεδόν ξεχασμένη στιγμή, σε παιχνίδι Παναθηναϊκού-Άρη του 1987, στην οποία πραγματικά γραπώνει σαν αίλουρος, αντί να διώχνει τη μπάλα, ύστερα από σουτ του Ντίνου Κούη στο αριστερό του Γ. Μια ενέργεια μάλλον αδιανόητη για τους σύγχρονους τερματοφύλακες, που προφανώς φοβούνται περισσότερο κάποιο χουνέρι από τις σημερινές μπάλες-μπαλόνια.

http://youtu.be/1T_4Zn7cRf8

Φαμπιάτος-Μαυροδήμος: Με Κομμένη την Ανάσα

 Σίγουρα δεν ήταν ακριβώς μια “στήθος με στήθος” σύγκρουση, όπως περιέγραφε ο -σεσημασμένος για το μπρουτάλ παιχνίδι του- μπακ Αλέξης Φαμπιάτος, τη στιγμή που κατέρριψε τον δυστυχή Σωτήρη Μαυροδήμο, στο ματς Απόλλωνας-ΑΕΚ 1-1, σε μια καυτή Ριζούπολη, τον Μάρτιο του 1987.  Ήταν μία από τις πρώτες περιπτώσεις που, όπως θα θυμούνται αρκετοί, ύστερα από έναν πραγματικά σοβαρό τραυματισμό μέσα στο γήπεδο, η τηλεοπτική δημοσιογραφική ανάλυση υπήρξε εξαντλητική, φτάνοντας στα όρια της υπερβολής και του τραγέλαφου, στοιχείο που έγινε ρουτίνα στα χρόνια που ακολούθησαν. Αρκεί κανείς να παρακολουθήσει το σχετικό βίντεο από το youtube που σκιαγραφεί, αβίαστα και γλαφυρά, μια ολόκληρη εποχή.

 

http://youtu.be/tpMcUW9IICM

 Πέναλτι Χωρίς Αιτία

 Πρωτάθλημα 1987-88, ο Ολυμπιακός ζει τη συλλεκτική εποχή Κοσκωτά, και ταυτόχρονα τη χειρότερη, βαθμολογικά, σεζόν της ιστορίας του. Έπειτα από το δεκεμβριανό μεταγραφικό ντου του τότε πανίσχυρου τραπεζίτη, οι Πειραιώτες έχουν ψιλοανακάμψει, με 5 νίκες και 2 ήττες σε 12 αγώνες, τη στιγμή που στους προηγούμενους 11 είχαν μείνει δίχως νίκη, έχοντας ηττηθεί 6 φορές. Το μόνο που δεν είχαν δει οι φίλοι κι οι εχθροί της ομάδας σε αυτό το αδιανόητο, σήμερα, σκηνικό, ήταν μια φάση στα πρώτα λεπτά της 24ης αγωνιστικής, στον αγώνα του Ολυμπιακού στο Καυταντζόγλειο. Ύστερα από μια φαινομενικά ακίνδυνη ενέργεια του “κίλερ” Γιώργου Παπαδόπουλου από τα δεξιά και μια απλή διεκδίκηση με τον Πέτρο Μίχο στο πλάι της μεγάλης περιοχής, ο Χάρης Μπανιώτης, ένα από τα 15 αποκτήματα της νέας εποχής, άκουσε, μόνος αυτός, ένα σφύριγμα και έπιασε την μπάλα με τα χέρια, έτοιμος να εκτελέσει ένα κατά φαντασίαν επιθετικό φάουλ. “Δεν το χω ξαναπάθει, ούτε το έχω δει να συμβαίνει ποτέ πουθενά”, δήλωνε σαστισμένος μετά το ματς ο Θρακιώτης, πρώην σέντερ μπακ του ΠΑΟΚ. Ο διαιτητής Μαρκάκης δεν είχε παρά να σφυρίξει πέναλτι, το οποίο άνοιξε το δρόμο για τη νίκη του Γηραιού, με 3-2.

http://youtu.be/Q_OSyrMlkDo

Πιο δύσκολο ήταν να πετύχει το δοκάρι…

Ίσως σήμερα να είχε διαφορετικό στάτους ανάμεσα στους φίλους της ΑΕΚ, από εκείνο του αρχετυπικού χασογκόλη, ο Τζίμης Πατίκας αν κατάφερνε το στοιχειώδες έπειτα από τον μαγικό συνδυασμό Οκόνσκι-Σαβέβσκι και την ασίστ του τελευταίου στον Ελληνοαυστραλό, ελάχιστα πριν από τη λήξη του ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, τον Φεβρουάριο του 1989. Ο Πατίκας ερχόταν με τόση φόρα ώστε μετά το εξ επαφής πλασέ του σύρθηκε μέχρι τις πινακίδες, ενώ η μπάλα εκτοξεύτηκε από το αριστερό δοκάρι, φτάνοντας έξω από την περιοχή του Σαργκάνη. Το τελικό 0-0 δεν στοίχισε στην έτσι κι αλλιώς πρωτοπόρο Ένωση που κράτησε το προβάδισμα ως το τέλος για το 1ο της επαγγελματικό πρωτάθλημα, στην τόσο μακρινή πια σήμερα, 1η σεζόν του κόουτς Μπάγεβιτς. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, ο Πατίκας θα στερούταν άλλη μια τεράστια ευκαιρία να γράψει ιστορία, αυτή τη φορά εξαιτίας ενός τραγικού Ελβετού διαιτητή, ονόματι Σαντόζ, που του ακύρωσε ένα καθαρό γκολ μέσα στο Βελοντρόμ, απέναντι στη λουσάτη και καθόλα ύποπτη Μαρσέιγ του Μπερνάρ Ταπί.

http://youtu.be/kLCOaoBTXl4

Ο Δοξάκης σώζοι τον Ιωνικό

 Ήταν ο τερματοφύλακας τον οποίο κάποτε εκθείασε ο Μάνος Χατζιδάκις, χαρακτηρίζοντάς τον “καλύτερο Έλληνα φουτμπολίστα”, επειδή “ομιλεί τα καλύτερα Ελληνικά”. Ροδίτης στην καταγωγή, με πραγματικά ασυνήθιστο ύφος στις δηλώσεις του και τη φήμη ότι έγραφε ποιήματα, ο Δοξάκης είχε κάνει ένα φοβερό πρωτάθλημα με τον Εθνικό Πειραιά τη σεζόν 1987-88, ψηλώνοντας την ομάδα μέχρι την ασυνήθιστη 7η θέση, δίχως ποτέ να κερδίσει την πολυπόθητη και συζητημένη αρκετά τότε, κλήση στην εθνική, κάτι που αποδόθηκε στο χαμηλό του μπόι- κάτι λιγότερο από 1.80. Στα –πρόωρα- τελειώματα της καριέρας του, την τελευταία αγωνιστική της σεζόν 1989-90, ως γκολκίπερ του νεοφώτιστου τότε Ιωνικού στην Α’ Εθνική, έκανε μια ακροβατική απόκρουση σε ένα αλλόκοτα χτυπημένο πέναλτι του Σάκη Αναστασιάδη στο 88ο λεπτό, κρατώντας το σκορ στο 1-1, στον εκτός έδρας αγώνα απέναντι στον Ηρακλή. Ο καθοριστικός αυτός πόντος (sic) χάρισε την παραμονή στους Νικαιώτες, καταδικάζοντας τον Απόλλωνα Καλαμαριάς. Και μιλάμε για μια ομάδα καρά-καλτ, με μορφές σαν τους Βαμβακούλα, Μανδραφλή, Γρίμπιλα, Βογιατζή, Νταρακλίτσα/η, Μοσιμάνε Πίτσο κ.ά. Στο ηρωικό σκηνικό του συγκεκριμένου αγώνα βέβαια, απόλυτος πρωταγωνιστής ήταν ο Δοξάκης: “Προσπάθησα να ηρεμήσω τον εαυτό μου μέχρι εκεί που δεν μπορεί να ηρεμήσει άνθρωπος”, τόνισε στις δηλώσεις μετά το ματς για τη στιγμή του πέναλτι, έστω κι αν ξεσπώντας μετά την απόκρουση και μέσα στο γενικό κονφούζιο, αντίκρισε την κόκκινη κάρτα του ρέφερι Αδαμόπουλου.

http://youtu.be/r2ehRdNzENY

Το ανεξιχνίαστο μυστήριο

Τέλη Οκτωβρίου του 1998 μπήκε ένα από τα διασημότερα γκολ που δεν μέτρησαν ποτέ, στο διασημότερο ματς που έληξε χωρίς πραγματικά να λήξει. ΠΑΟΚ-Ολυμπιακός 1-2, στα χρόνια που το πάλαι ποτέ κάστρο της Τούμπας είχε αρχίσει να αλώνεται σε ετήσια βάση από τους ερυθρόλευκους. Πολλά μπορεί να πει κανείς από τα χιλιωειπωμένα για το ευρύτερο κλίμα της εποχής, την περιλάλητη κυριαρχία του Ολυμπιακού “σε όλα τα επίπεδα” που τότε εγκαθιδρυόταν και την ταυτόχρονη “προστασία” προς τις ομάδες με λαό όπως ο ΠΑΟΚ ώστε να μην τιμωρούνται με αφαίρεση βαθμών ακόμα κι όταν λήγουν το ματς με ντου στο 83’. Το (μη) γκολ αυτό του Ιταλού σέντερ μπακ Μίρκο Τάκολα που θα ισοφάριζε το ματς στο 2-2, έδειξε επίσης και τη φενάκη της τηλεοπτικής κάμερας που τάχα δίνει ξεκάθαρες απαντήσεις, κάτι που έχει καταδειχτεί πάμπολλες φορές, ακόμα και σε άρτιες τεχνικά καλύψεις μεγάλων διοργανώσεων. Αν ήταν περίτεχνη γυριστή κεφαλιά ή παμπόνηρο ανάποδο πλασέ πασαδόρου βολεϊμπολίστα επαφίεται στην  ταυτότητα και την ένταση της οπαδικής συνείδησης του καθένα. Εκείνος πάντως που θέλησε να σταθεί ουδέτερος, επειδή “δεν το είδα, δεν μπορώ να πω!”, ο τηλεοπτικός εκφωνητής του αγώνα Γιώργος Τραπεζανίδης για λογαριασμό της ΕΡΤ, δέχτηκε άμεση επίσκεψη από καλόπαιδα στα δημοσιογραφικά, όπως ακούγεται και στο βίντεο:

http://youtu.be/iidfsZOPg9E

…στον Άρχοντα

 Τον καιρό που οι φίλοι της Προοδευτικής τραγουδούσαν “Προό-Προό-Προό / Αλέ-Αλέ-Αλέ” στους ρυθμούς του La Copa de La Vida (Ρίκι Μάρτιν, από το Γαλλικό Μουντιάλ του ’98), ο Νίκος Αλέφαντος έκοβε κι έραβε στην ομάδα του Κορυδαλλού, οδηγώντας τη σε άνετη παραμονή στην κατηγορία. Έτσι, Μάρτιο του 1999, 24η αγωνιστική στο Νίκος Γκούμας απέναντι στην ΑΕΚ του Μπλαχίν, ο Αλέ “χτυπούσε αποτέλεσμα” σολάροντας με το πατροπαράδοτο “αλλαγή στην αλλαγή”: έξω ο Προτάσοφ με ατάκες περί… Τιτίκας, μέσα ο Βραζιλιάνος Μπαρτολομέου. Δεν πέρασαν 10 λεπτά, έξω και ο Μπαρτολομέου, μέσα ο Καζαντζής! Αξιομνημόνευτος μόνο και μόνο γιατί όρμησε να πλακωθεί με τον Αλέφαντο και κατ’ επέκταση να συντελέσει στη μνημειώδη ατάκα “Μάθε Μπαλίτσα στον Άρχοντα”, ο “τουρίστας” Βραζιλιάνος φορ φυσικά δεν ξαναέπαιξε στην Προό. Στην επιμονή του Γιώργου Λυκουρόπουλου να εξηγήσει τι έγινε με τον Μπαρτολομέου, ο κόουτς με βλέμμα γεμάτο απαξία έτεινε την παλάμη προς τον δημοσιογράφο της κρατικής, Αντώνη Αντωνόπουλο, δείχνοντάς τον επαινετικά: “ορίστε, ωραίες ερωτήσεις!”, πριν καν τις ακούσει, μόνο και μόνο για πέσει ο ψόγος στις “κουταμάρες” του πείσμονα Λυκουρόπουλου. Έτσι γράφτηκε ιστορία, που εκτός των άλλων οδήγησε και στην ονοματοδοσία περιώνυμου αθλητικοκοινωνικού μπλογκ, το οποίο και μετασχηματίστηκε σε τούτη εδώ τη στήλη.

http://youtu.be/oOLJc2hRtVw

Ο Τσαμπουκάς: Τζιοβάνι vs Κυργιάκος

 Πασίγνωστη φάση, και σχετικά πιο πρόσφατη: κι αν έχουμε δει μανούρες και τσαμπουκαλέματα στο ελληνικό ποδόσφαιρο, για το συγκεκριμένο πάντως γράφτηκαν και ειπώθηκαν τα περισσότερα, αφού εν πολλοίς καθόρισε και την εξέλιξη ενός πρωταθλήματος, αυτού της σεζόν 2003-2004. Πέρα από τις γραφικότητες, με τον Δούρο να μη βγαίνει στα τηλέφωνα, τα τηλεοπτικά κλάματα και τα σχετικά, η ουσία είναι ότι ο θεωρητικά κερδισμένος της κόντρας Κυργιάκος μάλλον εκείνη τη στιγμή έκλεινε μια πόρτα που πολύ πιθανό να άνοιγε για κείνον, ειδικά από τη στιγμή που –και αυτός- έφυγε τσακωμένος από τον Παναθηναϊκό, λίγους μήνες μετά το περιστατικό. Με τα αισθήματα των φίλων του Τριφυλλιού μάλλον ανάμικτα απέναντί του, το “αλάνι” βρήκε βέβαια καλές δουλειές στην πορεία, στα λιμάνια της Γλασκόβης και του Λίβερπουλ. Είναι πάντως κοινό μυστικό ότι δεν θα τους άφηνε αδιάφορους στον Πειραιά, αν δεν πείραζε τον “Τζιό”, ο οποίος διατηρεί εντυπωσιακά ανθεκτικές, ίσως και σταθερά διογκούμενες διαστάσεις τοτέμ στο Καραϊσκάκη, κι ας μην το πολυπάτησε.

 

http://youtu.be/DuQswJNjzaw

 

 

The post Δέκα αλησμόνητες στιγμές Ελληνικού Πρωταθλήματος (…που δεν ήταν γκολ) appeared first on POPAGANDA.

H Dream Team των Κοντών

$
0
0

Δύο βροντερές ήττες του αμερικάνικου μπάσκετ, το 1988 από τους Σοβιετικούς στη Σεούλ (Ολυμπιακοί Αγώνες) και το 1990 από τους Γιουγκοσλάβους στο Μπουένος Άιρες (Μουντομπάσκετ), ήταν αυτές που έδωσαν την τελική ώθηση για τη δημιουργία της πρώτης, κατά πολλούς μόνης αυθεντικής Dream-Team, που όντως εμφανίστηκε σαν κάτι εξωγήινο στη Βαρκελώνη του 1992. Αξίζει πάντως να θυμηθεί κανείς, ότι μισοαστεία-μισοσοβαρά, σ’ εκείνο το διερευνητικό στάδιο είχε προταθεί στον –και τότε- ομοσπονδιακό κόουτς Μάικ Σιζέφσκι να εμπιστευτεί μια αντιπροσωπευτική ομάδα από το WBL (World Basketball League), το ένα και μοναδικό «Πρωτάθλημα των Κοντών».

Ξυπόλητοι

Ξυπόλητοι και με το υποδεκάμετρο παραμάσχαλα, οι Τζόνι Μπράουν και Ζακ Τζόουνς των Λας Βέγκας Σίλβερ Στρικς. Ο δεύτερος κρατάει και την global μπάλα, σύμβολο του WBL.

 Δεν πρέπει να έχει υπάρξει ποτέ, και σε οποιοδήποτε ομαδικό σπορ, λίγκα με περιορισμό ως προς το ύψος όσων έχουν δικαίωμα συμμετοχής. Αυτή η παγκόσμια πατέντα ήταν εν πολλοίς ιδέα ενός δαιμόνιου φαρμακέμπορου, του Μάικλ Μόνους, ο οποίος ανέλαβε να σπονσοράρει ένα εγχείρημα που φερόταν διατεθειμένο να «εκδημοκρατικοποιήσει το μπάσκετ».Όπως έγραφε αβανταδόρικα ο Τζίμ Μάρεϊ, δημοσιογράφος των L.A Times τον Αύγουστο του 1989, «αναρωτηθήκατε ποτέ πώς μπορεί να υφίσταται ένα άθλημα στο οποίο δεν μπορεί να κάνει καριέρα το 99.999% του παγκόσμιου πληθυσμού; Δεν βαρεθήκατε να βλέπετε μονομαχίες Γολιάθ εναντίον Γολιάθ, δεν αναζητάτε και κάποιους Δαβίδ; Λοιπόν, το WBL είναι αυτό ακριβώς, το μπάσκετ όπως το οραματίστηκε ο Δρ. Νέισμιθ». Όπισθεν ολοταχώς δηλαδή, προς τα 20s-30s, όταν οι ελάχιστοι δίμετροι αντιμετωπίζονταν σαν εξωγήινοι, προτού το άθλημα αλλάξει ριζικά μορφή με γίγαντες σαν τους Μπιλ Ράσελ, Τζορτζ Μάικαν, Μπόμπ Λέινιρ και Γουίλτ Τσάμπερλεν. Το όριο τέθηκε στα 6.5 πόδια (1.95 μ.), ούτε ίντσα παραπάνω -και μάλιστα το μέτρημα γινόταν με τον παίκτη ξαπλωτό και με κλειδωμένα, τέζα τεντωμένα κάτω άκρα.    

Το όριο τέθηκε στα 6.5 πόδια (1.95 μ.), ούτε ίντσα παραπάνω -και μάλιστα το μέτρημα γινόταν με τον παίκτη ξαπλωτό και με κλειδωμένα, τέζα τεντωμένα κάτω άκρα.       

 Έτσι γεννήθηκε το WBL, αρχικά με μόλις 6 ομάδες, οι οποίες πέρα από το ύψος των παικτών τους συμφώνησαν και σε ορισμένες αρκετά ενδιαφέρουσες τροποποιήσεις των κανονισμών, κάποιες από τις οποίες θα μπορούσαν να θεωρηθούν πρωτοποριακές, όπως τα τέσσερα 10λεπτα συνολικής διάρκειας, τα 8 δευτερόλεπτα για το πέρασμα της σέντρας σε κάθε επίθεση, την ελευθερία για οποιαδήποτε άμυνα, το τρίποντο κάπου στα 6.28 (για ανελέητους βομβαρδισμούς), αλλά και τη μη καταμέτρηση των φάουλ. Μπορούσες δηλαδή να κάνεις όσα φάουλ γούσταρες, όμως κάθε φάουλ σήμαινε βολές – άρα δεν συνέφερε, με τα παραδοσιακά ψηλά ποσοστά των κοντών από τη γραμμή.     

Διαφημιστικό φυλλάδιοr

Διαφημιστικό φυλλάδιο της Γιάνγκσταουν Πράιντ με τον Τιμ Λεγκλέρ, που αργότερα εξελίχτηκε σε κλασικό 3-pointer του NBA. Κάτω αριστερά, ο μοιραίος χορηγός Phar-Mor.

 Από την αρχή το WBL απευθύνθηκε σε άγονες γραμμές του αμερικάνικου μπάσκετ, σε πόλεις όπου δεν υπήρχαν ομάδες του NBA, επιδιώκοντας να καλύψει τα σχετικά κενά, ενώ πρωταρχικός σκοπός ήταν να τραβήξει και ένα κάποιο τηλεοπτικό κοινό λειτουργώντας off-season, ως summer league από Μάιο μέχρι Αύγουστο. Έτσι οι πρώτες ομάδες που υπόγραψαν τη συμμετοχή τους προερχόντουσαν από το Λας Βέγκας, το Γιάνγκσταουν (Οχάιο), το Γουόρτσεστερ (Μασαχουσέτη) και το Σπρίνγκφιλντ (Ιλινόι), ενώ ζεστά πήραν το θέμα και οι Καναδοί (Κάλγκαρι και Βανκούβερ, λίγο πριν από τους Γκρίζλις). Χρόνο με το χρόνο άρχισαν να μπαινοβγαίνουν ομάδες στο πρωτάθλημα, το οποίο έφτασε μάξιμουμ να διοργανωθεί με 11 κλαμπ (το 1991). Το 1990 έκαναν την εμφάνισή τους και οι Ρόκερς, μια ομάδα από το Μέμφις, με γενικό επικεφαλής τον Μπομπ Κούζι, θρυλικό 50s πλέι-μέικερ των Σέλτικς, ο οποίος κλήθηκε να δώσει λίγη από τη λάμψη του στο όλο εγχείρημα.

http://youtu.be/5QCP6mMMH2Q

Ήταν το σύντομο διάστημα της επιτυχίας για το WBL, που θέλησε τότε να δικαιώσει τον τίτλο του, καθώς οι ομάδες πραγματοποιούσαν τουρνέ ανά την Ευρώπη, δίνοντας αγώνες (με συλλόγους ή ομάδες επίλεκτων και σπάνια με αντιπροσωπευτικές ομάδες, παρόλο που συλλήβδην και για λόγους εντυπωσιασμού οι περισσότερες ονομάζονταν «εθνικές»), σε διάφορες χώρες, από Βορρά (Φινλανδία, Νορβηγία) προς Νότο (Ιταλία, Ελλάδα-καλοδεχούμενα τα όποια στοιχεία) σε Δύση (Βέλγιο, Ολλανδία) και Ανατολή (Σοβιετική Ένωση και κατόπιν Ρωσία, Εσθονία, Ουκρανία). «Κάνουμε έφοδο στη διεθνή αγορά και ελπίζουμε σύντομα να έχουμε φτιάξει ξεχωριστές κατηγορίες σε Ευρώπη και Νότια Αμερική», δήλωνε με εύλογο ενθουσιασμό ο κομισάριος του WBL, Στιβ Έρχαρντ στο ξεκίνημα αυτής της απόπειρας επέκτασης. Τα αποτελέσματα μάλιστα από τις περιοδείες μετρούσαν στη βαθμολογία της λίγκας, αλλά δεν είχε και τόση σημασία, αφού ήταν σχεδόν όλα νικηφόρα, έστω κι αν οι Ευρωπαίοι αντίπαλοι έπαιζαν δίχως περιορισμούς στα ύψη! Όταν μια ομάδα all-stars του WBL εμφανίστηκε τα Χριστούγεννα του 1989 στην Ιταλία δίνοντας φιλικούς αγώνες με ομάδες επίλεκτων, αλλιώς μπουλούκια, της χώρας, πέτυχε σκορ (του τύπου 142-117 ή 146-124) που φούσκωσαν ακόμα περισσότερο τα μυαλά των υπεύθυνων του πρωταθλήματος. Ακόμα πιο σαρωτικές ήταν οι νίκες επί Βέλγων, Ολλανδών και άλλων στα Χριστουγεννιάτικα τουρνουά της Οστάνδης και του Χάαρλεμ.

http://youtu.be/KVIn3Ju5G0w

Κάνοντας τον απολογισμό του από τις περιοδείες, ο Έρχαρντ δήλωνε καμαρωτός: «Όλοι αυτοί οι ψηλοί, αργοί τύποι δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τους δικούς μας γρήγορους πιστολέρο. Ακριβώς λόγω του περιορισμού που έχουμε θέσει στο ύψος, οι παίκτες μας πρέπει να μάθουν να παίζουν σε όλες τις θέσεις, γκαρντ, φόργουορντ και σέντερ το ίδιο καλά. Όταν επισκεφτήκαμε τη Σοβιετική Ένωση (…), δεν μπορείτε να φανταστείτε τι εκπληκτικά πράγματα έκανε ο Αλφρέντικ Χιουζ (1.95 μ) απέναντι σε γίγαντες από 2.10 και πάνω». Με άλλα λόγια, «το μπάσκετ του Μάικ Ντ’ Αντόνι προτού ο Ντ’ Αντόνι κοουτσάρει κάποια ομάδα», όπως το έθεσε ο πολύπειρος κόουτς του NCAA, Γκρεγκ Γουόλκαβιτς

Οι Σέρμαν Γουίλιαμς

Οι Σέρμαν Γουίλιαμς και Σκούτερ Μπάρι ποζάρουν για το διαφημιστικό πρόγραμμα ενός αγώνα της Ίρι Γουέιβ από την Πενσυλβάνια, της ομάδας με το χειρότερο ρεκόρ στη σύντομη ιστορία του WBL

 Ο Έρχαρντ μάλιστα δεν δίστασε να πετάξει το γάντι και προς τον Σιζέφκσι, που τότε (1990) έφτιαχνε την τελευταία αμιγώς κολεγιακή αντιπροσωπευτική ομάδα των Η.Π.Α., για να συμμετάσχει στους Αγώνες Καλής Θέλησης του Σιάτλ και το Μουντομπάσκετ της Αργεντινής: «Σας λέω ότι η ομάδα που προσπαθεί να φτιάξει τώρα ο Σιζέφσκι δεν θα είχε καμία τύχη απέναντι στους δικούς μας, ειδικά από τη στιγμή που έχουμε πια και τη διεθνή εμπειρία». Πήγε μάλιστα το πράγμα λίγο παραπέρα, ανακαλώντας και το φιάσκο στους Ολυμπιακούς της Σεούλ: «αποκλείεται εμείς να πηγαίναμε χειρότερα», υπονοώντας ίσως κάποιες βλέψεις για το μέλλον. Παράλληλα έβγαζε και λίγο γλώσσα προς το ΝΒΑ: «Δεν καταλαβαίνω γιατί να θεωρείται το WBL μικρότερη λίγκα (minor league) (…) Προτιμούμε να χαρακτηριζόμαστε παγκόσμιοι πρωταθλητές μεσαίων κι εκείνοι (το ΝΒΑ) βαρέων βαρών, δίχως άλλες διακρίσεις». Το WBL πλήρωνε βέβαια πολύ μικρότερους μισθούς, γύρω στα 15-20 χιλ. $ την –έστω part-time- σεζόν, λίγο καλύτερους από το CBA (Continental Basketball Association), την άλλη minor league της εποχής, για παίκτες (ανεξάρτητα από ύψος) που ξέμεναν εκτός ΝΒΑ και αναζητούσαν μια ευκαιρία να τρυπώσουν εκεί. Αυτός ήταν ουσιαστικά και ο στόχος των κοντών του WBL, αρκετοί από τους οποίους βρήκαν κάποια συμβόλαια και λίγοι έχτισαν αξιόλογες καριέρες στο «βαρέων βαρών» πρωτάθλημα, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση του Τζον Σταρκς, σπουδαίου γκαρντ των Νιού Γιορκ Νικς στη δεκαετία του ΄90.

Οι Άιβαρ Κούουσμα

Οι Άιβαρ Κούουσμα και Τζορτζ Τζάκσον τον Μάιο του 2006 στο Ταλίν, σε ιστορικό reunion της θρυλικής Κάλεβ, της τελευταίας πρωταθλήτριας της ΕΣΣΔ.

 Δεν ξέρω πόσοι πραγματικά έχουν εικόνα από τις εμφανίσεις ομάδων του WBL στην Ελλάδα, από προσωπική μνήμη πάντως θυμάμαι τις αναφορές στο πρωτάθλημα των κοντών όταν ο Παναθηναϊκός έφερε –ως ομογενείς (!)- τους Τίιτ Σοκ και Άιβαρ Κούουσμα, που είχαν βοηθήσει τη Γιάνγκσταουν Πράιντ να κερδίσει τα πρωταθλήματα του 1989 και του 1990. Το WBL έχει μια ιδιαίτερη σύνδεση με τα τελευταία χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης και τα πρώτα ανεξάρτητα της Εσθονίας, αφού πέρα από τους δύο κορυφαίους Εσθονούς παίκτες, έστειλε και τον Τζορτζ Τζάκσον από το Κάλγκαρι στο Ταλίν, τον πρώτο και μοναδικό Αφροαμερικανό που αγωνίστηκε στο (τελευταίο) σοβιετικό πρωτάθλημα. Συμπαίκτης με τους Σοκ και Κούουσμα στην Κάλεβ, ο Τζάκσον κατάφερε να σηκώσει την ύστατη σοβιετική κούπα, το 1991 (για πρώτη –και τελευταία- φορά στην ιστορία της Κάλεβ) αποκτώντας μυθικό στάτους στη μικρή χώρα της Βαλτικής, έστω κι αν παρέμεινε παντελώς άγνωστος έξω από αυτήν και έκλεισε την καριέρα του στα μέσα των 90s σε μια άσημη ομάδα του CBA από το Μίσιγκαν.  

http://youtu.be/9OR2xe-EL-s

Το 1992 το WBL είχε ανεβάσει τον υψομετρικό πήχη στα 2μ (6.7 πόδια) και ενθουσίαζε κυρίως τους Καναδούς, που έψαχναν για καιρό τη δημιουργία μιας επαγγελματικής λίγκας. Ουσιαστικά η αντιπροσώπευση ήταν 50-50%, με 5 από τις 10 ομάδες να προέρχονται από τις Η.Π.Α. και τις υπόλοιπες από τον Καναδά. Σ’ εκείνη την 5η σεζόν έκανε πρεμιέρα η καναδέζικη ομάδα Χάμιλτον Σκάιχοουκς, συγκεντρώνοντας στην πρεμιέρα της το κοινό-ρεκόρ των 14.000 θεατών, τη στιγμή που οι υπόλοιπες ομάδες συγκέντρωναν με αξιοπρέπεια αρκετά λιγότερους, γύρω στις 4 με 5 χιλιάδες κατά μέσο όρο.

http://youtu.be/_z8dBSuYTzk

 Παρά τον άνεμο αισιοδοξίας στη βόρεια πλευρά, στα νότια, κάπου προς το τέλος της κανονικής περιόδου του 1992, έσκασε το κανόνι: ο Μάικλ Μόνους, ιδρυτικό στέλεχος του WBL και της Γιάνγκσταουν Πράιντ και πρόεδρος του μεγάλου χορηγού, του πολύ επιτυχημένης τότε φαρμακευτικής αλυσίδας Phar-Mor από το Οχάιο, κατηγορήθηκε από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της ίδιας του της εταιρείας για υπεξαίρεση 20 εκ $ από τα ταμεία της. «Μαγείρευε τα βιβλία της Phar-Mor σαν σεφ, για τουλάχιστον τρία χρόνια» ανέφερε σε σχετικό άρθρο του ένα Newseek της εποχής, με τα χρήματα να πηγαίνουν ενμέρει για να μπαλώσουν τρύπες του WBL και ενμέρει σε ένα χλιδάτο λάιφ-στάιλ. Παράλληλα ο Μόνους μαγείρευε και τα οικονομικά του WBL, ορίζοντας ένα 60 % ως ποσοστό ιδιοκτησίας της λίγκας για κάθε μία από τις ομάδες, το οποίο αργότερα ανέβασε στο 80%, αφήνοντας μόνο το υπόλοιπο 20% στους τοπικούς παράγοντες. Η σύλληψή του σήμανε το τέλος τόσο της Phar-Mor, όσο και του WBL, οι ομάδες του οποίου άρχισαν να δηλώνουν διάλυση η μία μετά την άλλη, με πρώτες τις προερχόμενες από τις Η.Π.Α. Την 1η Αυγούστου του 1992, δηλώνοντας αδυναμία να καταβάλλει χρήματα στις ομάδες του, το WBL διακόπηκε, απότομα και οριστικά, προσθέτοντας την επωνυμία του στη μακρά λίστα –πλησιάζουν τις 100- με τις «νεκρές» αμερικάνικες μπασκετικές λίγκες.

The post H Dream Team των Κοντών appeared first on POPAGANDA.

Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός: Οι Ξεχασμένοι Ήρωες

$
0
0

popaganda_iroes_1

Λένε ότι τα ντέρμπι είναι για τους μεγάλους παίκτες, ή έστω ότι αναδεικνύουν τέτοιους. Έχουν υπάρξει πάντως κι αρκετές περιπτώσεις όπου το αποτέλεσμα κρίθηκε από κάποιους ελάσσονες, που άρπαξαν την ευκαιρία από τα μαλλιά. Ιδού μια λίστα 10 παικτών που η καριέρα τους σηματοδοτήθηκε από ένα και μοναδικό, ωστόσο καθοριστικό γκολ, σε ντέρμπι Παναθηναϊκού-Ολυμπιακού.

 

Γιάννης Ιωάννου (17.7.1955, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 1-2)

 

Ίσως αυτός που αδικείται περισσότερο από τον χαρακτηρισμό «ελάσσονας», καθώς υπήρξε βασικό μέλος της χρυσής φουρνιάς του Ολυμπιακού τη δεκαετία του ’50, ωστόσο το όνομα Ιωάννου σπάνια μνημονεύεται δίπλα στα Κοτρίδης, Μπέμπης, Δαρίβας, Ρωσσίδης κ.λπ, ίσως επειδή είναι πολύ συνηθισμένο. Ήταν η 10η και τελευταία αγωνιστική του λεγόμενου τότε Πανελληνίου Πρωταθλήματος, που συνήθως ολοκληρωνόταν με κόπους, βάσανα, θρίλερ και αυστριακούς διαιτητές μέσα στο κατακαλόκαιρο. Ο Παναθηναϊκός ήθελε μόνο νίκη, ο Ολυμπιακός βολευόταν και με την ισοπαλία που κρατούσε από το 36’, όταν ο Ασημακόπουλος ισοφάρισε το 0-1 του Υφαντή. Εγκεφαλικός χαφ για την εποχή, εξού και αποκαλούμενος «δάσκαλος», ο Ιωάννου σκόραρε στο 70′ χαρίζοντας, μέσα στο σπίτι του αιώνιου, νίκη και πρωτάθλημα στον Ολυμπιακό, το 2ο από τα 6 συνολικά τού «θρυλικού» σερί. Σχεδόν τρία χρόνια νωρίτερα (15-7-1952), σε ηλικία 21 ετών, είχε αγωνιστεί στο περίφημο παιχνίδι της Ελλάδας με τη Δανία στο Τάμπερε (που αν και προκριματικό έχει καταχωρηθεί επίσημα στα αποτελέσματα των Ολυμπιακών Αγώνων του Ελσίνκι), ίσως την πιο καλοδεχούμενη ήττα στην ιστορία της εθνικής (1-2, όπως όμως γράφτηκε το κοντέρ θα μπορούσε να είχε σταματήσει μέχρι και σε διψήφιο). Έπαιζε  ακόμα τότε στον Εθνικό Πειραιά.     

 

Μίμης Μπενάρδος (25.6.1961, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 1-0)

 

Ήταν ένας άλλος Μίμης που είχε ήδη αρχίσει να συνεπαίρνει τις καρδιές των πράσινων οπαδών, ωστόσο ο Μπενάρδος, που είχε έρθει στον Παναθηναϊκό την ίδια χρονιά με τον Δομάζο (1959), ήταν μάλιστα κατά 5 χρόνια μεγαλύτερος και σίγουρα πιο αναγνωρίσιμος αφού προερχόταν από τον Εθνικό, κατάφερε να πετύχει το πρώτο γκολ σε ντέρμπι στη Λεωφόρο, από τη στιγμή που το πρωτάθλημα ξεκίνησε να παίζεται σε επίπεδο Α’ Εθνικής. Στα πρώτα αυτά χρόνια, το αιώνιο ντέρμπι οριζόταν για την τελευταία αγωνιστική, αποκτώντας, κάπως με το στανιό είναι η αλήθεια, χαρακτήρα τελικού (εξού και το κομφούζιο από την περιγραφή στο videolink, όπου ο κλασικός σπίκερ των επικαίρων χρησιμοποιεί τον όρο «τελικός αγών πρωταθλήματος»). Το πρωτάθλημα αυτό πάντως ο Παναθηναϊκός το είχε ήδη εξασφαλισμένο, οπότε το συγκεκριμένο ματς είχε πανηγυρικό χαρακτήρα. Από την πρωτόλεια κινηματογράφηση της εποχής δεν βγαίνει άκρη, ωστόσο ο Πάνος Γεραμάνης έγραφε στα Νέα ότι το γκολ του Μπενάρδου μπήκε με διπλή προσπάθεια, πρώτα σουτ και μετά κεφαλιά, ύστερα από την αρχική απόκρουση του τερματοφύλακα Τσανακτσή. Συμπλήρωνε μάλιστα ότι οι πρωταθλητές γλέντησαν το ίδιο βράδυ με Χιώτη-Λίντα στη «Σπηλιά του Παρασκευά» στην Καστέλλα (!). Τη σεζόν εκείνη ο Μπενάρδος διακρίθηκε με συνολικά 17 γκολ, πανηγύρισε το 2ο από τα 3 σερί πρωταθλήματα με τον Παναθηναϊκό, όμως γρήγορα οι συμμετοχές του μειώθηκαν αισθητά (ελέω Δομάζου, Πανάκη, Παπαεμμανουήλ, Τουμπέλη κ.ά. που καπάρωναν τις θέσεις στην επίθεση)  και το 1963 αναχώρησε για τον Ολυμπιακό Χαλκίδας.   

 

http://youtu.be/Bj-qVVfpvek

 

 

 

Σάκης Κουβάς (10.10.1971, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 3-2)

 

Παίκτης-μύθος, όχι για τον Παναθηναϊκό, αλλά για τον Βύζαντα Μεγάρων, ο Κουβάς μεταγράφηκε στους πράσινους αμέσως μετά το Γουέμπλεϊ. Βέρος μεγαρίτης, υπήρξε ο αρχισκόρερ που οδήγησε τον Βύζαντα στις πιο ένδοξες μέρες του, καθώς για 4 χρόνια βρέθηκε στην Α’ Εθνική (1966-1970). Τον Ιανουάριο του ‘67 μάλιστα, είχε σκοράρει το μοναδικό γκολ σε μια ανέλπιστη και επεισοδιακή νίκη του Βύζαντα κόντρα στον Παναθηναϊκό, έχοντας ως περιστασιακό παρτενέρ τον Κώστα Νεστορίδη. Οι προσδοκίες από τη μετακόμιση στον τριφύλλι φάνηκαν να δικαιώνονται στο συναρπαστικό ντέρμπι της 4ης αγωνιστικής στη Λεωφόρο, όταν ο Κουβάς στο 78′ με κοντινή προβολή έστελνε τη μπάλα στα δίχτυα του άπειρου Καρυπίδη, γράφοντας το τελικό 3-2. Από το βίντεο του αγώνα είναι χαρακτηριστικό για το είδος της μπάλας που παιζόταν ακόμη τότε, ότι όλα τα γκολ μπήκαν από τη μικρή περιοχή (απουσία τεχνητού οφσάιντ, λίγες δυνάμεις για μακρινά σουτ), εκτός από το πέναλτι του Καραβίτη, στο οποίο είναι εντυπωσιακή η έξοδος του Οικονομόπουλου πριν από την εκτέλεση. Στη μετά-Γουέμπλεϊ σεζόν ο Παναθηναϊκός δεν είχε ευρωπαϊκές υποχρεώσεις, ελέω του κλέους της προηγούμενης, ωστόσο η απόσυρση του Άγιαξ χάρισε στην ομάδα ένα μεγάλο διεθνές ραντεβού, τη συμμετοχή στο Διηπειρωτικό Κύπελλο (Δεκέμβριος 1971) κόντρα στη Νασιονάλ του Μοντεβιδέο. Στην απώλεια του τροπαίου σταδιακά προστιθόταν το γεγονός ότι ο Αντωνιάδης σκόραρε ακατάπαυστα, ενώ ο Κουβάς έμενε άσφαιρος, με το κοντέρ να γράψει τελικά 39 γκολ για τον ένα και 8 για τον άλλο. Υπήρχε προφανώς θέμα χημείας, και παρά το ότι η ομάδα ξαναπήρε τα πρωτεία στην Ελλάδα, ο μεγαρίτης επιθετικός γύρισε άμεσα στο σπίτι του, τον Βύζαντα, όπου και έμεινε μέχρι το ποδοσφαιρικό του γήρας.

http://youtu.be/NrvUZycAgtA

 

 

Ρομέν Αργυρούδης (6.12.1972, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 0-1)

Το ελληνογαλλικό δίδυμο Αργυρούδης-Τριαντάφυλλος που ενθουσίασε τον κόσμο του Ολυμπιακού στα χρόνια από το 1971-1974 πιστώνεται στο δαιμόνιο του Ξενοφώντα Μέξη, ανταποκριτή της Εκίπ στην Αθήνα, ο οποίος φέρεται να πρότεινε τους συγκεκριμένους παίκτες στη φιλόδοξη διοίκηση Γουλανδρή. Η παραμονή του δαντελένιου Αργυρούδη ωστόσο αποδείχτηκε πιο σύντομη, καθώς θεωρήθηκε ότι «εμφορείτο από σοσιαλιστικάς ιδέας» και ψιθύριζε λογάκια εναντίον της χούντας στους Γάλλους, γεγονός που οδήγησε στην εύσχημη αποχώρησή του από τον σύλλογο έπειτα από μόλις δύο σεζόν. Πρόλαβε ωστόσο να πετύχει ένα από τα πιο εντυπωσιακά γκολ σε αιώνιο ντέρμπι στη Λεωφόρο, με εναέριο τακουνάκι έπειτα από σέντρα του Λοσάντα. Ο Αργυρούδης σκόραρε και στο ντέρμπι του β’ γύρου στο Καραϊσκάκη, όμως τα γκολ αυτά έχουν σβηστεί από τα επίσημα κιτάπια, αφού ο συγκεκριμένος αγώνας διακόπηκε στο 83′ σε βάρος του Παναθηναϊκού, που βρισκόταν με 3-2 πίσω στο σκορ, με το περίφημο κυνήγι του Κωνσταντίνου εναντίον του Συνετόπουλου. Ο Ολυμπιακός κυριάρχησε απόλυτα στη σεζόν κατακτώντας το νταμπλ, με τον Αργυρούδη να αναχωρεί για τη Λανς, με τα χρώματα της οποίας επέστρεψε, τον Σεπτέμβριο του 1974, για έναν φιλικό αγώνα κόντρα στην ΑΕΚ. Όπως δήλωνε τότε στο Φως, «είμαι πολύ ευχαριστημένος που έρχομαι ξανά στην Αθήνα, μια Αθήνα διαφορετική από εκείνη που είχα αφήσει, μια Αθήνα δημοκρατική».    

 

http://youtu.be/9Vox8JkrQlk

 

 

Κώστας Βαλλίδης (12.2.1978, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 1-0)

 

Ένας αποψιλωμένος, με πολλά οικονομικά προβλήματα Παναθηναϊκός, με τους Δομάζο και Αντωνιάδη τσακωμένους με τη διοίκηση και ουσιαστικά εκτός ομάδας, βρήκε απέναντί του έναν εξίσου προβληματικό Ολυμπιακό, που ζούσε δύσκολες μέρες ύστερα από την αποχώρηση του Μιχάλη Γουλανδρή. Αντίθετα ρόλο αφεντικών στο πρωτάθλημα είχαν αναλάβει η ΑΕΚ του Λουκά Μπάρλου και ο ΠΑΟΚ, έστω στο λυκόφως των καλύτερών του χρόνων. Η Λεωφόρος βέβαια ήταν και πάλι ξεχειλισμένη για το ντέρμπι της 21ης αγωνιστικής, το οποίο πήγαινε προς τα τελειώματά του με τον Ολυμπιακό να δείχνει να κυνηγάει περισσότερο το γκολ. Ωστόσο σε μια αντεπίθεση των πράσινων, ο Λιβαθηνός, σε μία από τις αρκετές φορές που βρέθηκε να παίζει με επίδεσμο-«τουρμπάνι» στο κεφάλι, βρήκε με μια ψηλοκρεμαστή μπαλιά τον εξτρέμ Γιαννακούλα στα αριστερά, εκείνος φάνηκε να κόβεται από τον Καραβίτη, που άθελά του όμως ακινητοποίησε τερματοφύλακα και σέντερ μπακ δίνοντας ουσιαστικά πάσα πάρα-βάλε στον δεξιό εξτρέμ Βαλλίδη, που βρέθηκε στο σωστό σημείο για το χαϊλάιτ της καριέρας του. Παίκτης κυρίως αναπληρωματικός, που πέτυχε δύο όλα κι όλα γκολ με το τριφύλλι, ωστόσο η νίκη στο συγκεκριμένο ντέρμπι είχε ιστορικό χαρακτήρα, μια και σηματοδότησε τη μοναδική φορά που ο ΠΑΟ νικούσε εντός έδρας τον μεγάλο του αντίπαλο για 2η χρονιά σερί. Προερχόμενος από το Μενίδι και τον Αχαρναϊκό, ο Βαλλίδης αγωνίστηκε σε δύο τελικούς Κυπέλλου Ελλάδας, μία με τον Παναθηναϊκό (1975) όταν κατέβασε αναπληρωματικούς στο Καραϊσκάκη κόντρα στον Ολυμπιακό (0-1) και μία με τον Πανιώνιο, στον ανέλπιστο θρίαμβό του απέναντι στην ΑΕΚ (3-1, το 1979).

 

 

http://youtu.be/_e2XuFyGgFo

 

 

Χρήστος Υφαντίδης (13.1.1980, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 2-0)

 

Το χρώμα, έστω και μη ρεαλιστικό, έκανε την πρώτη εμφάνισή του στα τηλεοπτικά στιγμιότυπα, συμπίπτοντας με το ξεκίνημα της επαγγελματικής λίγκας, ωστόσο τα βλέμματα στο συγκεκριμένο ντέρμπι ήταν στραμμένα στον παραδοσιακό στρατηγό των πράσινων, τον οποίο ο νεόκοπος τότε Γιώργος Βαρδινογιάννης έφερε πίσω για να κλείσει την καριέρα του στον Παναθηναϊκό. Και όντως, στα 38 του ο Μίμης Δομάζος έπαιζε στο τελευταίο του ντέρμπι σαν νεανίας δίνοντας την απαραίτητη ώθηση για ένα γρήγορο γκολ που πέτυχε στο 18ο λεπτό, με σκαστό σουτ μέσα από την περιοχή ο Χρήστος Υφαντίδης, ένας δεξιός εξτρέμ που μόλις είχε αποκτηθεί από τη Βέροια όντας ήδη διεθνής. Είχε μάλιστα πετύχει 3 γκολ σε μια τουρνέ της εθνικής στην Αυστραλία τον Ιούνιο του 1978, αποτέλεσμα κυρίως της απαράμιλλης πρακτικής του Αλκέτα Παναγούλια να καλεί και παίκτες από μικρότερες ομάδες. Με αφάνα τύπου Nick Galis σύμφυτη με την εποχή, ο Υφαντίδης είχε λίγο-πολύ τη μοίρα αποκτημάτων της πρώιμης αυτής βαρδινογιαννικής περιόδου (Ζιάκος, Τσιριγώτης, Μπανάσας, Όρε, Κίρισιτς κ.ά.), που δεν κατάφεραν να στεριώσουν, αφού τα αποτελέσματα στο γήπεδο ήταν κατώτερα από το αναμενόμενο. Χαρακτηριστικό είναι ότι μόλις δύο εβδομάδες πριν από τον θρίαμβο στο ντέρμπι, που ολοκληρώθηκε με μακρινό σουτ του Όσκαρ Αλβαρέζ στο 85′, ο Παναθηναϊκός είχε γνωρίσει τη βαρύτερη ήττα στην ιστορία του, στο Καυταντζόγλειο από τον Ηρακλή (0-6). Το 1980 ήταν και η χρονιά για το 1ο Euro της Εθνικής Ελλάδας και ο Υφαντίδης, παρόλο που βρισκόταν στην προεπιλογή, έχασε τελικά το ιστορικό ραντεβού της Ιταλίας. Από το 1982 επέστρεψε στη Βόρεια Ελλάδα, πρώτα στη Δόξα Δράμας κι ύστερα στη Νάουσα, όπου και σταμάτησε το ποδόσφαιρο το 1992, στα 39 του.

 

http://youtu.be/QrZB2l5LRwc

 

Γιώργος Βαΐτσης (16.3.1986, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 1-2)

 

Ο Παναθηναϊκός πέταγε και ο Ολυμπιακός παρέπαιε, όταν οι δυο τους βρέθηκαν αντίπαλοι στο ΟΑΚΑ για το ντέρμπι του β’ γύρου της σεζόν 1985-86, με μια διαφορά που με τα σημερινά δεδομένα μεταφραζόταν γύρω στους 15 βαθμούς. Οι ερυθρόλευκοι είχαν προβλήματα σε όλες τις γραμμές, ειδικά πάντως στην επίθεση πλην του Αναστόπουλου επικρατούσε το χάος, με τις λύσεις των Λεμονή ή Τόγια να μην αποφέρουν ούτε ένα γκολ. Μέσα στην απελπισία του ο κόουτς Αντώνης Γεωργιάδης ποντάρισε σ’ έναν 18χρονο από την Άρτα, τον Γιώργο Βαΐτση, ο οποίος με όπλο το χτιστό του κορμί και την άγνοια κινδύνου πέτυχε να γίνει ο νεότερος σκόρερ στην ιστορία των ντέρμπι. Ήταν το 33ο λεπτό όταν ο Αναστόπουλος άδειασε τους Μαυρίδη και Βαμβακούλα από τα αριστερά, και με μια κοντινή σέντρα βρήκε τον Βαΐτση, ο οποίος νίκησε κατά κράτος τον Καρούλια πιάνοντας μια ομολογουμένως δύσκολη κεφαλιά, που έστειλε τη μπάλα στην κλειστή γωνία του Σαργκάνη, γράφοντας το 0-1. Το τελικό 1-2 διαμορφώθηκε στο β’ ημίχρονο από τους Μητρόπουλο και Χαραλαμπίδη, πάντως ο κόσμος δικαιολογημένα ασχολιόταν πιο πολύ με τον Βαΐτση, που από το πουθενά ανέτειλε σαν ο σέντερ φορ του μέλλοντός μας. Ωστόσο, ο φτωχός του απολογισμός (17 συμμετοχές-1 γκολ) στο αμέσως επόμενο, θριαμβευτικό πρωτάθλημα για τον Ολυμπιακό (1986-87) έδειξε ότι το περίσσευμα του αρτινού σε πάθος και δύναμη δεν ισοφάριζε τις ελλείψεις του σε ταχύτητα και τεχνική, με αποτέλεσμα να μετακομίσει στην Παναχαϊκή. Η επιμονή του και οι καλές επιδόσεις εκεί τον έφεραν πάλι πίσω στον Πειραιά, για μια τριετία (1991-1994), εν μέσω πέτρινων χρόνων, όμως οι φίλοι του Ολυμπιακού τον αγαπούν ακόμα κυρίως χάρη στο γκολ που πέτυχε στο Λουί Ντε του Μονακό, που χάρισε την πρώτη πρόκριση στην ιστορία της ομάδας σε προημιτελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης (Κύπελλο Κυπελλούχων 1992-93).

 

 

http://youtu.be/7o1zYYtnohc

Κρις Καλαντζής (5.1.1994, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 1-2)

 

Τα ματς μεταδίδονταν πια ζωντανά στην τηλεόραση (Λεπτό προς Λεπτό), και το μάτι είχε αρχίσει να συνηθίζει τα ντέρμπι με μισογεμάτο ΟΑΚΑ (από τις 73.000 του ‘85 στις 35.000, εννιά χρόνια μετά). Ήταν το τελευταίο λαμπερό φεγγάρι της ΑΕΚ, με τους δύο αιώνιους να την ακολουθούν ασθμαίνοντες, όταν συναντήθηκαν παραμονή των Φώτων του ‘94, για την 1η αγωνιστική του β’ γύρου. Λίγο πριν το ημίχρονο, ο δανός φορ Κρίστενσεν έκανε μια σέντρα από τ’ αριστερά βρίσκοντας τον Κρις Καλαντζή, ο οποίος με εναέριο σουτ, βολ πλανέ κατά τη ρετρό ορολογία, πέτυχε ένα από τα θεαματικότερα γκολ στην ιστορία των ντέρμπι. Ο κόσμος είδε για πρώτη φορά κάποιον παίκτη που μετακόμισε από τον έναν αιώνιο στον άλλο να πανηγυρίζει, έξαλλα μάλιστα, γκολ σε βάρος της πρώην ομάδας του. Παίκτης προερχόμενος από το τελευταίο ρεύμα «ομογενών» που κατέφτασαν ομαδικά στη χώρα, ένα από τα λεγόμενα «καγκουρώ» (βλέπε και Τζίμης Πατίκας, Λούης Χριστοδούλου, Κυριάκος Τοχούρογλου, Τζόνι Αναστασιάδης), μέσος με γρήγορα πόδια και πολύ γερά πνευμόνια για τα ελληνικά δεδομένα της εποχής, ο Καλαντζής πέταξε το καλοκαίρι του ‘87 από το Σίδνεϊ για την Αθήνα με τα εισιτήρια πληρωμένα από τον Ολυμπιακό, όμως τελικά στο Ελληνικό τον υποδέχτηκε ο Γιάννης Καλογεράς, ο διασημότερος έλληνας ποδοσφαιρικός κατάσκοπος, που με την παραδοσιακή μέθοδο της «απαγωγής» τον πήγε για υπογραφές στη Μότορ Όιλ. Τι Ολυμπιακός τι Παναθηναϊκός, θα είπε προφανώς το παιδί (20 ετών τότε), μεγαλωμένο με μια τόσο διαφορετική κουλτούρα για το ποδόσφαιρο, γι’ αυτό και δεν το σκέφτηκε πολύ, 5 χρόνια αργότερα, και παρά την πετυχημένη παρουσία του στους πράσινους (είχε κάνει επιστήμη το γκολ με κεφαλιά-ψαράκι) να μετακομίσει τελικά στον Πειραιά, όπου έμεινε για άλλα 5 χρόνια, σταθερά πάντως στο ρόλο του 11ου ή 12ου παίκτη, πάντα δηλαδή απαραίτητος δίχως ποτέ να εξελιχθεί σε τοπ όνομα. Πρόσφατα, με το ρόλο πια του επικεφαλής της ακαδημίας του Ολυμπιακού στο Σίδνεϊ (παρέα με τον Τοχούρογλου) χαρακτήρισε το γκολ στο ντέρμπι του ‘94 ως το ωραιότερο της καριέρας του, που γνώρισε αρκετές δόξες και στην Αυστραλία. Στο ίδιο ματς το 0-2 για τους ερυθρόλευκους είχε γράψει ο «γερμανός» Μηνάς Χαντζίδης, άλλος ένας ομογενής δηλαδή, προτού μειώσει προς το τέλος ο Σαραβάκος, με ένα από τα κλασικά του φάουλ.

http://youtu.be/gRMH4f1XrcI

 

Πέρσι Ολιβάρες (21.11.1999, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 2-0 )

 

Είχαν περάσει ήδη τρία χρόνια με σερί κόκκινα πρωταθλήματα και στον Παναθηναϊκό δεν ένιωθαν καλά – πού να ‘ξεραν όσα θα ακολουθούσαν. Ο αθλητικός τύπος της εποχής έσπευσε να χαρακτηρίσει τη σεζόν 1999-2000 ως χρονιά της «λευκής πετσέτας» για την ομάδα, εκτίμηση που διαψεύστηκε από τα πράγματα, καθώς ο ταπεινός Παναθηναϊκός «του Κυράστα» έχει καταχωρηθεί στις πράσινες μνήμες ως η καλύτερη ομάδα στα χρόνια της παρατεταμένης στέρησης πρωταθλημάτων. Στο τελευταίο αιώνιο ντέρμπι του 20ου αιώνα οι πράσινοι κυριάρχησαν από την αρχή και νίκησαν τον Ολυμπιακό ύστερα από 7 σερί αγώνες σε πρωτάθλημα και κύπελλο, όπου μετρούσαν 6 ήττες και μόλις μία ισοπαλία. Κεντρική φιγούρα του ματς ο Πέρσι Ολιβάρες, ο περουβιανός αριστερός μπακ που είχε μεταγραφεί εκείνη τη χρονιά ύστερα από δύο καλά χρόνια στον ΠΑΟΚ. Ο Ολιβάρες άνοιξε το σκορ στο 58′ με άπιαστη σκαστή κεφαλιά ύστερα από κόρνερ του Φλίπσεν, ένω έξι λεπτά αργότερα σέρβιρε την ασίστ στον Βαζέχα, που σκόραρε επίσης με κεφαλιά. Ξεχωριστός μέσα στο γήπεδο κυρίως χάρη στον μόνιμο, μυστηριώδη επίδεσμο στο αριστερό του χέρι, που ο μύθος λέει ότι δεν οφειλόταν σε κάποιον τραυματισμό, ο Ολιβάρες θα πρόσφερε καλό υλικό για ντοκιμαντέρ αν υπήρχε τρόπος να κινηματογραφηθεί η συνύπαρξή του με τον Άγγελο Αναστασιάδη, τόσο στον ΠΑΟΚ όσο και τον Παναθηναϊκό (2000-2001). «Το καταλαβαίνω το παιδί αυτό, το μυαλό του λειτουργεί διαφορετικά από το κανονικό, όπως και το δικό μου», συνήθιζε να λέει ο Άγγελος, που του έδειχνε ιδιαίτερη συμπάθεια, ακόμα και σε στιγμές που τον τρέλαινε, όπως τη μέρα που εμφανίστηκε στην προπόνηση με ράστα ποστίς. Ο Ολιβάρες τρέλανε ομαδικά τους Παναθηναϊκούς και στο α’ ματς της επώδυνης διπλής κόντρας με τον Ολυμπιακό το 2001 για το κύπελλο, όταν χωρίς προφανή λόγο άρπαξε τη μπάλα με τα χέρια ύστερα από ακίνδυνη σέντρα του Τζόρτζεβιτς, χαρίζοντας ένα πέναλτι –και το προβάδισμα- στον αιώνιο αντίπαλο. «Με τύφλωσε ο ήλιος», δικαιολογήθηκε στις κάμερες εννοώντας τους προβολείς, και το κακό τελείωμα εκείνης της σεζόν τον οδήγησε να συνεχίσει την περιπλάνησή του, καθώς έπαιξε ποδόσφαιρο σε 9 συνολικά χώρες. Τα τελευταία χρόνια έχει επιστρέψει στο Περού, όπου απολαμβάνει στάτους τηλεπερσόνας.

http://youtu.be/jfjBPkFXsDI

 

 

Ματ Ντάρμπισιρ (21.3.2010, Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός 0-1)

 

Μια και οι μνήμες από το ντέρμπι αυτό είναι ακόμα σχετικά νωπές, ρίχνω τις μάσκες και αλλάζω το ύφος προς το πιο προσωπικό, με αφορμή την εμπειρία της συγκεκριμένης μέρας: φίλος, άρρωστος βάζελος, έχει παντρευτεί και μετακομίσει από τριάρι στο Ελληνικό σε μεζονέτα στο Πόρτο Ράφτη. Ψιλοχαμένος από την παρέα, βρίσκει αφορμή να καλέσει τρεις ομόδοξους, συν γυναιξί, στο καινούργιο σπίτι, αρχικά για κοψίδια στον κήπο, ενώ για τη συνέχεια έχει προγραμματίσει μετάβαση σε τοπική παραλιακή καφετέρια για τηλεθέαση του ντέρμπι. Το κλίμα είναι πανηγυρικό, αφού υπάρχει η αύρα της πολυαναμενόμενης επιστροφής της Πανάθας στους τίτλους, που απομένει να επισφραγιστεί και τυπικά το βράδυ. Οι ομόδοξοι θυμούνται χασκογελώντας ότι ο ίδιος φίλος είχε προβεί σε παρόμοια κίνηση και το 2003, κερνώντας την παρέα μια κούτα μπύρες «Θύρα 13» σε μάζωξη που οργανώθηκε ειδικά για το ντέρμπι της Ριζούπολης. «Λες πάλι να… μπάααα… φέτος αποκλείεται», κάνουν μεταξύ τους με νόημα. Τα κοψίδια παίρνουν γεύση από το μπλε οινόπνευμα της ψησταριάς, το κρασί είναι αφύσικα κόκκινο, τα στομάχια φλέγονται, ο ήλιος ζαβλακώνει. Το απόγευμα στο ισόγειο της καφετέριας κανείς δεν φαίνεται να ασχολείται με το ματς. Η τιβί είναι στο αδειανό πατάρι, που η παρέα το καβατζώνει παραγγέλνοντας ομαδικά τζιν τόνικ. Με τη σέντρα έρχονται πίσω μας και κάθονται άλλοι τρεις, δύο συνομήλικοι κι ένας 50άρης, διακριτικοί γάβροι. Πολιτισμός. Ο Σαλπιγγίδης κι ο Ζιλμπέρτο βρίσκουν τα δοκάρια, ο Βύντρα πιάνει αέρα, ο Καραγκούνης πέφτει πάνω στο Νικοπολίδη. Οι γλωσσίτσες αρχίζουν σιγά-σιγά να λύνονται: «ένα φύσημα θέλουνε ρε πούστη μου, αφού τους έχετε γαμήσει, βάλτε το, με τον Ντάτολο παίζετε…». Στο β’ ημίχρονο το σκηνικό αλλάζει: στο γκολ του Ντάρμπισιρ οι γάβροι πίσω μας ξεσπάνε, με σφιγμένα δόντια: «γκολ ρε πούστη, έτσι ρε, γαμήστε τους!». Την ώρα του ριπλέι ο δικός μας τούς υψώνει τέσσερα δάχτυλα, υπονοώντας την υπέρ μας βαθμολογική διαφορά. «Έλα τελείωνε ρε φίλε, κατέβασε το χέρι σου!», του κάνουν αναψοκοκκινισμένοι, και στο υπόλοιπο σχεδόν μισάωρο μέχρι να λήξει το ματς, δοκάρι ο Σισέ, δοκάρι και ο Μήτρογλου, τα μπινελίκια δίνουν και παίρνουν χωρίς ντροπές. Με το που το σφυράει οι γάβροι σηκώνονται να φύγουν και ο δικός μας γυρνάει απλώνοντας το χέρι προς τον 50άρη, τάχατες για συγχαρητήρια. «Ρε άντε φύγε από δω ρε», του κάνει εκείνος. «Συγχαρητήρια σου δίνω», του απαντάει, έχοντας προφανώς έτοιμη την επόμενη, εμπρηστική ατάκα. «Έτσι είναι, εγώ θα σε γαμάω κι εσύ θα έρχεσαι να μου δίνεις συγχαρητήρια», τον φουντώνει ο 50άρης την ώρα που κατεβαίνει τη σκάλα και ο φίλος μας του ορμάει να την κουτρουβαλήσουν μαζί μέχρι το ισόγειο, όπου οι θαμώνες πίνουν απερίσπαστοι το ποτάκι τους. Οι εκατέρωθεν ψύχραιμοι και τα γυναικόπαιδα αποτρέπουν τη συνέχιση της έντασης, οι γάβροι φεύγουν πρώτοι και θριαμβευτές από την καφετέρια και ο μαγαζάτορας πιάνει τον δικό μας και του λέει: «δεν θέλω να σας ξαναδώ στα μάτια μου, ούτε εσένα, ούτε εκείνον». Μας πήρε κάμποση ώρα για να τον ηρεμήσουμε, αφού για κάνα μισάωρο έψαχνε να πετύχει τον 50άρη στα σκοτεινά δρομάκια του Πόρτο Ράφτη.

 

http://youtu.be/5o67x1YxyKU

 

 

The post Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός: Οι Ξεχασμένοι Ήρωες appeared first on POPAGANDA.

Αυτή είναι η Χειρότερη Ομάδα της Χρονιάς

$
0
0
Νέα και Ατυχής - 33 από τους 42 συνολικά παίκτες που αποτέλεσαν την Νταϊνάβα στο απαίσιον 2014

Νέα και Ατυχής – 33 από τους 42 συνολικά παίκτες που αποτέλεσαν την Νταϊνάβα στο απαίσιον 2014

 Τον περασμένο Μάρτιο είχε περιγραφεί σαν ένα «συναρπαστικό πρότζεκτ»,  που θα έπαιζε σ’ ένα «γήπεδο ονείρων». Ήταν όταν ξεκινούσε η σεζόν στην Α Lyga της Λιθουανίας, για την Νταϊνάβα από την 60.000 κατοίκων πόλη του Άλιτους, στο νότο της βαλτικής χώρας. Μόλις είχε ολοκληρωθεί η εξαγορά της ομάδας από τον παλιό ιταλό χαφ, Τζιουζέπε Γκρέκο, που έκανε μια σεβαστή καριέρα στo σκληρό κάλτσιο των 80s, κυρίως με τα ασπρόμαυρα της Άσκολι.

Ο Τζιουζέπε Γκρέκο - χαρτάκι της Panini 81-82 με τα χρώματα της Άσκολι, πολύ προτού διανοηθεί ότι θα ανακατευτεί με τα διοικητικά στο λιθουανικό ποδόσφαιρο.

Ο Τζιουζέπε Γκρέκο – χαρτάκι της Panini 81-82 με τα χρώματα της Άσκολι, πολύ προτού διανοηθεί ότι θα ανακατευτεί με τα διοικητικά στο λιθουανικό ποδόσφαιρο.

Ο Γκρέκο εμφανίστηκε ως βασικός επενδυτής παρέα με τον γάλλο μάνατζερ Μαρκ Φουρμό, ο οποίος είχε ξανακουστεί το Δεκέμβριο του 2011, όταν και εμφανίστηκε μιλώντας σε ιταλική ιστοσελίδα ως εκπρόσωπος του Εντέν Αζάρ τον καιρό που φημολογούταν η φυγή του από τη Λιλ. Λίγες μέρες αργότερα ο Φουρμό αναγκάστηκε δημόσια να δηλώσει ότι όσα διάδωσε σχετικά με πιθανή μεταγραφή του Αζάρ στη Μάνστεστερ Σίτι ήταν προσωπικές του απόψεις, «ως αναλυτή του διεθνούς ποδοσφαίρου και όχι ως μάνατζερ του παίκτη».  Το δίδυμο των Γκρέκο και Φουρμό δεσμεύτηκαν ότι χάρη στις άκρες τους σε Ιταλία, Γαλλία και Αργεντινή, σε συνδυασμό φυσικά με το ρευστό που θα έριχναν, θα έφερναν στην ομάδα σούπερ υλικό, ικανό να τη φτάσει μέχρι την πρώτη 5άδα του μεγάλου πρωταθλήματος της χώρας, σε ασυνήθιστα δηλαδή ύψη, αν σκεφτεί κανείς όταν την αμέσως προηγούμενη χρονιά είχε γλιτώσει στο τσακ τον υποβιβασμό. Ακόμα πιο ψαρωτικό ήταν το όνομα του κόουτς που προσέλαβαν, αυτό του Σεργκέι Αλεΐνικοφ, παλιάς χαφάρας από τη Λευκορωσία, βασικού μέλους της υπερηχητικής ΕΣΣΔ του Λομπανόφκσι και με σημαντική συνεισφορά στη Γιουβέντους που πήρε το Ουέφα το 1990 κόντρα στη Φιορεντίνα. Δεν παρέλειψαν βέβαια να τονίσουν ότι κύριος στόχος θα ήταν η ανάδειξη του πλούσιου ντόπιου ταλέντου, γι’ αυτό και στον κορμό της ομάδας θα περιλαμβάνονταν κάμποσοι νεαροί Λιθουανοί. Το τιμ εμφανίστηκε σύσσωμο και φιλόδοξο στο πανηγυρικό διοικητικό συμβούλιο στις αρχές Μαρτίου.

http://youtu.be/PXhCvnTXdUI

Γρήγορα πάντως τα ερωτηματικά άρχισαν να πληθαίνουν, ειδικά από τη στιγμή που η σέντρα του πρωταθλήματος βρήκε την Νταϊνάβα χωρίς να έχει εμφανιστεί ούτε σε ένα φιλικό παιχνίδι. «Ένα καλά κρυμμένο μυστικό», περιγραφόταν από τα τοπικά δημοσιεύματα-αφιερώματα στην έναρξη της σεζόν 2014, κι ενώ τα funds δεν είχαν απελευθερωθεί ακόμα, με αποτέλεσμα η ομάδα να παραταχτεί στην πρεμιέρα όχι μόνο με κορμό τους νέους εγχώριους 18άρηδες, αλλά συνολικά μόνο με τέτοιους. Ήταν στην πόλη Κλαϊπέντα, απέναντι στην Άτλαντας, δευτεραθλήτρια του 2013, δυνατό όνομα δηλαδή στην έτσι κι αλλιώς ταπεινού επιπέδου Α’ Εθνική της χώρας. Η εικόνα του ματς ήταν στο στιλ «6-0 αντί 12-0».

http://youtu.be/K7cAzRbJVMo

Πέρα από την εξάρα, η εικόνα της ομάδας να φοράει πορτοκαλί προπονητικές σαλιάρες που έκρυβαν τα νούμερα των παικτών για να ξεχωρίζουν από τους ομόχρωμους αντίπαλούς τους, έφερε ακόμα περισσότερα σύννεφα στο συναρπαστικό πρότζεκτ. Η συνέχεια ήταν καταιγίδα: στα εφτά ματς που ακολούθησαν, η ακτίνα του σκορ κυμάνθηκε από τα 3 μέχρι τα 8, πάντα αναπάντητα γκολ στα δίχτυα της Νταϊνάβα. Έτσι κύλισαν οι 2 πρώτοι μήνες, με 0 βαθμούς και 0-42 γκολ, γεγονός που άρχισε να σχολιάζεται και από στοιχηματική άποψη, πως η ομάδα αυτή δηλαδή ήταν η χαρά του over και του goal/no goal, σε μια λίγκα που έτσι κι αλλιώς έχει θεωρηθεί εδώ και καιρό –και έως κάποιο βαθμό- χειραγωγούμενη από ασιατικές εταιρείες του είδους. Την 8η αγωνιστική, στον εκτός έδρας αγώνα με τη Σουντούβα (0-5)  ο 19άρης χαφ Νέντας Τσεπλίνσκας σκόραρε δύο αυτογκόλ στα δίχτυα της Νταϊνάβα και δύο εβδομάδες αργότερα, στο ξεκίνημα του β’ γύρου απέναντι στην Άτλαντας (0-7) πρόσθεσε ένα τρίτο, πλασάροντας από κοντά στην κενή εστία, γεγονός που του έδωσε πινελιές διεθνούς δημοσιότητας στο στιλ «ο χειρότερος συμπαίκτης στον κόσμο».

http://youtu.be/qyv2j6mesTY

Αν το Άλιτους είχε ακουστεί ποτέ, αυτό ήταν μάλλον το 2011, όταν διοργάνωσε έναν όμιλο του λιθουανικού Ευρωμπάσκετ –από εκεί έφυγε η Εθνική του Ζούρου με 4-1 ρεκόρ. Γνωστό το σέβας που απολαμβάνει το μπάσκετ της χώρας, όμως το ποδόσφαιρο προσπερνιέται αδιάφορα, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις σαν κι αυτή της  Νταϊνάβα: η διαφορά γκολ τη 13η αγωνιστική χτύπησε τιλτ, 1-73, και τότε ο Γκρέκο αποφάσισε να αλλάξει προπονητή, φέρνοντας στη θέση του Αλεΐνικοφ, που μπορούσε να καμώνεται μόνο γι’ αυτό το ένα γκολ υπέρ, τον Μάρκο Ρατζίνι, κόουτς από το Σαν Μαρίνο, του πιο χαρακτηριστικού σάκκου του μποξ, όταν μιλάμε για ποδόσφαιρο. Ω του θαύματος όμως, στην πρεμιέρα του Ρατζίνι στον πάγκο, μια αλλιώτικη Νταϊνάβα πέτυχε αναπάντεχη νίκη, έστω κόντρα στην προτελευταία ομάδα της κατηγορίας, Μπάνγκα (2-0), γεγονός που ήταν λογικό να πανηγυριστεί με το πατροπαράδοτο κουβάρι.

http://youtu.be/tWvOLgD5OQU

Το ερώτημα ίδιο παντού στον κόσμο, αν δηλαδή ο Ρατζίνι είναι μάγος: «το Μόντε Κάρλο έχει ένα περίφημο φεστιβάλ τσίρκου, όμως εγώ είμαι από το Σαν Μαρίνο», πρωτοτύπησε ο περιχαρής κόουτς, συμπληρώνοντας ότι απλά έκανε κάποιες μικροαλλαγές σε θέσεις και τακτική σε άμυνα και επίθεση, και μίλησε στους παίκτες καλώντας τους να πιστέψουν στις δυνατότητές τους μένοντας συγκεντρωμένοι μέχρι το τέλος. «Φυσικά χρειαστήκαμε και πολλή-πολλή τύχη», συμπλήρωσε, θέτοντας ως τρελό στόχο τη σωτηρία της ομάδας «με τις απαραίτητες προσθήκες παικτών ως το ξεκίνημα του γ’ γύρου τον Ιούλιο, έχω μιλήσει σχετικά με τον πρόεδρο» (στην A Lyga της Λιθουανίας συμμετέχουν 10 ομάδες και παίζουν μεταξύ τους σε 4 γύρους, 36 ματς, σαν το παλιό σκοτσέζικο σύστημα δηλαδή).

Περιχαρής ο κόουτς Μάρκο Ρατζίνι στην 1η νίκη της ομάδας που συνέπεσε με την πρεμιέρα του στον πάγκο- ένα θαύμα, σαν μια νίκη του Σαν Μαρίνο!.

Περιχαρής ο κόουτς Μάρκο Ρατζίνι στην 1η νίκη της ομάδας που συνέπεσε με την πρεμιέρα του στον πάγκο- ένα θαύμα, σαν μια νίκη του Σαν Μαρίνο!

Και πραγματικά, παρόλο που ύστερα από τον θρίαμβο η Νταϊνάβα γύρισε στα ίδια –και χειρότερα, αφού στα παιχνίδια που αμέσως ακολούθησαν έφαγε 8, 9, μέχρι και 12 γκολ (ρεκόρ, από την ανελέητη Άτλαντας),  η διοίκηση έκανε το καθήκον της στις θερινές μεταγραφές, φέρνοντας ένα μπουλούκι από 17 παίκτες με προέλευση κυρίως από Ιταλία, αλλά και Γαλλία, Κροατία και Αφρική (Σενεγάλη και Νιγηρία). Εννοείται βέβαια ότι μιλώντας για Ιταλία, οι παίκτες που ήρθαν στην ομάδα είχαν προϋπηρεσία που έφτανε το πολύ μέχρι τη Δ’ κατηγορία. Π.χ. ο πιο έμπειρος που ήρθε να στελεχώσει, ο 27χρονος δεξιός μπακ Φάμπιο Ποσάνιο, έφυγε από την ομάδα Πορτοσουμάγκα του Βένετο όταν αυτή αγωνιζόταν στη Λέγκα Προ Σεκόντα, δηλαδή τη Δ’ ιταλική κατηγορία, ενώ στις αρχές του 2014 βρέθηκε στη Β’ Λετονίας (Λιεπάγια 1625), λίγους μήνες δηλαδή προτού κατηφορίσει στο Άλιτους. Μπορείτε να πάρετε μια γεύση από την ασυνήθιστη καριέρα του στο προσωπικό του youtube:

http://youtu.be/WQilsRC8pig

Έτσι κι αλλιώς η ανανέωση του υλικού έδωσε περιθώριο στον Ρατζίνι να εκδηλώσει την αισιοδοξία του, σε στιλ «πάμε φέτος να σωθούμε και του χρόνου χτυπάμε Ευρώπη». Τα αποτελέσματα όμως δεν τον δικαίωσαν, οι ήττες συνεχίστηκαν με παρόμοιους ρυθμούς, με χαμηλότερα τουλάχιστον σκορ. «Κάναμε 11 ματς σερί χωρίς να δεχτούμε πάνω από 4 γκολ», δήλωνε προς τα τελειώματα της σεζόν ο κόουτς. Ευτυχώς δηλαδή που δεν πνίγηκε και κανείς, σαν να λέμε… Ακόμα και στο Κύπελλο, όπου οι εύκολες κληρώσεις γέννησαν κάποιες προσδοκίες, ήρθε ο αποκλεισμός από τα ημιτελικά ύστερα μάλιστα από εκτός έδρας νίκη 2-0 στον α’ αγώνα, από την ομάδα Σίλας, της Β’ κατηγορίας, που έβαλε ένα παραπάνω στη ρεβάνς (0-3).

Κάπου στις αρχές του Νοέμβρη, όταν πια δεν είχε απομείνει κανένα αγωνιστικό κίνητρο σ’ αυτό το θαμπό δημιούργημα, άρχισαν να βγαίνουν προς τα έξω φήμες για σοβαρά προβλήματα επιβίωσης των παικτών, ειδικότερα αυτού του τάγματος των φτωχών λεγεωνάριων που αργούσαν πολύ να δουν Λίτας (τοπικό νόμισμα μέχρι τις 31 Δεκ., όταν και παραδίδει στο Ευρώ) στο λογαριασμό ή στο χέρι τους. «Μας συμπεριφέρονται σαν σκλάβους. Πολλοί από μας, ειδικά οι ξένοι, παίζουν με άδειο στομάχι. Είδα έναν απ’ αυτούς να λιποθυμάει στο δρόμο μετά από έναν αγώνα», περιέγραφε ανώνυμα τη δραματική κατάσταση ένας ντόπιος παίκτης, σε ιστοσελίδα της πόλης. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι επειδή η διοίκηση πλήρωσε μόνο τον  1ο μήνα στο συγκρότημα κατοικιών που νοίκιασε για τους παίκτες, εκείνοι έπρεπε να φύγουν και μετακόμισαν σε ένα ξενοδοχείο κι έπειτα διώχτηκαν κι από εκεί και φιλοξενούνταν στα σπίτια ντόπιων συμπαικτών τους.

Συνηθισμένος-πίνακας-του-σκορ-στη-φετινή-σεζόν-της-Νταϊνάβα-εδώ-μετά-το-ματς-με-την-Κρουόγια-τον-περασμένο-Μάιο

Συνηθισμένος-πίνακας-του-σκορ-στη-φετινή-σεζόν-της-Νταϊνάβα-εδώ-μετά-το-ματς-με-την-Κρουόγια-τον-περασμένο-Μάιο.

Η πιέση από τις φήμες και τα δημοσιεύματα που έπιαναν όλη αυτή τη γκάμα των ατασθαλιών, από τα στοιχήματα μέχρι την κακομεταχείριση των παικτών, έκανε τον Γκρέκο, που για καιρό έλειπε στην Ιταλία, να εμφανιστεί με γραπτή δήλωση στην οποία τόνισε ότι ουσιαστικά παρέλαβε καμένη γη, μια απασφαλισμένη χειροβομβίδα με ένα μεγάλο χρέος από τους προηγούμενους το οποίο μπλόκαρε τις μεταγραφές στην αρχή της σεζόν. Επειδή όμως η διοίκησή του ρύθμισε τις οφειλές, έστω και παντελώς αβοήθητη από τον δήμο και την τοπική κοινωνία, όπως δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει, τα πράγματα μπήκαν σε μια σειρά από το καλοκαίρι και μετά, οπότε και η «ομάδα εμφανίστηκε ανταγωνιστική, ακόμα και απέναντι στους ισχυρούς της λίγκας». Με άλλα λόγια, φέραμε το πλοίο πάλι σε ήρεμα νερά, γι’ αυτό λοιπόν «σταματήστε να ρίχνετε λάσπη στη θρυλική Νταϊνάβα!», υπερθεμάτισε προτού προειδοποιήσει για νομικές συνέπειες σε περίπτωση που οποιοσδήποτε συνεχίσει τις  κατηγορίες. Η σεζόν τέλειωσε το περασμένο Σάββατο (29/11) μέσα στη βαρυχειμωνιά των -8ο C, με την 31η ήττα σε 36 αγώνες της Νταϊνάβα, στην έδρα στην Τρακάι, ένα φτωχό 0-1 που έκλεισε τον λογαριασμό στα 143 γκολ κατά, έναντι 12 υπέρ, πιθανότατα η χειρότερη επίδοση για ευρωπαϊκή ομάδα Α’ κατηγορίας στα φετινά πρωταθλήματα.      

Δρόμος-του-Άλιτους-τα-Χριστούγεννα

Δρόμος-του-Άλιτους-τα-Χριστούγεννα.

The post Αυτή είναι η Χειρότερη Ομάδα της Χρονιάς appeared first on POPAGANDA.

Μιλώντας για μπάλα, έτσι, χωρίς πρόγραμμα

$
0
0

Στο τέλος του το 2014 επιφύλαξε δύο απώλειες για τον χώρο του ποδοσφαίρου, που πέρασαν στα ψιλά. Από διαφορετική σκοπιά πάντως, οι δυο τους προστέθηκαν σαν σημαντικοί κρίκοι σε αλυσίδες, η μία από τις οποίες έχει πιο πολύ να κάνει με τη μεταφυσική και συνεχίζει να εξελίσσεται, ενώ η άλλη έχει κλείσει τον κύκλο της, μάλλον λογικά. 

Τελευταίος κάτω δεξιά, ο Γιώργος Τσιμπίνης, πλάι στον Γιάννη Βαλαώρα και κάτω από τον Βασίλη Καραπιάλη, τους δύο μεγαλύτερους ίσως παίκτες στην ιστορία της ΑΕΛ, σε αγώνα στο ΟΑΚΑ το 1990.

Τελευταίος κάτω δεξιά, ο Γιώργος Τσιμπίνης, πλάι στον Γιάννη Βαλαώρα και κάτω από τον Βασίλη Καραπιάλη, τους δύο μεγαλύτερους ίσως παίκτες στην ιστορία της ΑΕΛ, σε αγώνα στο ΟΑΚΑ το 1990.

Ο Γιώργος Τσιμπίνης έγινε ο 9ος ποδοσφαιριστής με καριέρα στην ΑΕΛ που έφυγε σε μικρή ηλικία από τη ζωή. Στα 47 του η καρδιά σταμάτησε να χτυπάει ξαφνικά, καθιστώντας τον το γηραιότερο στέλεχος του κλαμπ του παραδείσου, όπως το τραγουδούν οι φίλοι της ομάδας, προσπαθώντας να εξοικειωθούν μ’ αυτή τη μακάβρια και δυσεξήγητη ακολουθία. Κι αν οι κακοί δρόμοι γύρω και πέρα από τον Κάμπο έδωσαν μια ερμηνεία για τις απώλειες των Δημήτρη Κουκουλίτσιου-Δημήτρη Μουσιάρη (19 και 20 ετών, το 1979), Ανδρέα  Ζέρμα (25 ετών, το 1996), Γιώργου Μητσιμπόνα (35 , 1997) και Λευτέρη Μίλος (31, 1997), η μοίρα χτύπησε και τις καρδιές των Θόδωρου Πασσιά (18, 1965), Αντόνιο Ντε Νίγκρις (31, 2009), ενώ το 2010 ο Παναγιώτης Μπαχράμης έφυγε μέσα από τη θάλασσα, θύμα ενός ταχύπλοου (34, 2010).

Οι δυο Δημήτρηδες, Κουκουλίτσιος και Μουσιάρης, μέλη του Κλαμπ του Παραδείσου της ΑΕΛ.Έχασαν τη ζωή τους το 1979 οδηγώντας από τη Λάρισα στην Αθήνα. Θα ταξίδευαν με την Εθνική Ελπίδων στην Οδησσό.

Οι δυο Δημήτρηδες, Κουκουλίτσιος και Μουσιάρης, μέλη του Κλαμπ του Παραδείσου της ΑΕΛ.Έχασαν τη ζωή τους το 1979 οδηγώντας από τη Λάρισα στην Αθήνα. Θα ταξίδευαν με την Εθνική Ελπίδων στην Οδησσό.

Αν εξαιρέσει κανείς τραγωδίες όπου μαζικά χάθηκαν ολόκληρες ομάδες, όπως  η Τορίνο (1949), η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (1958) και η Αλιάνζα Λίμα (1987), παρόμοια κατάρα σαν της Λάρισας φαίνεται να έχει συμβεί μόνο στους Ορλάντο Πάιρατς, μία από τις τοπ ομάδες της Νότιας Αφρικής, που έχουν χάσει 7 παίκτες τα τελευταία 15 χρόνια, όλους σε νεαρή ηλικία, όλους σε διαφορετικές περιστάσεις (κυρίως σε δυστυχήματα με αυτοκίνητο, επίσης). 

Ο Τσιμπίνης αγωνίστηκε στη Λάρισα από το 1989 έως το 1996. Συνήθως φορούσε το 8 ή το 11, παίζοντας σε ρόλους μεσοεπιθετικού. Ουσιαστικά συνδέθηκε με τα δύσκολα χρόνια μετά το ιστορικό πρωτάθλημα του 1988 και μέχρι τον υποβιβασμό του 1996. Η καλύτερή του σεζόν στην ΑΕΛ ήταν μάλλον η πρώτη (1989-90), όταν στα 22 του έβγαλε μια φουλ σεζόν δίπλα σε θρύλους της ομάδας, όπως οι Βαλαώρας, Βουτυρίτσας, (Γιάννης) Γκαλίτσιος, Καραπιάλης, Κολομητρούσης, Αγορογιάννης, Μιχαήλ κ.ά.  Συνολικά στη Λάρισα έπαιξε 133 φορές και έβαλε 6 γκολ. Δεν ήταν καμπίσιος, όπως πολλοί ίσως νόμιζαν λόγω εποχής, αλλά από τα Γιαννιτσά

http://youtu.be/sWM_Vg2B458 

Αναντίστοιχα, ο Παναγιώτης Μολακίδης άφησε κάτι από μια παράδοση που έχει μάλλον σβήσει, αυτή που ήθελε βορειοελλαδίτες τερματοφύλακες  να φτάνουν μέχρι την Εθνική Ελλάδας. Ο ίδιος βέβαια δεν αγωνίστηκε ποτέ στην Ανδρών, συνδέθηκε όμως με τη μεγαλύτερη επιτυχία του ελληνικού ποδοσφαίρου σε εθνικό επίπεδο μέχρι το 2004, όντας βασικός στην ομάδα των Ελπίδων που το 1988 έφτασε μέχρι τον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος. Μια περίφημη «χαμένη γενιά», από την οποία 2-3 παίκτες μόνο έγραψαν αρκετές συμμετοχές στη μεγάλη εθνική (οι Νιόπλιας, Στέφανος Μπορμπόκης και Αλεξανδρής), ενώ οι υπόλοιποι εξελίχτηκαν απλά σε κλασικούς παίκτες Α’ Εθνικής (Βαΐτσης, Γιουκούδης, Οικονομίδης, ΒακαλόπουλοςΧατζηνικολάου, Μαυρομμάτης, Κούτουλας, Γ. Παπαδόπουλος  και  Άρης Καρασαββίδης, που είχε γεννήσει και τις περισσότερες προσδοκίες όταν έβαλε 4 γκολ στο 5-0 του ημιτελικού κόντρα στην Ολλανδία). Στον διπλό τελικό, η Ελλάδα βρέθηκε τότε απέναντι στη Γαλλία των Καντονά και Μπλαν, οι οποίοι επίσης ήταν οι μόνοι, από τους συμπαίκτες τους που έκαναν (πολύ) μεγάλη καριέρα, ο πρώτος με τον δικό του τρόπο και ο δεύτερος ως τοτέμ της Εθνικής που σήκωσε το Μουντιάλ του ’98 στο Παρίσι. Πέντε μήνες έπειτα από το 0-0 στο Καραϊσκάκη, το τέρμα του Μολακίδη βομβαρδίστηκε από τα μακρινά σουτ του Φρανκ Σοζέ, φαντεζί χαφ με αρκετά σημαντική σταδιοδρομία, στην Μπεζανσόν (0-3). 

http://youtu.be/Pk3BC-6SE7k

10 χρόνια αργότερα (1998), μια άλλη Εθνική Ελπίδων έφτασε πάλι μέχρι τον τελικό του Ευρωπαϊκού, χάνοντας αυτή τη φορά σε μονό τελικό από την Ισπανία (0-1). Σε αντίθεση με τους παλιότερους, αρκετοί από εκείνους τους μικρούς έφτασαν πολύ ψηλά και σαν μεγάλοι (Καραγκούνης, Δέλλας, Μπασινάς, Γκούμας, Λάκης  – όλοι τους μέλη της ομάδας του 2004, ενώ είχαν συμπαίκτες τους Ν. Λυμπερόπουλο, Άντζα, Στολτίδη, Μαυρογενίδη). Ο τερματοφύλακας και τότε προερχόταν από τον Ολυμπιακό, ωστόσο ο Δημήτρης Ελευθερόπουλος είχε εντελώς διαφορετική πορεία από τον προκάτοχό του στην Ελπίδων. 

Η αναγγελία της Αθλητικής Ηχούς για τη μεταγραφή του Παναγιώτη Μολακίδη από τον Κιλκισιακό στον Πανσερραϊκό, το καλοκαίρι του 1987 (πηγή - serraikanea.gr).

Η αναγγελία της Αθλητικής Ηχούς για τη μεταγραφή του Παναγιώτη Μολακίδη από τον Κιλκισιακό στον Πανσερραϊκό, το καλοκαίρι του 1987 (πηγή – serraikanea.gr).

Ο Μολακίδης βρέθηκε στον Πειραιά το καλοκαίρι του 1988, την εποχή της φούριας του Κοσκωτά να αποκτήσει ό,τι κινούταν στον ελλαδικό χώρο. Ήταν στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στους δύο τελικούς των Ελπίδων, όταν πήρε τη μεταγραφή του από τον Πανσερραϊκό, έχοντας μία χρονιά εκεί ως βασικός. Στον Ολυμπιακό τοποθετήθηκε αμέσως 2ος πίσω από Ηλία Ταληκριάδη, ενώ οι στόχοι του περιορίστηκαν περισσότερο όταν ήρθε και ο Αλέκος Ράντος το 1989 από τον Πιερικό. Στην αρχή εκείνης της χρονιάς ωστόσο είχε πάρει την ευκαιρία του από τον τότε προπονητή Μίλτο Παπαποστόλου στον αγώνα του Κυπέλλου Ουέφα απέναντι στη Ραντ Βελιγραδίου, όμως χρεώθηκε κυρίως το 1ο γκολ στην ήττα με 2-1, με αποτέλεσμα να επιστρέψει στον πάγκο και να πάρει ελάχιστες ακόμα συμμετοχές σε αγώνες Κυπέλλου, προτού μεταγραφεί στον Απόλλωνα (1991), όπου και εκεί δεν κατάφερε να καθιερωθεί.

Ο αίλουρος Παναγιώτης Κελεσίδης απογειώνεται σε ντέρμπι ΑΕΚ-Ολυμπιακού στη Ν. Φιλαδέλφεια. Σερραίος στην καταγωγή, έγραψε 7 συμμετοχές με την Εθνική τη δεκαετία του 70.

Ο αίλουρος Παναγιώτης Κελεσίδης απογειώνεται σε ντέρμπι ΑΕΚ-Ολυμπιακού στη Ν. Φιλαδέλφεια. Σερραίος στην καταγωγή, έγραψε 7 συμμετοχές με την Εθνική τη δεκαετία του 70.

Χαρακτηριστικό είναι ότι σ’ εκείνα τα χρόνια έπαιζαν στον Ολυμπιακό τρεις τερματοφύλακες από τη Βόρεια Ελλάδα (Ταληκριάδης-Ξάνθη, Ράντος-Κατερίνη, Μολακίδης-Κιλκίς), ενώ η εθνική της γενιάς τους, που έφτασε στο Μουντιάλ του 1994 είχε επίσης τρεις Μακεδόνες γκολκίπερ (Μήνου, Ατματσίδης, Καρκαμάνης, στα προκριματικά συμμετείχε και ο Γιώργος Μίρτσος, Σαλονικιός κι αυτός). Η γενικότερη φήμη θέλει προς τα εκεί να γεννιούνται πιο ψηλά παιδιά, κι ίσως αυτό να δίνει μια εξήγηση, πάντως ο Σερραίος Παναγιώτης Κελεσίδης, από εκείνους που ξεκίνησαν τη σχετική παράδοση (1973-79), δεν ήταν πρώτο μπόι για τέρμα. Σε μεγαλύτερο εύρος από τον Κελεσίδη (1965-79) έγραψε σημαντικό αριθμό συμμετοχών (27) ο Νίκος Χρηστίδης, ενώ υπήρξαν κι άλλοι από Θεσσαλονίκη ή Χαλκιδική με πάνω από 5 παρουσίες στη μεγάλη Εθνική, οι Λάκης Στεργιούδας (1976-77), Γιάννης Γκιτσιούδης (1988-89) και  – περισσότερο- Θεολόγος Παπαδόπουλος (1986-91).  Σε όλο αυτό το διάστημα των 35 περίπου χρόνων, οι σταθεροί εκπρόσωποι του νότου στο τέρμα της Εθνικής περιορίζονταν στο πράσινο δίδυμο των Τάκη Οικονομόπουλου και Βασίλη Κωνσταντίνου και βέβαια στον Νίκο Σαργκάνη, που κι αυτός πάντως αναδείχτηκε στην Καστοριά. Σε δεύτερο πλάνο είχαν επίσης παρουσία ένας Λαρισαίος (Γιώργος Πλίτσης), ένας Πατρινός (Σπύρος Οικονομόπουλος) και ένας Ρεθυμνιώτης (Λευτέρης Πουπάκης). 

Ο Αντώνης Μήνου, ένας από τους 3 γκολκίπερ με καταγωγή από τη Μακεδονία (εκείνος από την Αριδαία), που  ταξίδεψαν με την αποστολή της Εθνικής στο πρώτο της Μουντιάλ, το ΄94 στις ΗΠΑ..

Ο Αντώνης Μήνου, ένας από τους 3 γκολκίπερ με καταγωγή από τη Μακεδονία (εκείνος από την Αριδαία), που ταξίδεψαν με την αποστολή της Εθνικής στο πρώτο της Μουντιάλ, το ΄94 στις ΗΠΑ..

Προκαλεί λοιπόν μια κάποια εντύπωση το γεγονός ότι στον 21ο αιώνα οι τερματοφύλακες από τη Βόρεια Ελλάδα μετρούν όλες κι όλες τρεις (3) συμμετοχές σε αγώνες της Εθνικής Ανδρών, από μία οι Φάνης Κατεργιαννάκης (σε φιλικό με τη Ρωσία το 2001), Χρυσόστομος Μιχαηλίδης (σε επίσης φιλικό με τη Φινλανδία, το 2008) και Δημήτρης Κωνσταντόπουλος  (το 2011, σε προκριματικό του Euro 2012 με τη Μάλτα). Από τους τρεις μάλιστα μόνο ο πρώτος αγωνίστηκε επαγγελματικά σε ομάδα της Βόρειας Ελλάδας. (Άρης). Αντίθετα Αθηναίοι και Πειραιώτες (Ελευθερόπουλος, Τζόρβας, Καρνέζης, Καπίνο), Θεσσαλοί (Χαλκιάς, Μιχόπουλος, Γλύκος), ένας Κρητικός (Σηφάκης) και φυσικά  ο κορυφαίος Αρτινός (Νικοπολίδης), έχουν σημαδέψει τη θέση κάτω από τα γκολπόστ της Ελλάδας στα τελευταία και πιο πετυχημένα της χρόνια. Είναι γεγονός ότι η εξέλιξη αυτή συνδέεται και με τον γενικότερο συγκεντρωτισμό του ποδοσφαίρου σε αυτήν την περίοδο, ενώ το ποδόσφαιρο στο Βορρά αδυνατούσε να ακολουθήσει, έχοντας μείνει στις χρυσές δεκαετίες των ‘70-’80. Ταυτόχρονα εξελίχτηκε η εξειδίκευση της προπόνησης των τερματοφυλάκων, οι οποίοι λογικά άρχισαν να βελτιώνονται εκεί όπου η εκγύμναση αυτή εντατικοποιήθηκε με πιο άρτιο τρόπο. Ο Μολακίδης, όπως και ο συμπαίκτης του στον Ολυμπιακό Αλέκος Ράντος, στράφηκε επαγγελματικά σε αυτόν τον ρόλο του γυμναστή τερματοφυλάκων, παρουσιάζοντας αξιόλογη δουλειά στις μικρές εθνικές, ιδιαίτερα σε αυτή των Νέων του 2012-13, η οποία αγωνίστηκε επίσης σε ευρωπαϊκό τελικό, αλλά και Παγκόσμιο Κύπελλο. Κάτω από τις οδηγίες του ξεπήδησε και ο πιο ελπιδοφόρος σύγχρονος βορειοελλαδίτης τερματοφύλακας, ο Σωκράτης Διούδης.

The post Μιλώντας για μπάλα, έτσι, χωρίς πρόγραμμα appeared first on POPAGANDA.


Play Football, Not War: Η Εθνική Παλαιστίνης, πρώτη φορά σε ηπειρωτική διοργάνωση

$
0
0

 Πριν 20 περίπου χρόνια, είχα έναν συμφοιτητή Παλαιστίνιο, τον Άχμεντ. Ήταν από πλούσιο σπίτι, όπως σχεδόν όλοι όσοι κατάφερναν να σπουδάσουν στο εξωτερικό, έστω και σε περιφερειακό ελληνικό πανεπιστήμιο. Σοβάρευε απότομα κάθε φορά που η κουβέντα πήγαινε στα πάτριά του. «Έχετε ποδόσφαιρο στην Παλαιστίνη, τον ρώτησα μια μέρα ψάχνοντας το κλασικό ευχάριστο θέμα. «Δεν έχουμε καθόλου χρόνο γι’ αυτά», μου το ξέκοψε, κάνοντάς με να νιώσω ανόητος που τον ρώτησα. Να όμως που η 12η Ιανουαρίου της φετινής χρονιάς αναμένεται να γράψει ξεχωριστή ιστορία, όχι μόνο για το ποδόσφαιρο, αλλά μάλλον και γενικότερα για τη συγκεκριμένη χώρα, μια και η Παλαιστίνη θα κάνει την πρεμιέρα της σε τελική φάση μεγάλης ηπειρωτικής διοργάνωσης, στο Κύπελλο Ασίας (09-31/01), που για πρώτη φορά θα διεξαχθεί στην Αυστραλία. 

Ξένοιαστες και χαρούμενες, οι δύο νεαρές Παλαιστίνιες γιορτάζουν στη Ραμάλα την κατάκτηση του AFC Challenge Cup, στις 30 Μαΐου 2014, 39 μέρες πριν την έναρξη των βομβαρδισμών.

Ξένοιαστες και χαρούμενες, οι δύο νεαρές Παλαιστίνιες γιορτάζουν στη Ραμάλα την κατάκτηση του AFC Challenge Cup, στις 30 Μαΐου 2014, 39 μέρες πριν την έναρξη των βομβαρδισμών.

Από μόνο του το γεγονός ότι η διοργάνωση θα πραγματοποιηθεί περίπου 8 χιλιάδες χιλιόμετρα από το κυρίως σώμα της ασιατικής ηπείρου, στο καλοκαίρι του νότιου ημισφαιρίου, δίνει ένα ξεχωριστό χρώμα. Μια κατά κάποιο τρόπο ανασύσταση της Αυστραλασίας (κατά κυριολεξία: Νότια της Ασίας), όρου που χρησιμοποιούταν στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες του 20ου αιώνα για να περιγραφούν κοινές ομάδες Αυστραλών και Νεοζηλανδών, που ήθελαν τότε να προσδιορίζονται ξεχωριστά από τους Πολυνήσιους. Ωστόσο εδώ και 10 περίπου χρόνια οι Νεοζηλανδοί παίζουν μπάλα μόνοι με τους Πολυνήσιους στην εξωτική απομόνωση της, ενώ οι μακρινοί τους γείτονες Αυστραλοί κόλλησαν στην αχανή ασιατική ήπειρο οραματιζόμενοι ανάπτυξη, ανταγωνισμό και μόνιμη παρουσία στα Μουντιάλ, πράγματα που λίγο-πολύ έχουν ήδη πετύχει.

Σε συνδυασμό με το ετήσιο Τένις Όπεν της Μελβούρνης, που επικαλύπτεται με το Ασιατικό Κύπελλο (19/01-01/02), η Αυστραλία θα έχει δικό της τον Γενάρη σε δύσκολες (πρωινές-μεσημεριανές για μας) ώρες μετάδοσης. Το ζήτημα βέβαια είναι πώς θα ανταποκριθούν και οι ντόπιοι στο ποδοσφαιρικό ιβέντ,  αφού το γκραν-σλαμ τουρνουά έχει εξασφαλισμένο χιτ ξεσηκώνοντας τις διάφορες μεταναστευτικές κοινότητες, πόσω μάλλον που φέτος αναμένεται να λάμψει πιο πολύ το άστρο του –και λίγο Έλληνα- Αυστραλού Νικ Κύργιος. Η περίοδος ευνοεί, μια και είναι η εποχή της ραστώνης για τη λίγκα AFL, αυτή που περισσότερο συγκινεί τους Αυστραλούς, καθώς εκεί θεωρούν ότι παίζεται το πραγματικό ποδόσφαιρο, μια παραλλαγή του ράγκμπι προς το ακόμα πιο φίζικαλ. Το sold-out για την πρεμιέρα, Αυστραλία vs Κουβέιτ στο Ορθογώνιο Στάδιο της Μελβούρνης (30.000 θέσεων), θεωρούταν εύκολος στόχος, παρά το μάλλον τσουχτερό εισιτήριο (από 50 έως 100€), συνδυασμένο με την τελετή έναρξης. 

18 Ιουνίου 2014 στο Πόρτο Αλέγκρε, ο 35άρης Τιμ Κέιχιλ πυροβολεί με το αριστερό και θαμπώνει την Υφήλιο χαρίζοντας ένα πρόσκαιρο προβάδισμα στους Socceroos απέναντι στην Ολλανδία.

18 Ιουνίου 2014 στο Πόρτο Αλέγκρε, ο 35άρης Τιμ Κέιχιλ πυροβολεί με το αριστερό και θαμπώνει την Υφήλιο χαρίζοντας ένα πρόσκαιρο προβάδισμα στους Socceroos απέναντι στην Ολλανδία.

Οι Socceroos του Έιντζ (Άγγελου) Ποστέκογλου είχαν απρόσμενα γοητεύσει στο βραζιλιάνικο Μουντιάλ, παρά τις 3 ήττες με 3-9 γκολ, αφού εμφανίστηκαν ανταγωνιστικοί σε έναν πανδύσκολο όμιλο, ειδικά στα παιχνίδια με Χιλή και Ολλανδία, προτού παραδοθούν στους φορτισμενους συναισθηματικά Ισπανούς. Η νέα γενιά των Λέκι, Όουρ, Ντέιβιντσον, Ράιαν κ.ά, με τη συνδρομή των αιώνιων Κέιχιλ, Μπρεσιάνο, Γέντινακ, φιναλίστ στη διοργάνωση του 2011 στο Κατάρ, παρά την κακή εικόνα στα μετα-μουντιαλικά φιλικά, ξεκινούν λογικά από θέση φαβορί, ελπίζοντας να τιγκάρουν το γιγαντιαίο (84.000) Stadium Australia του Σίδνεϊ τη μέρα του τελικού (Σάβ. 31/01).  

Από τα υπόλοιπα ματς της πρεμιέρας, αυτό που ασφαλώς έχει προσελκύσει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι η αναμέτρηση της Ιαπωνίας, κατόχου του τροπαίου, με την Παλαιστίνη, μόνη debutante του τουρνουά, εκεί όπου η ψαλίδα της παγκόσμιας κατάταξης πριν ένα χρόνο έφτανε περίπου τις 120 θέσεις (νο. 48 οι Ιάπωνες, 167 οι Παλαιστίνοι), τώρα όμως έχει περιοριστεί περίπου στις μισές (54-113). Αυτό που μεσολάβησε, πέρα από το κακό Μουντιάλ για τους Ιάπωνες,  ήταν το AFC Challenge Cup του 2014, μια διοργάνωση που από το όνομα μαρτυρά ότι αφορούσε στις «αναδυόμενες» εθνικές ομάδες της Ασιατικής Ομοσπονδίας, εκείνες που σταθερά έμεναν έξω όχι μόνο από τις 5 του Μουντιάλ, αλλά και από τις 16 του Κυπέλλου Ασίας. Μια ευκαιρία για τους μικρούς και ταπεινούς να παίξουν κυνηγώντας ένα επίσημο τρόπαιο, με πρόσθετο μπόνους τη 16η θέση στη starting list του μεγάλου ηπειρωτικού τουρνουά. 

Ο Μακότο Χάσεμπε σηκώνει περιχαρής το Κύπελλο Ασίας στην προηγούμενη διοργάνωση (2011), στην Ντόχα του Κατάρ. Με ίδιο αρχηγό, αλλά νέα, μεξικάνικη καθοδήγηση από τον πάγκο (Χαβιέ Αγκίρε), οι Μπλε Σαμουράι ελπίζουν σε επανάληψη.

Ο Μακότο Χάσεμπε σηκώνει περιχαρής το Κύπελλο Ασίας στην προηγούμενη διοργάνωση (2011), στην Ντόχα του Κατάρ. Με ίδιο αρχηγό, αλλά νέα, μεξικάνικη καθοδήγηση από τον πάγκο (Χαβιέ Αγκίρε), οι Μπλε Σαμουράι ελπίζουν σε επανάληψη.

Σ΄αυτή λοιπόν τη διοργάνωση που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Μάιο στις μακρινές Μαλδίβες, συμμετείχαν 8 χώρες, για τις οποίες πρέπει να είναι κανείς πολύ άρρωστος με το άθλημα για να πει ότι γνωρίζει έστω και έναν διεθνή ποδοσφαιριστή.  Οι Φιλιππίνες ήταν μάλλον το πιο ψαρωτικό όνομα από τους 8, και όντως έφτασαν στον τελικό, χάνοντας από την Παλαιστίνη με 0-1. 

http://youtu.be/3H_IKkf7f6U

Όποιος είδε το βίντεο πρέπει να εντυπωσιάστηκε από την εκπληκτική εκτέλεση φάουλ του Ασράφ Νουμάν, που χάρισε την ιστορική νίκη. Ένας φλογερός winger και ήδη θρύλος στην Παλαιστίνη, ο 28χρονος Νουμάν αγωνίζεται στην Αλ Φαϊζαλί της Χάρμα, στην 1η κατηγορία της Σαουδικής Αραβίας, ένας από τους 6 της αποστολής για την Αυστραλία που παίζουν στο εξωτερικό. Οι υπόλοιποι 17 ανήκουν σε ομάδες της Πρίμιερ Λιγκ της Δυτικής Όχθης, όπως ονομάζεται επίσημα το ημιεπαγγελματικό παλαιστινιακό πρωτάθλημα, το οποίο ξεκινούσε και τελείωνε -σχετικά- κανονικά από το 2008 έως και πέρσι. Το φετινό του ξεκίνημα το τρέναρε ο Πόλεμος των 50 Ημερών στη Γάζα.

 Δεν ήταν βέβαια η πρώτη φορά που η αραβοϊσραηλινή διαμάχη επηρέαζε δραματικά το ποδόσφαιρο στην Παλαιστίνη, αφού ακόμα και στα θεωρητικά πιο ήρεμα χρόνια πριν την περσινή σφαγή, υπήρξαν δεκάδες περιπτώσεις στις οποίες οι ισραηλινές αρχές αρνήθηκαν να χορηγήσουν βίζα σε παίκτες προκειμένου να ταξιδέψουν για διεθνή ματς, με αποκορύφωμα την ολική απαγόρευση στην ομάδα της Παλαιστίνης να μεταβεί στη Σιγκαπούρη για έναν κρίσιμο προκριματικό του Μουντιάλ του 2010, αλλά και στην Ινδία για το Challenge Cup του 2008. Είναι επίσης κάμποσοι οι ποδοσφαιριστές που έχουν συλληφθεί κατηγορούμενοι για σχέσεις με τη Χαμάς, με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση του Μαχμούντ Σαρσάκ, η οποία πήρε ευρύτερες διαστάσεις την άνοιξη του 2012 όταν ο διεθνής ποδοσφαιριστής φυλακίστηκε «προληπτικά», χωρίς κατηγορίες, ξεκινώντας ταυτόχρονα μια τρίμηνη απεργία πείνας που έκλεισε με την αποφυλάκισή του τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς. Τρεις Παλαιστίνιοι ποδοσφαιριστές έπεσαν νεκροί κατά την προηγούμενη ισραηλινή επίθεση στη Γάζα (2009), εκείνη που ονομάστηκε Βαρύ Μολύβι. Και δεν ήταν οι μόνοι… Η δυσκολία τού να είσαι ποδοσφαιριστής στην Παλαιστίνη έχει περιγραφεί στο ντοκιμαντερίστικο Goal Dreams, των Μάγια Σανμπάρ και Τζέφρι Σόντερς (2006). 

http://youtu.be/aC6Pv5AR4ac

Κι όλα αυτά, τη στιγμή που η Παλαιστίνη θεωρείται κοιτίδα του ποδοσφαίρου στη Μέση Ανατολή, αφού εκεί το άθλημα παιζόταν τουλάχιστον από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και άρχισε να οργανώνεται κατά το αμέσως επόμενο διάστημα, εκείνο της βρετανικής επικυριαρχίας στην περιοχή.  Πριν από την αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ το 1948, ως αντιπροσωπευτική ομάδα της Παλαιστίνης αγωνιζόταν ένα σύνολο αποτελούμενο αποκλειστικά από ποδοσφαιριστές προερχόμενους από εβραϊκές εθνοτικές κοινότητες, αρκετοί από τους οποίους βρήκαν καταφύγιο στη Δυτική Όχθη ύστερα από την έξαρση του αντισημιτικού ρεύματος στην Ευρώπη από τα τέλη της δεκαετίας του ’20 και μετά. Μάλιστα, απέναντι σε αυτή την Εθνική Παλαιστίνης, που ουσιαστικά ήταν η Μακάμπι Τελ Αβίβ της εποχής, η Εθνική Ελλάδας πέτυχε την πρώτη της νίκη σε προκριματικά Παγκοσμίου Κυπέλλου, τέτοια εποχή πριν από 77 χρόνια, στο δρόμο για τη διοργάνωση του 1938 στη Γαλλία: ήταν το 1-3 στο Τελ Αβίβ, με δύο γκολ του Κλεάνθη Βικελίδη και ένα του Αντώνη Μηγιάκη, η πρώτη γενικότερα εκτός έδρας  νίκη στην ιστορία της Εθνικής. 

20 χρόνια προτού αποκτήσει γρασίδι, η Λεωφόρος  υποδέχτηκε την τότε Εθνική Παλαιστίνης, ουσιαστικό προπομπό αυτής του Ισραήλ, στις 20-02-1938, στη ρεβάνς (1-0) του προκριματικού για το γαλλικό Μουντιάλ της ίδιας χρονιάς.

20 χρόνια προτού αποκτήσει γρασίδι, η Λεωφόρος υποδέχτηκε την τότε Εθνική Παλαιστίνης, ουσιαστικό προπομπό αυτής του Ισραήλ, στις 20-02-1938, στη ρεβάνς (1-0) του προκριματικού για το γαλλικό Μουντιάλ της ίδιας χρονιάς.

Οι δύο αρχηγοί, Φιξ (αριστερά) και Μηγιάκης, έχοντας στη μέση τον Γιουγκοσλάβο ρέφερι Πόποβιτς, στη βιβλική ρεβάνς Ελλάδας-Παλαιστίνης (1-0) για τα προκριματικά του Μουντιάλ του 1938, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.

Οι δύο αρχηγοί, Φιξ (αριστερά) και Μηγιάκης, έχοντας στη μέση τον Γιουγκοσλάβο ρέφερι Πόποβιτς, στη βιβλική ρεβάνς Ελλάδας-Παλαιστίνης (1-0) για τα προκριματικά του Μουντιάλ του 1938, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.

Από τότε κύλησαν έξι δεκαετίες με πολύ σοβαρότερα πράγματα για ν’ ασχοληθούν, όπως -δίκαια- θα μου έλεγε και ο Άχμεντ ο συμφοιτητής, μέχρι το 1998, όταν η ομοσπονδία από τα Κατεχόμενα (P.F.A.)  έγινε δεκτή ως μέλος της Fifa. Μπαίνοντας σιγά-σιγά στο διεθνές κάδρο, η φετινή συμμετοχή στο Asian Cup ουσιαστικά αποτελεί κορύφωση μιας φοβερά κοπιαστικής προσπάθειας. «Το μήνυμά μας είναι ότι θέλουμε αθλητισμό και ειρήνη στην Παλαιστίνη» δήλωνε τ’ αυτονόητα ο κόουτς της ομάδας Τζαμάλ Μαχμούντ, τον περασμένο Μάιο, τη μέρα του θριάμβου στις Μαλδίβες. «Μπορούμε να κάνουμε πολλά περισσότερα πράγματα αν έχουμε ειρήνη», επαναλάμβανε, σαν να έχοντας συναίσθηση όσων θα επακολουθούσαν έναν και κάτι μήνα μετά στη Γάζα. 

Ιορδανός με παλαιστινιακή καταγωγή, ο Μαχμούντ δεν κατάφερε να κρατήσει τη θέση του στον πάγκο μέχρι το Κύπελλο Ασίας, όπου μεταξύ άλλων θα ερχόταν αντιμέτωπος με την εθνική της χώρας του (το επίσης πολύπαθο Ιράκ συμπληρώνει τον 4ο όμιλο). Έχοντας επιβιώσει τρία χρόνια που συνδέθηκαν με τις μεγαλύτερες επιτυχίες στη ιστορία της ομάδας, ο Μαχμούντ ταξίδεψε στη Μανίλα στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου με μόλις 13 παίκτες στη διάθεσή του, όσους μπόρεσαν να εξασφαλίσουν βίζα, για το φιλικό Κύπελλο Ειρήνης που διοργανωνόταν στις Φιλιππίνες μόλις μία εβδομάδα μετά την ανακωχή στη Γάζα. Η ήττα με 1-4 από τη Μιανμάρ, και η ισοπαλία 3-3 στο 90λεπτο με την Ταϊβάν, ομάδων εντελώς αδύναμων ακόμα και σε επίπεδο Challenge Cup, αλλά κυρίως η εικόνα διάλυσης και η αποδιοργάνωση των πρωταθλημάτων στην Παλαιστίνη μετά τον γενικό χαμό, οδήγησαν τον Μαχμούντ στον τσακωμό με την ομοσπονδία και τελικά στην παραίτηση.

Προσηλωμένος στο κοουτσάρισμα, ο Τζαμάλ Μαχμούντ αναμόρφωσε την Εθνική Παλαιστίνης, ωστόσο η εικόνα διάλυσης της ομάδας μετά τον Πόλεμο των 50 Ημερών στη Γάζα τον οδήγησε σε παραίτηση.

Προσηλωμένος στο κοουτσάρισμα, ο Τζαμάλ Μαχμούντ αναμόρφωσε την Εθνική Παλαιστίνης, ωστόσο η εικόνα διάλυσης της ομάδας μετά τον Πόλεμο των 50 Ημερών στη Γάζα τον οδήγησε σε παραίτηση.

Ο ασίσταντ Σαέμπ Τζεντέγια, για χρόνια ηγέτης στην άμυνα της Εθνικής, πήρε το τιμόνι του πάγκου. Μέσα στον στενό χρόνο κατάφερε να συγκεντρώσει μια ομάδα όσο το δυνατό πιο πλήρη, ενώ καθώς έμπαινε ο χειμώνας μπορούσαν και πάλι να προπονηθούν όλοι μαζί στη Ραμάλα. Στις προσθήκες συμπεριλήφθηκαν τρεις Παλαιστίνιοι της διασποράς που αγωνίζονται σε μικρές επαγγελματικές ευρωπαϊκές ομάδες, ο γεννημένος στη Σουηδία, Μαχμούντ Εΐντ, ο γεννημένος στη Χιλή, Αλέξις Νοραμπουένα, και ο Γιάκα Ιμπεϊσέχ, από τη Σλοβενία. Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις Παλαιστίνιο θα βρεις από κάτω, γι’ αυτό και τα 25.000 περίπου μέλη της ομογένειας στην Αυστραλία περιμένουν πώς και πώς το ραντεβού με τους Ιάπωνες στο Νιουκάστλ, βόρεια του Σίδνεϊ, στο γήπεδο που αναμένεται να έχει τον περισσότερο κόσμο στην πρεμιέρα (πλην του ματς των Socceroos), αφού οι Άπω Ανατολίτες έχουν σχεδόν διπλάσια κοινότητα στην Αυστραλία, ενώ το έχουν εύκολο και το ταξίδι από τα ιαπωνικά νησιά. Το εισιτήριο άλλωστε στα ματς που δεν παίζει η Αυσταλία είναι ασύγκριτα φτηνότερο, από 10 έως 20 περίπου €. Στο πνεύμα του Σαμουράι, που ελάχιστα το εντοπίζει κανείς σε υπερβολικά φτιασιδωμένους υποστάρ σαν τον Κέισουκε Χόντα, οι Παλαιστίνοι φιλοδοξούν να αντιτάξουν το δικό τους «Σαμούντ», ό,τι πιο κοντινό στο δικό μας φιλότιμο, που κι εκείνοι το θεωρούν μη μεταφράσιμο.

The post Play Football, Not War: Η Εθνική Παλαιστίνης, πρώτη φορά σε ηπειρωτική διοργάνωση appeared first on POPAGANDA.

Ο άνθρωπος που έφερε το Κονγκό αντιμέτωπο με το Κονγκό

$
0
0
Στη σύγχρονη εκδοχή του,

Ο Κλοντ Λε Ρουά στη σύγχρονη εκδοχή του, λίγο Κλάους Κίνσκι, λίγο Ίγκι Ποπ.

Η άνετη πρόκριση της Δημοκρατίας του Κονγκό στα προημιτελικά του φετινού Κόπα Άφρικα είναι το γεγονός που έχει κάνει περισσότερο αίσθηση στη διοργάνωση μέχρι τώρα. 23 χρόνια είχε να συμβεί κάτι αντίστοιχο, και στο επίκεντρο της μεγάλης επιτυχίας βρέθηκε ο Κλοντ Λε Ρουά, ο μεγαλύτερος ίσως εξπέρ του Αφρικανικού Κυπέλλου Εθνών, στην 8η φορά που καθοδηγεί κάποια ομάδα στο συγκεκριμένο τουρνουά.

 Με εμφάνιση ξανθιά και σταφιδιασμένη, που φέρνει κάπως στο νου τον Κλάους Κίνσκι από τις ταινίες του Βέρνερ Χέρτσογκ (Αγκίρε, Φιτζκαράλντο), ο γεννημένος στη Νορμανδία, 67χρονος σήμερα κόουτς ανακάλυψε το δικό του Ελντοράντο στη Μαύρη Ήπειρο περίπου 30 χρόνια πριν, όταν και δέχτηκε την πρόταση να αναλάβει προπονητής στην Εθνική Καμερούν. Ύστερα από μια όχι τόσο φανταχτερή, ωστόσο συνεπή καριέρα στα γαλλικά Σαμπιονά Α’ και Β’ κατηγορίας (κυρίως με τις Αζαξιό, Αβινιόν και Λαβάλ), ο εγκεφαλικός αλλά οξύθυμος μέσα στο γήπεδο Λε Ρουά στράφηκε στο κοουτσάρισμα ήδη από τα 32 του χρόνια. Πριν φτάσει στο Καμερούν, είχε περάσει από τους πάγκους της Αμιέν και της Γκρενόμπλ, ομάδων της Β’ Γαλλίας, χωρίς κάποιο σπουδαίο επίτευγμα. «Ήμουν πολύ νέος τότε, κάποιοι παίκτες, όπως ο Ροζέ Μιλά ή ο Τεοφίλ Αμπεγκά ήταν σχεδόν συνομήλικοί μου», δήλωσε πρόσφατα σε μια συνέντευξη-αφιέρωμα στο BBC. Το λιοντάρια του Καμερούν είχαν μόλις αρχίσει να κάνουν αίσθηση, κυρίως με τη μεγάλη εμφάνισή τους στο ισπανικό Μουντιάλ του ’82, όταν και αποκλείστηκαν σε μια 4πλή ισοβαθμία, έχοντας φέρει μόνο ισοπαλίες, ακόμα και με τη μετέπειτα παγκόσμια πρωταθλήτρια Ιταλία. Αδιανόητο επίτευγμα για αφρικανική ομάδα μέχρι τότε, το Καμερούν εξελίχτηκε εντυπωσιακά μέσα σ’ εκείνη τη δεκαετία, φτάνοντας εντέλει να ενθουσιάσει την Υφήλιο μέχρι τους 8 της μεγάλης παγκόσμιας διοργάνωσης το 1990 στην Ιταλία. Στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στα δύο Μουντιάλ, η τριετία (1985-1988) με τον Λε Ρουά στον πάγκο σημαδεύτηκε από δύο μεγάλες καμπάνιες στα Κόπα Άφρικα του ‘86 και του ’88, όπου στο μεν πρώτο το κύπελλο χάθηκε στα πέναλτι από τη γηπεδούχο Αίγυπτο, ενώ στο δεύτερο, με ανανεωμένη κατά τα 6/11 ομάδα, έφτασε μέχρι τον θρίαμβο, στην Καζαμπλάνκα απέναντι στη Νιγηρία (1-0).

http://youtu.be/X4np1FEKFrY 

«Ήταν το ξεκίνημα μιας φανταστικής, ερωτικής ιστορίας, πρώτα με το Καμερούν και μετά με όλη την Αφρική. Όχι μόνο για μένα, αλλά και για τη σύζυγο και τις κόρες μου. Δεν ξέρω αν είναι μια υπέροχη ιστορία για την Αφρική, σίγουρα όμως είναι μια υπέροχη ιστορία για μένα», λέει σήμερα ο Λε Ρουά ανασκαλίζοντας το ξεκίνημα. Κι αυτό είναι που έφτασε τελικά να τον διαφοροποιεί από τους κλασικούς Ευρωπαίους γυρολόγους που βλέπουμε κατά καιρούς να προπονούν περιστασιακά αφρικανικές εθνικές ομάδες σε μεγάλες διοργανώσεις. Όπως περιγράφει, στο ίδιο αφιέρωμα, ο Σαλίφ Ντιαό, μεγάλος Σενεγαλέζος χαφ που μόνο ως πιτσιρίκος θυμόταν το πέρασμα του Λε Ρουά από τη Σενεγάλη (1990-1992), είναι πολύ σημαντικό που ο Γάλλος, αν και νομάς λόγω φύσης και δουλειάς, μένει πάντοτε μόνιμα στη χώρα που αναλαμβάνει να κοουτσάρει, για όσο κρατάει η θητεία του. «Η Αφρική είναι πολύ μυστήρια, γι’ αυτό χρειάζεται να είσαι εκεί για να την καταλαβαίνεις. Δεν είναι μόνο το παιχνίδι, πρέπει επίσης να γνωρίσεις τη χώρα όπου πηγαίνεις, τις διαφορετικές κοινότητες που τη συγκροτούν, έτσι μόνο αντιλαμβάνεσαι και τις διαφορετικές νοοτροπίες των παικτών που συναντάς», συμπληρώνει ο Ντιαό. Ο Λε Ρουά έβαλε και τη Σενεγάλη στο διεθνή χάρτη, φτάνοντας μια άσημη ομάδα μία φορά στους 4 (1990, Αλγερία) κι άλλη μία στους 8 (1992, Σενεγάλη) του Κόπα Άφρικα. «Έκανε σπουδαίο έργο στη Σενεγάλη. Δουλεύοντας με πολλούς νέους παίκτες, έφτιαξε μια πραγματικά ισχυρή βάση. Αν και ήταν προπονητής της ομάδας μέχρι το 1992, θα έλεγα ότι οι επιτυχίες μας 10 χρόνια αργότερα, στο Κόπα Άφρικα [2η θέση] και το Μουντιάλ [προημιτελικά] του 2002, ήταν εν πολλοίς αποτέλεσμα της δικής του θητείας», ολοκληρώνει τις τιμητικές αναφορές ο Ντιαό. Το κόνσεπτ βέβαια για τη νεανική και φιλόδοξη ομάδα της Σενεγάλης του 1992 ήταν να φτάσει μέχρι την κατάκτηση του Κυπέλλου που διοργάνωνε, όμως ο Λε Ρουά το βρήκε από ένα παλιό δικό του παιδί, τον επιθετικό Ερνέστ Εμπονγκέ, στον προημιτελικό κόντρα στο Καμερούν.

http://youtu.be/PMtyb0bK7uM

Η γνώση που άρχισε να αποκτά ο Λε Ρουά για το αφρικανικό ποδόσφαιρο, σε συνδυασμό με τον νόμο Μποσμάν που έφερε εκρηκτική αύξηση στην εισροής ταλέντου από την Αφρική στην Ευρώπη κατά τη δεκαετία του ’90, τον έφεραν πίσω στη Γαλλία, ύστερα από ένα ατυχές πέρασμα από τη Μαλαισία (1994-1995). Έπιασε δουλειά σαν σχολιαστής στο Canal+ και αρθρογράφος στη Libération, ενώ στη συνέχεια ανέλαβε τεχνικός διευθυντής στη Παρί Σεν Ζερμέν, με την προοπτική να φέρει στην ομάδα ό,τι καλύτερο από την ακόμα σχετικά ανεξερεύνητη Αφρική. Ανάλογο ρόλο του είχε αναθέσει και ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι στη Μίλαν το 1996, ύστερα από πρόταση του Ζορζ Γουεά που τότε μεγαλουργούσε στο Μιλάνο και θεωρούταν κι εκείνος ένα από τα πουλέν του Λε Ρουά. Όμως ο τότε νέος κόουτς τη Μίλαν, Όσκαρ Ταμπάρεζ δεν τον έκρινε απαραίτητο και ύστερα από μόλις 3 μήνες ο Λε Ρουά ξαναγύρισε στη Γαλλία και το Canal+. Δεν άργησε πάντως πολύ να επστρέψει στους πάγκους, και μάλιστα σε συνθήκες κορυφαίου ανταγωνισμού, αφού οι Καμερουνέζοι τον ξανακάλεσαν για να οδηγήσει την ομάδα, για 1η φορά στην καριέρα του σε Μουντιάλ (Γαλλία, 1998). Λόγω και εντοπιότητας ο Λε Ρουά επιλέχτηκε να καθοδηγήσει μια ομάδα που μπορεί να μη γοήτευσε (δύο ισοπαλίες και μία ήττα), ανέδειξε πάντως αρκετό νέο αίμα (Λορέν, Τζομπ, Γουομέ, Ολεμπέ και κυρίως Ετόο). Ίσως όλα να ήταν διαφορετικά αν στο πρώτο ματς με την Αυστρία στην Τουλούζ, ο Τόνι Πόλστερ δεν ισοφάριζε στις καθυστερήσεις (1-1). 

http://youtu.be/Q0WH8paG84Y 

Σχεδόν κάθε φορά που ο Λε Ρουά βρισκόταν εκτός Αφρικής τα έκανε θάλασσα, κάτι που συνέβηκε και με την πρώτη του εμπειρία σε πάγκο της Ligue 1 στη Γαλλία, αυτόν της Στρασμπούρ, από την οποία απολύθηκε κακήν κακώς στα μέσα της σεζόν 2000-2001, μιας καθόλα τρελής περιόδου για την ιστορία του κλαμπ, καθώς την ίδια χρονιά πήρε το Κύπελλο Γαλλίας και υποβιβάστηκε, ενώ ο Λε Ρουά μαζί με τον πρόεδρο Προυασί κατηγορήθηκαν για ατασθαλίες, με κοψοχρονιά πωλήσεις ταλέντων και πανάκριβες αγορές παλτών. Το 2001 επίσης ο Λε Ρουά απέτυχε να εκλεγεί δημοτικός σύμβουλος στην Αβινιόν, με τον τότε συνδυασμό της Πλουραλιστικής Αριστεράς. Έκανε ακόμα δύο χρόνια στην Κίνα (Σαγκάη Κόσκο) και ένα τρίμηνο στη Δ’ Αγγλίας (Κέμπριτζ), προτού ξαναγυρίσει στην αγαπημένη του Αφρική, τούτη τη φορά στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Ζαΐρ). Εκεί κατάφερε και πάλι να οδηγήσει μια ανυπόληπτη για καιρό ομάδα σε επιτυχίες, έχοντας βέβαια μπροστάρηδες δυο παιχταράδες, τους Σαμπανί Νοντά και Λομανά Λουά-Λουά. Στο Κόπα Άφρικα του 2006 στην Αίγυπτο η Λ.Δ. του Κονγκό εντυπωσίασε κόντρα στο Τόγκο, που είχε ήδη προκριθεί στο γερμανικό Μουντιάλ της ίδιας χρονιάς. Η νίκη των Κονγκολέζων με 2-0 ουσιαστικά τους έστειλε στα προημιτελικά, αν και αουτσάιντερ.

    

http://youtu.be/gkntUSAKDOU

Μετά το ματς ο Λε Ρουά πρόβλεψε ότι ο 20χρονος τότε Τρεζόρ Μπουτού, σκόρερ του 1ου γκολ, «θα ξεπεράσει τον Ετόο». Ανεξάρτητα που ο παίκτης έβγαλε σχεδόν όλη την καριέρα του στην κογκολέζικη Μαζέμπε, ο Λε Ρουά βρήκε και πάλι τον ρόλο του ως γκουρού της αφρικάνικης εκδοχής του παιχνιδιού, για την οποία μιλούσε ακατάπαυστα σε διεθνή μέσα όπως το Σπίγκελ: «Όσο πιο πολύ δουλεύω στην Αφρική, τόσο πιο πολύ αγαπώ το ποδόσφαιρο και τόσο πιο πολύ μισώ τις μπίζνες γύρω αυτό (…) Όταν βλέπεις παιδιά στους δρόμους να παίζουν μπάλα, νομίζεις ότι ονειρεύεσαι. Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο πια, ούτε στη Γαλλία, ούτε στη Γερμανία, πουθενά στην Ευρώπη. Οι Αφρικανοί ποδοσφαιριστές αναπτύσσουν εκπληκτικές δυνατότητες επειδή έχουν μάθει να παίζουν στις χειρότερες συνθήκες που μπορεί να φανταστεί κανείς (…) Από την άλλη, δεν δουλεύει τίποτα. Δυσκολευόμαστε για τα πάντα, από το να βγάλουμε βίζες για τους παίκτες, να κλείσουμε ξενοδοχεία, να πληρωθούν τα μπόνους τους, που συχνά εξαφανίζονται. (…) Πάντα το ίδιο μεγάλο πρόβλημα, κάθε φορά που διαμορφώνονται κάποιες δομές, λίγο αργότερα βυθίζονται στο χάος. Ακόμα και καθιερωμένες ομάδες, όπως η Νιγηρία ή το Καμερούν, οργανωτικά αυτοπαγιδεύονται, ενώ υποφέρουν και από τη μεγαλομανία των καλοπληρωμένων τους σταρ. Είναι δύσκολο να πείσεις π.χ. τον Ετόο από την Μπαρτσελόνα να έρθει να τα δώσει όλα κόντρα στη Λιβύη».

AFRICAN NATIONS CUP INTERNATIONAL SOCCER

Με λουκ που περισσότερο παρέπεμπε σε Ευγένιο Γκέραρντ, ο Κλοντ Λε Ρουά κοουτσάρισε τη Σενεγάλη στο Κόπα Άφρικα του 1992.

 Ο Λε Ρουά πήρε μια τέτοια ομάδα με σταρ, τη Γκάνα, την οποία έφτασε μέχρι την 3η θέση στο Κόπα Άφρικα του 2008, επίδοση που θεωρήθηκε μάλλον φτωχή καθώς η χώρα ήταν φιλόδοξη διοργανώτρια εκείνου του τουρνουά. Ύστερα από ένα ακόμα αποτυχημένο πέρασμα από την Ασία (Ομάν και Συρία), ο κόουτς ξαναγύρισε στο πρώην Ζαΐρ (και ακόμα πιο πρώην Βελγικό Κονγκό) το 2011, ωστόσο για πρώτη φορά δεν κατάφερε να φέρει μια ομάδα στα νοκ-άουτ του Κόπα Άφρικα, τη διοργάνωση-σπεσιαλιτέ του, αποκλειόμενος με 3 ισοπαλίες (2013, Νότια Αφρική). Στο προηγούμενό του πέρασμα από τη Λ.Δ. του Κονγκό, μιλούσε για μια χώρα 55 εκατομμυρίων που λατρεύει το ποδόσφαιρο όσο καμία άλλη. Εφτά χρόνια αργότερα, ο πληθυσμός είχε φτάσει στα 75 εκατομμύρια (!). Ωστόσο το συμπέρασμα ήταν ίδιο: «Και όλοι τους είναι τελείως τρελαμένοι με το ποδόσφαιρο. Στη Βραζιλία π.χ. θ’ ακούσεις πολλούς να σου λένε ‘όχι, δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου’. Εδώ όμως αυτό δεν συμβαίνει ποτέ».

Η χρυσή αλλαγή,

Η χρυσή αλλαγή, ο Φαμπρίς Ονταμά, γιορτάζει το γκολ της νίκης των κόκκινων του ‘Κονγκό-Μπραζαβίλ’ απέναντι στη Μπουρκίνα Φάσο.

 Αυτοί οι τρελαμένοι λοιπόν φίλοι του και ποδοσφαιρόφιλοι, θα βρεθούν απέναντί του το Σάββατο (31/1) στον 1ο προημιτελικό του 30ου Αφρικανικού Κυπέλλου Εθνών, που φέτος διεξάγεται στην Ισημερινή Γουινέα (17/01 – 08/02). Στη Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Γαλλικό Κονγκό), που ο Λε Ρουά κοουτσάρει από τον Δεκέμβριο του 2013, ο πληθυσμός είναι πολύ μικρότερος (4.5 εκ.), όμως ο ενθουσιασμός είναι τεράστιος για το κατορθώματα μιας ομάδας που είχε να πετύχει νίκη σε τελική φάση Κόπα Άφρικα 41 χρόνια, από τη διοργάνωση της Αιγύπτου το 1974, στη μόνη –και σύντομη- «χρυσή εποχή» της. Με τον 22χρονο στράικερ της Αλμερία Τιεβί Μπιφουμά να αποτελεί έναν από τους σταρ του τουρνουά και τον Ντελβίν Εντινγκά του Ολυμπιακού σταθερό στην 11άδα, το Κονγκό πέρασε 1ο και σχετικά εύκολα από ένα γκρουπ που συμπεριλάμβανε και τους διοργανωτές, με όλες τις δυσκολίες που συνεπάγεται αυτό. Ο Λε Ρουά δεν δίστασε να τσακωθεί παραμονές της πρεμιέρας με την Ισημερινή Γουινέα (1-1, 17/01), καταγγέλλοντας ότι το ξενοδοχείο που παραχωρήθηκε στην ομάδα του δεν είχε αρκετά δωμάτια, δεν είχε νερό και ήταν γεμάτο με γυμνά καλώδια. «Δεν ζητάμε ξενοδοχείο 5 αστέρων, θέλουμε απλά έναν επαρκή αριθμό καθαρών δωματίων με νερό», ξέσπασε, μαλακώνοντας λίγες μέρες αργότερα, ύστερα από τη νίκη του Κονγκό κόντρα στην Γκαμπόν (1-0, 21/01), καθώς «όλα μας το προβλήματα λύθηκαν ως διά μαγείας, μετά το ματς με την Ισημερινή Γουινέα». Η νέα νίκη απέναντι στη Μπουρκίνα Φάσο (2-1, 25/01) σφράγισε την πρωτιά και σε συνδυασμό με τη δραματική πρόκριση, με 3 ισοπαλίες, των γειτόνων του β’ ομίλου, βγήκε το ζευγάρι Κονγκό/Μπραζαβίλ vs Κονγκό/Κινσάσα, από τα ονόματα των πρωτευουσών με τα οποία συχνά αποκαλούνται οι δύο χώρες για να ξεχωρίζονται. Το καταπληκτικό είναι ότι οι δύο αυτές πόλεις, Μπραζαβίλ και Κινσάσα, χωρίζονται μόνο από τον ποταμό Κονγκό, με αποτέλεσμα να είναι οι πιο κοντινές μεταξύ τους πρωτεύουσες του κόσμου (απόσταση 2 ναυτ. μιλίων / 4 χιλιομέτρων). Συνήθως οι άνθρωποι μεταφέρονται από τη μία πόλη στην άλλη με το φέρι, μέσα σε περίπου μισή ώρα.

Οι δυο πιο κοντινές πρωτεύουσες

Οι δυο πιο κοντινές πρωτεύουσες στον κόσμο, Κινσάσα και Μπραζαβίλ, στον χάρτη. Ανάμεσά τους σαν φυσικό σύνορο, ο ποταμός Κονγκό.

 «Ξέρω σαν την παλάμη μου όλη την ομάδα τους, ορισμένους από τους παίκτες τούς είχα το 2006, και σχεδόν όλους τους υπόλοιπους το 2012-2013», προβοκάρει ο Λε Ρουά ενόψει του προημιτελικού, θέλοντας να υπογραμμίσει και τον δικό του ρόλο στο παιχνίδι. «Δεν θα ‘ναι πάντως εύκολο», τρέχει να συμπληρώσει. «Μην ξεχνάτε ότι εμείς στο Κονγκό/Μπραζά είμαστε μόνο 4 εκατομμύρια και παίζουμε εναντίον 75 εκ., και μάλιστα με παίκτες που έχουν βρει δουλειές σε όλα τα μεγάλα πρωταθλήματα». Όσο για το δικό του μέλλον, αν υπάρχει τέτοιο μετά το φετινό Κ.Α: «Το 2019 το Κύπελλο θα διοργανωθεί στο Καμερούν, και ίσως τότε να είναι η κατάλληλη στιγμή να κλείσω τον κύκλο. Όλα για μένα στην Αφρική ξεκίνησαν από το Καμερούν».    

   

http://youtu.be/PamD3_OSThY 

Το παιχνίδι Κονγκό-Λαική Δημοκρατία του Κονγκο θα μεταδοθει από το Europort HD  σήμερα Σάββατο 31 Ιανουαρίου στις 6 το απόγευμα

The post Ο άνθρωπος που έφερε το Κονγκό αντιμέτωπο με το Κονγκό appeared first on POPAGANDA.

Η φανταστική ιστορία των Aphrodite’s Child

$
0
0

Πραγματικά νιώθεις δέος με το πόσο cool φαίνεται, σε σύγχρονα νεανικά αισθητικά συμφραζόμενα, ο Ντέμης Ρούσσος στο βίντεο που συνοδεύει το “Four Horsemen” έτσι όπως έχει ανέβει εξ ονόματος των Aphrodite’s Child στο διαδίκτυο. Κι όμως, μέχρι και πριν από λίγο καιρό η πολιτικά ορθή ροκ άποψη υπαγόρευε –στην καλύτερη- να τον σνομπάρεις, στη χειρότερη να τον χλευάζεις.

http://youtu.be/3KCbqhJt16k

_2

Οι Idols. Στο κέντρο παίζοντας μπάσο ο Ντέμης Ρούσσος.

Όταν ο Βαγγέλης Παπαθανασίου ίδρυε τους θρυλικούς Forminx (μόλις στα 1962), η οικογένεια του 16χρονου τότε Αρτέμιου-«Ντέμη»- Ρούσσου ήταν δεν ήταν έναν χρόνο εγκατεστημένη στην Αθήνα, έχοντας φτάσει άρον-άρον από την Αλεξάνδρεια, όπως άλλωστε χιλιάδες «Αιγυπτιώτες», μετά τα γεγονότα της αραβοϊσραηλινής κρίσης του Σουέζ. Τα πρώτα βήματα του (κατά 3 χρόνια μικρότερου) Ντέμη ήταν πολύ πιο ταπεινά, ως –όχι ιδιαίτερα πετυχημένος- μπασίστας των επίσης δημοφιλέστατων ldols, από τους οποίους γρήγορα έφυγε για να πάει στους Minis, όπου και συναντήθηκε με τον ντράμερ Λουκά Σιδερά, ο οποίος επίσης προερχόταν από άλλο συγκρότημα, τους Stormies. Ο Σιδεράς, συμμαθητής και παιδικός φίλος του Παπαθανασίου, ήταν ο άνθρωπος-κλειδί για τη δημιουργία των Aphrodite’s Child, μια και ήταν εκείνος που έφερε σε επαφή τους Βαγγέλη και Ντέμη. Ένα βιβλίο που έγραψε κάποτε (Αδυνατίστε και Παραμείνετε Αδύνατοι, Ε.Α.Κ. ΕΠΕ-Ν ΣΜΥΡΝΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ, 1985) ο Ντέμης για τις δίαιτές του παρέχει απρόσμενες «από μέσα» πληροφορίες για εκείνη την πρώτη συνάντηση στο σπίτι του Βαγγέλη, τέλη του καλοκαιριού του ‘66:

«Έμενε με τους γονείς του στο κέντρο της Αθήνας. Το δωμάτιό του ήταν γεμάτο μουσικά όργανα και είχε ήδη εκείνο το  hammond που αργότερα θα μας συνόδευε παντού (…) Συζητήσαμε για λίγο, παίξαμε και ο Βαγγέλης μου ζήτησε να τραγουδήσω. Διάλεξα το “House of the Rising Sun”…».  

maxresdefault

Οι Forminx. Αριστερά στα πλήκτρα, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου.

Από εκεί και πέρα ήταν θέμα λίγων μηνών ώστε ο Παπαθανασίου να μεταδώσει στους άλλους δύο την αποφασιστικότητά του για το επόμενο βήμα. Τα δεκάδες συγκροτήματα στην αγγλόφωνης ελληνικής σκηνής της εποχής διέφεραν ουσιαστικά από τα -εκατοντάδες- σημερινά κυρίως ως προς ένα σημείο, τις προϋποθέσεις εξεύρεσης μεροκάματου. Στη δεκαετία του ‘60 ήταν πολύ πιο εύκολο για ένα σχήμα να παίζει σε καθημερινή βάση διασκευές επιτυχιών της εποχής σε «κλαμπάκια», ξενοδοχεία, εστιατόρια και πάρτι κερδίζοντας ένα σεβαστό ποσό για τον κόπο του, σε σύγκριση με τη σημερινή εποχή του –πρακτικά άμισθου-  live στα «λαϊβάδικα». Ο κανόνας βέβαια ήταν ότι κάτι ο στρατός, κάτι η κούραση από τα ξενύχτια, κάτι οι οικογενειακές επιχειρήσεις που θα απέφεραν πολύ περισσότερα (καθότι πολλοί από τους ποπ-ροκ μουσικούς ήταν γόνοι εύπορων οικογενειών), οδηγούσαν σε πρόωρες εγκαταλείψεις. Όμως εφόσον εντόπισαν ένα κοινό πάθος και είχαν δεδομένες οικονομικές δυνατότητες, αλλά και επαγγελματική συνείδηση που ξέφευγε από τα όρια της «Σόνιας» στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας (άντρο για κάθε ίντριγκα στη σκηνή) οι τρεις μουσικοί άρχισαν εντατικές πρόβες για κάτι πιο μεγάλο που γεννιόταν, με τη συνοδεία και ενός τέταρτου, του κιθαρίστα Αργύρη «Silver» Κουλούρη, επίσης πρώην στελέχους των Minis. Το γκρουπ έκανε τις πρώτες του ηχογραφήσεις (ως Ορχήστρα Βαγγέλη Παπαθανασίου) παίζοντας τέσσερα τραγούδια του Γιώργου Ρωμανού στο δίσκο του In Concert and in Studio (1968), ο οποίος θεωρήθηκε ως ένα από τα πρώτα δείγματα ψυχεδελικής φολκ-ροκ made in Greece . 

aphrodites-child-end-of-the-world-1968

Το πρώτο LP των Aphrodite’s Child

«Όσο περνούσε ο καιρός συνειδητοποιούσαμε ότι αν θέλαμε να κάνουμε μια ενδιαφέρουσα καριέρα θα έπρεπε να εγκαταλείψουμε την Ελλάδα. Η νοοτροπία που επικρατούσε ήταν καθαρά επαρχιακή, σχεδόν οπισθοδρομική», αναφέρει ο Ντέμης στο βιβλίο του. Ου μην αλλά και… απριλιανή η νοοτροπία αυτή από το ‘67 και μετά, και τελικά το ταξίδι του συγκροτήματος (δίχως τον Κουλούρη, που τον πρόλαβε ο –σχεδόν τριετής τότε- στρατός) πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του ΄68,  με αρχικό προορισμό το Λονδίνο. Ενδεικτικό του ότι μιλάμε για άλλες εποχές, οι Ρούσσος και Σιδεράς που έφυγαν πρώτοι δεν κατάφεραν να περάσουν από το τελωνείο του Ντόβερ στερούμενοι την απαραίτητη άδεια εργασίας, γι’αυτό και άλλαξαν ρότα καταλήγοντας στο Παρίσι, όπου τους βρήκε λίγο αργότερα ο Παπαθανασίου. Όλοι τους ήταν εντελώς ανύποπτοι για ό,τι θα συνέβαινε στην πόλη περίπου ένα μήνα μετά. Έτσι κι αλλιώς είχαν πάει για άλλη δουλειά, η οποία συνέπεσε με το γενικό χαμό στην γαλλική πρωτεύουσα: αρχές του Μάη του ’68 οι τρεις τους συναντούσαν τους εκπροσώπους της Phonogram Records (εταιρείας του Παπαθανασίου και στην Ελλάδα) σ’ ένα ξενοδοχείο πολύ κοντά στα Ηλύσια Πεδία. Εκεί υπόγραψαν ένα λεόντειο 6ετές συμβόλαιο (που προέβλεπε συνολικό ποσοστό 2% και για τους τρεις επί των πωλήσεων) κι άρχισαν αμέσως τις ηχογραφήσεις, παίρνοντας ένα χαρτζιλίκι 1.000 φράγκων (περίπου 6.000 δραχμών με τα τότε δεδομένα) για τα τρέχοντα έξοδα. Η πίεση από το οικονομικό στρίμωγμα μπορεί να κάνει θαύματα, όπως έγινε με το “Rain and Tears”, πρώτο προϊόν του γκρουπ που κυκλοφόρησε τον ίδιο μήνα σε 45άρι σινγκλ ανεβαίνοντας τάχιστα στο νο 1 στη Γαλλία, ενώ λίγες εβδομάδες αργότερα ακολούθησαν Αγγλία, Αμερική, Γερμανία, Ολλανδία, Ιταλία κ.ά. Το τραγούδι που έμελλε να αποτελέσει μέχρι σήμερα τη μεγαλύτερη επιτυχία του συγκροτήματος, ήταν μια μπαλάντα-σύνθεση του Παπαθανασίου που στηρίχτηκε εν μέρει σε ένα κομμάτι του 17ου  αιώνα από τον Γερμανό συνθέτη του Μπαρόκ Γιόχαν Πάχελμπελ, ενώ οι στίχοι ήταν γραμμένοι από τον 23χρονο τότε Γάλλο στιχουργό και ηθοποιό Μπόρις Μπέργκμαν.  Το τραγούδι περιλήφθηκε στο LP End of the World που κυκλοφόρησε στα τέλη του ’68, σε μια εποχή που το συγκρότημα είχε ήδη γυρίσει ολόκληρη τη Γαλλία κι ετοιμαζόταν να κατακτήσει την Ευρώπη. Ο δίσκος χαρακτηρίστηκε από ποπ τραγούδια που θύμισαν κάτι από Kinks (“Mr Thomas”), αλλά και άλλες μπαλάντες που ταύτισαν το συγκρότημα με μπάντες του progressive rock όπως οι Moody Blues και οι Procol Harum, την ώρα που οι Aphrodite’s Child συνέπεσαν χρονικά με άλλα παρεμφερή –και πιο αναγνωρίσιμα- συγκροτήματα (Yes, King Crimson), ενώ προηγήθηκαν και ορισμένων άλλων (Emerson Lake & Palmer, E.L.O.). Τα οργιώδη, γεμάτα τεχνάσματα πλήκτρα του Βαγγέλη και τα ανατολίτικα μοτίβα στη φωνή του Ντέμη έδιναν το ξεχωριστό χρώμα στο ήχο, την ώρα που οι κιθάρες κρατιούνταν πίσω, μια και δεν ήταν το δυνατό σημείο του «Παιδιού της Αφροδίτης». 

Την επόμενη χρονιά (1969) το συγκρότημα ταξίδεψε στο, φιλόξενο αυτή τη φορά, Λονδίνο, όπου ηχογράφησε το δεύτερό του άλμπουμ με τίτλο It’s Five O’ Clock, στα περίφημα Trident Studios του Σόχο. Το ομώνυμο κομμάτι που ξεκινά το άλμπουμ ακολουθεί το γενικό πλαίσιο τού End of the World, με μια κλασική εισαγωγή στα πλήκτρα, ωστόσο στη συνέχεια δεν λείπουν οι εκπλήξεις με την επιτυχία (σε σύνθεση Λουκά Σιδερά) “Let me Love Let me Live” (που είχε κυκλοφορήσει σε σίνγκλ τον Οκτώβριο του ‘69) να κινείται σε πιο ψυχεδελικούς τόνους κι ένα ύφος μανιφέστου, στοιχεία που θα μπορούσαν να είχαν εντάξει τους Aphrodite’s Child στο πρόγραμμα του Γούντστοκ (που είχε συμβεί τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς). Ο πιο πολύς κόσμος αγάπησε πάντως τη ρομαντική μπαλάντα “Marie Jolie”.

clockmini

Η ιαπωνική έκδοση του δεύτερου LP τους

«Για δύο χρόνια η μία επιτυχία ακολουθούσε την άλλη, αλλά ο Βαγγέλης δεν ήταν ικανοποιημένος. Γράφαμε τραγούδια, αυτός όμως είχε τη διάθεση να δημιουργήσει μια πιο σοβαρή μουσική, σαν αυτή που έγραφε πάντα μόνος του», συνέχιζε ο Ντέμης.  Λίγο μετά την κυκλοφορία του It’s Five O’ Clock το συγκρότημα ξεκίνησε περιοδεία σε Ισπανία και Ιταλία, δίχως όμως τον Βαγγέλη που προτίμησε να ασχοληθεί για πρώτη φορά με κινηματογραφικό σάουντρακ (Sex Power, σε σκηνοθεσία Χένρι Τσάπιερ). Τη θέση του πήρε ο επίσης πληκτράς, φίλος του Ρούσσου, Χάρης Χαλκίτης και η συννεφιά που ο καθένας ψυχανεμίζεται για τις σχέσεις των μελών της μπάντας μετά από μια τέτοια κίνηση ήταν πλέον πραγματικότητα. «Πάντα είχα μια τυφλή εμπιστοσύνη στον Βαγγέλη και πάντα αγαπούσα και θαύμαζα τη δουλειά του. Εκείνος όμως ήθελε να σταματήσουμε τις περιοδείες και να αφιερώσουμε περισσότερο χρόνο στις ηχογραφήσεις, πράγμα που δεν με συνέφερε οικονομικά». 

129818-b

Το θρυλικό άλμπουμ 666, κύκνειο άσμα του γκρουπ.

Μέσα σε όλα, τα σχέδια για ένα επόμενο άλμπουμ προκαλούσαν ακόμη μεγαλύτερες εντάσεις ανάμεσα στα διαφορετικά πλάνα, καθώς άλλο ήταν αυτό του Παπαθανασίου, άλλο των άλλων δύο και άλλο της εταιρείας τους, που κατόπιν συγχωνεύσεων ήταν πια η Mercury Records. Όταν το διάρκειας 78 λεπτών διπλό άλμπουμ 666 κυκλοφόρησε μετά κόπων και βασάνων το 1972 το συγκρότημα είχε ήδη διαλυθεί έχοντας ο καθένας  προηχογραφήσει τα μέρη του, ενώ οι επιτετραμμένοι της Mercury τραβούσαν τα μαλλιά τους από τις αρχικές πωλήσεις. Ωστόσο, με τον καιρό ήρθε η αναγνώριση για αυτή τη μεταφορά της Αποκάλυψης του Ιωάννη σε όρους progressive rock, αποτέλεσμα της συνεργασίας του Βαγγέλη με τον σκηνοθέτη Κώστα Φέρρη (έγραψε τους στίχους), σε σημείο που σήμερα να θεωρείται μακράν ως το πιο επιτυχημένο άλμπουμ του συγκροτήματος, καλλιτεχνικά και εμπορικά. Ακόμη κι αν οι παρεμβάσεις της εταιρείας ήταν συχνά τραχιές (με κλασικότερο παράδειγμα τη μάχη που έδωσε ο συνθέτης για να συμπεριληφθούν 5 λεπτά και 15 δευτερόλεπτα από τα 39 συνολικά του κομματιού “∞” -μαθηματικό σύμβολο του άπειρου- στο οποίο ακουγόταν το ουρλιαχτό της Ειρήνης Παππά με συνοδεία χαοτικών κρουστών), το 666 θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους δίσκους του 1971 σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως και ένα  άλμπουμ-ορόσημο τόσο για το progressive rock, όσο και για τη μορφή του ως «εννοιολογικό» (conceptual) άλμπουμ, επικεντρωμένο γύρω από έναν κεντρικό θεματικό-υφολογικό πυρήνα από την αρχή έως το τέλος του.  Κομμάτια όπως το “Four Horsemen” δεν έμελλε τελικά ποτέ να παιχτούν ζωντανά από τους Aphrodite’s Child, ωστόσο όλη αυτή η ψυχεδελική καταιγίδα από συνθεσάιζερ, έθνικ στοιχεία, απαγγελίες, χορωδίες και κρουστά εξακολουθεί να αυξάνει με σταθερό ρυθμό τις πωλήσεις της (έχοντας ξεπεράσει πια τα 20 εκ ανά τον κόσμο), πόσω μάλλον που αυτό το εξεζητημένο ροκ ύφος γνώρισε σχετικά πρόσφατα άλλη μία αναβίωση, με τα συγκροτήματα της λεγόμενης new prog σκηνής (Mystery Jets, Doves, Muse κ.ά.). Ο κόσμος του εδώ ροκ έχει γενικά την τάση να ψιλοσνομπάρει τα Παιδιά της Αφροδίτης, κυρίως λόγω κάποιων εξτραβαγκάν στοιχείων της σόλο καριέρας που ακολούθησαν οι δύο από τους τρεις (ο Λουκάς Σιδεράς έκανε κι αυτός σόλο απόπειρες, όμως γενικά έμεινε στην αφάνεια). 

17 ετών (1963) σε τυπικό αθηναϊκό μπαλκόνι

Ο Ντέμης Ρούσσος 17 ετών (1963) σε τυπικό αθηναϊκό μπαλκόνι

Όπως και να ‘χε, αυτή ήταν η πιο συναρπαστική περιπέτεια ελληνικού συγκροτήματος στο εξωτερικό, και μάλιστα δεν κράτησε παραπάνω από δύο-τρία χρόνια. Ο τελευταίος λόγος ανήκει στα γραφόμενα του Ντέμη: «Τελικά όμως ένα συγκρότημα είναι σαν ένα ζευγάρι, και ακόμα χειρότερα, γιατί υπάρχουν περισσότεροι από δύο ενδιαφερόμενοι: όταν υπάρχουν μεγάλες διαφορές στη νοοτροπία και στους στόχους, αναπόφευκτα ακολουθεί ο χωρισμός. Άλλωστε, οι μετέπειτα καριέρες μας το απέδειξαν. Δεν είχαμε τους ίδιους στόχους».    

The post Η φανταστική ιστορία των Aphrodite’s Child appeared first on POPAGANDA.

Αν είσαι Γιουβεντίνος ξέρεις ότι οι τελικοί είναι μια πονεμένη ιστορία

$
0
0

Αχώνευτη, κωλόφαρδη, σπρωχτή, στησάκιας, κατεστημένο, βάλτε ό,τι άλλο θέλετε εφόσον αντιπαθείτε τη Βέκια Σινιόρα, που για πρώτη φορά κατεβαίνει τρανταχτό αουτσάιντερ σε μεγάλο ευρωπαϊκό τελικό. Αυτό από μόνο του είναι ένα ελπιδοφόρο μήνυμα, αφού οι αντίστοιχες εμπειρίες από τότε που η «Μεγάλη Κυρία» πόζαρε σαν φαβορί, ήταν κατά βάση τραυματικές. Μην ξεχνάμε ότι ακόμα κι όταν σήκωσετην πρώτη της μεγάλη κούπα πένθησε 39 νεκρούς, μαζί με ολόκληρη την ποδοσφαιρική υφήλιο, στο μεγαλύτερο μακελειό της ιστορίας του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.

Αποφεύγω το πρώτο πληθυντικό για τις ομάδες που υποστηρίζω στο εξωτερικό, αν όμως υπάρχει μία της καρδιάς απ’ όλο τον υπόλοιπο πλανήτη, αυτή είναι η Γιούβε. Όπως για τους περισσότερους, οι λόγοι έχουν τις ρίζες τους σε συμπτώσεις από την παιδική ηλικία, που σε απενοχοποιούν όταν καλείσαι να εξηγήσεις («Γιουβέντους;! Είσαι σοβαρός;! Μιλάμε τη μισώ την κωλοομάδα!!»). Για μένα η Γιούβε ήταν το σίκουελ από το καθόλα θριαμβευτικό Μουντιάλ του ’82, όταν κι έδεσε η σχέση λατρείας με το άθλημα. Οι περισσότεροι από τους ήρωές μου της Σκουάντρα Ατζούρα έπαιζαν εκεί: και Τζοφ και Τζεντίλε και Καμπρίνι και Σιρέα και Ταρντέλι, βάλε και Μπέτεγκα και φυσικά Πάολο Ρόσι, ο ατακάντε, που μετά το ισπανικό έπος θαρρούσες ότι τα ‘χε εύκολα τα 2-3 τεμάχια σε κάθε αγώνα. Συν τον Πλατινί που τότε θεωρούταν το καλύτερο 10άρι στην Ευρώπη και τον πυρόξανθο πολωνό Μπόνιεκ, που επίσης είχε κάνει μεγάλη αίσθηση στο España 82.

Οι οιωνοί έδειχναν 100% ευνοϊκοί, αφού κι ο ημιτελικός ήταν παρόμοιος με του Μουντιάλ, κόντρα σε Πολωνούς (Βίτζεβ Λοτζ!), και η πρόκριση ήρθε το ίδιο άνετα. Ποιο Αμβούργο τώρα και ποιοι Γερμανοί …αυτό που μάλλον μου διέφυγε ήταν ότι, σε αντίθεση με τη Γιούβε, το Αμβούργο είχε μόνο τον δεξιό μπακ, τον Καλτς (παιχταράς) και τον κεφαλοσφαιριστή Χρούμπες από τη Μάνσαφτ του ΄82, αφού η αιώνια βάση της είναι η Μπάγερν. Ο δε Μάγκατ ήταν μάλλον συμπλήρωμα της αποστολής στην Ισπανία και τον ήξερες μόνο από τα Panini. Μάλλον επίσης διέλαθε της προσοχής μου κι ένα κλασικό γερμανικό σουτ (του), που τίναξε τα δίχτυα του Σαργκάνη γράφοντας το 0-1 στην κόντρα Ολυμπιακού-Αμβούργου το Νοέμβρη του ’82, για τον β’ γύρο του Πρωταθλητριών εκείνης της σεζόν (τελικά το ματς έληξε στο 0-4). Ένα ακόμα καλύτερο σουτ του Μάγκατ, στο ίδιο τέρμα του ΟΑΚΑ, περίπου από το ίδιο σημείο, με το ίδιο πόδι το αριστερό, όχι απλά γερμανικό αλλά καθολικά ασύλληπτο, πήγε στο Γ του Τζοφ  αφού πρώτα τον κρέμασε, μόλις στο 8ο λεπτό του τελικού. Δείτε τον ευτυχή Φέλιξ σε κατοπινό γύρισμα να αναπολεί τη γκολάρα του ζαχαρώνοντας και την Ακρόπολη:

Τελικά ο Τζοφ στα 41+ έμοιαζε σα να χει ‘σκεβρώσει, ο Ρόσι ζήτημα ν’ ακούμπησε 5-6 φορές τη μπάλα και βγήκε σαν κουρασμένο ψωράλογο γύρω στο 65′, στη θέση του μπήκε μια τρίφυλλη ντουλάπα, ο Μαροκίνο, κι έμεινε ο Πλατινί να κυνηγάει τον Ρουμάνο ρέφερι όταν κάπου στο 80′ τράκαρε με τον γκολκίπερ Στάιν. Της πλάκας φάση, που με την αμέριστη στήριξη του ταγμένου αντιγερμανού Γιάννη Διακογιάννη («Ο Ραϊνέα αρνήθηκε το καθαρό πέναλτι!») έδωσε έστω ένα πάτημα να ‘χεις να γκρινιάζεις στη γερμανική μειοψηφία την άλλη μέρα στο σχολείο. Στου Πράπα στο Παλιό Φάληρο, απόγευμα της επόμενης του τελικού, 2-3  οπαδοί του Αμβούργου είχαν πιεί μπύρες πολλές, κακοποιούσαν τραγούδια της ομάδας και γυρνούσαν ένα-ένα τα τραπέζια γκαρίζοντας στο κατά βάση ιταλόφιλο εγχώριο κοινό, μεταξύ των οποίων κι εγώ με τον μπαμπά: «Ρόσι ε Φακέτι, μαλάκα!», με τάχα μου ιταλική προφορά. Κάπως έτσι ένιωθαν να ξεπλένουν το διπλό τους στραπάτσο στα Μουντιάλ ’82 και ΄70 (εξού και Φακέτι), προφανώς μην ξέροντας ότι θ’ ακολουθούσαν κι άλλα ( Μουντιάλ ’06 και Euro ‘12). Η πλάκα είναι ότι όσο κι αν στα χρόνια που ακολούθησαν το Αμβούργο συνήθισε σε πολύ χαμηλότερες πτήσεις, η Γιουβέντους  ήταν αυτή που γνώρισε και τη Β’ Εθνική, σε αντίθεση με το HSV, που όλο τη γλιτώνει στο τσακ.

,                                     1                                             ,                             .

Χαζό δεν το λες, αλλά ο Πλατινί πανηγύρισε ανόητα το πρώτο Πρωταθλητριών της Γιούβε ανάμεσα σε πτώματα, τη μοιραία βραδιά του Χέιζελ

Έχοντας κερδίσει το Κυπελλούχων του ΄84 κόντρα στην Πόρτο, η πορεία της Γιούβε στο Πρωταθλητριών του ’85 ήταν περίπατος, της αρκούσε να αποκλείσει την Ίλβες Τάμπερε, τη Γκρασχόπερς, τη Σπάρτα Πράγας και τη Μπορντό για να φτάσει στον τελικό, αδιανόητα απλούστερο σε σύγκριση με τώρα. Όσο για τη Λίβερπουλ, τα ίδια και λίγο πιο δύσκολα: Λεχ Πόζναν, Μπενφίκα, Αούστρια και… Πανάθα. Κι όμως, τέτοιου τύπου νοκ-άουτ είχαν διαφορετικό ανταγωνισμό απ’ όσο θα φαινόταν σήμερα  (ο περιορισμός στις μεταγραφές εξωτερικού κρατούσε πιο κλειστές τις ψαλίδες), αλλά και υπόσταση (ακριβώς επειδή ήταν νοκ-άουτ), έμεναν δηλαδή αξέχαστα.. Είναι αλήθεια ότι χάρη στην πορεία του τριφυλλιού μέχρι τους 4  ήταν η πρώτη χρονιά που ο κόσμος παρακολούθησε τη διοργάνωση (ένα ματς σε κάθε αγωνιστική ή έστω ένα ημίχρονο, αν είχαν πιάσει πείσματα τον Γιώργο Βαρδινογιάννη) από την αρχή μέχρι το τέλος στην τηλεόραση, και το ενδιαφέρον εκτοξεύτηκε. Το πιο αξιολησμόνητο εκείνη τη χρονιά ήταν, φυσικά, ο ίδιος ο τελικός. Τον περιμέναμε με μεγάλη αγωνία, προσωπικά με πώρωση ίσως πιο ισχυρή απ’ του ‘83, αφού η Λίβερπουλ ήταν παραδοσιακός εχθρός άμα είχες διαλέξει τη Γιουνάιτεντ, ειδικά τότε που η LFC ήταν εκνευριστικά καλή και η ManUtd τρομερά άμπαλη. Τελειώματα πέμπτης δημοτικού, μπορούσες να πετύχεις παράταση της ώρας κατάκλισης για τις 11 εφόσον το ματς άρχιζε στις 9, όμως τα σύννεφα είχαν φανεί από νωρίς. Τελικά, ο Ντάινα σφύριξε την αδιανοήτη έναρξη στις 10.41 ελληνική ώρα, κι έμειναν μόνοι στον κόσμο τους να πανηγυρίσουν ο Πλατινί και ο πυρόξανθος Μπόνιεκ, όταν ο συμπατριώτης του σφύριξε μπέναλντι, για παράβαση που χωρίς υπερβολή έγινε 2+ μέτρα έξω από την περιοχή. Στο χαοτικό σκηνικό του Χέιζελ η Γιούβε μέτρησε το 1ο της κύπελλο και 39 νεκρούς (μαζί με όλο το ποδόσφαιρο), και όλα θα ‘ταν μάλλον καλύτερα αν τελικά στις Βρυξέλλες είχαν έρθει οι βαζέλες…

10 χρόνια, κάτι μήνες και 3 κούπες της Μίλαν μετά, η Γιούβε ξεκινούσε –κατά σύμπτωση πάλι μαζί με την Πανάθα- μια μεγάλη καμπάνια, την πρώτη σοβαρή για το Τσάμπιονς Λιγκ πλέον. Το Σεπτέμβρη του ’95 ήμουν σε μια φοιτητική εστία στο Παρίσι, και στο σαλονάκι κάτω υπήρχε τηλεόραση όπου μαζευόμασταν οι διάφοροι όταν είχε μπάλα. Βλέποντας τα στιγμιότυπα από το Ντόρτμουντ-Γιουβέντους στην 1η αγωνιστική των ομίλων, ένα γκολ-ζωγραφιά του Ντελ Πιέρο, απ’ αυτά που τον ταύτισαν με τον Πιντουρίκιο, έκανε τον άγνωστο γερμανό δίπλα μου, μεκατάξανθη χαίτη, κατακόκκινα μάτια και μεταξύ 6ης και 7ηςμπύρας, να γυρίσει και να μου πει:

«Άλεξ Ντελ Πιέrro, ιζ μέιμπι ζε μπεστ πλέια αφ ζι γουάrντ νάο».

Και πραγματικά, έχοντας δει στα ασπρόμαυρα τους 3 κορυφαίους, κατά τη γνώμη μου, αρτίστες της μπάλας των χρόνων από το ’90 ως το 2006 χοντρικά, δηλαδή Μπάτζιο, Ντελ Πιέρο και Ζιντάν, απορώ με όσους δεν αναγνώρισαν έστω μια γλύκα στο παιχνίδι της Γιουβέντους, που ειδικά επί Λίπι συνδύαζε ιδανικά την καλλιτεχνία με τον ρεαλισμό και την ομαδική δουλειά στην άμυνα, τα παραδοσιακά δηλαδή στοιχεία του ιταλικού παιχνιδιού. Δεν είναι τυχαίο που σ’ αυτά τα χρόνια η Γιούβε χτυπούσε πάντα διάνα στα χαφ (6άρια και 8άρια), συνήθως πριν γίνουν διάσημοι (βλέπε Ντεσάμπ, Μέλερ, Πάουλο Σόουζα, Κόντε, Ντάβιντς, Γιούγκοβιτς, Νέτβεντ κ.ά, μέχρι τώρα, Πογκμπά και Βιντάλ). Ταυτόχρονα υπήρχαν πάντα βιβλικές μορφές που έπαιζαν με λύσσα για την ομάδα, όπως τότε ο Μορένο Τοριτσέλι, ο αριστερός φούλμπακ που έμοιαζε σαν να ‘χε κάνει και 5-6 χρόνια φυλακή, αλλά και τρελόπαιδα σαν τον Τζιανλούκα Βιάλι, ίσως τον τελευταίο παίκτη στην ιστορία του (τοπ) ποδοσφαίρου που (θρυλείται ότι) μπορούσε να πάει στο γραφείο του προπονητή να κουβεντιάσουν πίνοντας και καπνίζοντας. Ο τελικός του ’96, κόντρα στον όντως σπουδαίο Άγιαξ της εποχής, στα τελειώματά του πάντως, παραμένει μέχρι σήμερα ο –και καλά- θριαμβευτικός της Γιούβε, όπου κι εκεί πάντως δεν λείπουν πράγματα που το ψιλοχαλάνε, όπως:  1) ο τελικός έγινε στη Ρώμη, δηλαδή ουσιαστικά εντός έδρας, 2) η ομάδα κατέβηκε με τα μπλε κι όχι με τα παραδοσιακά ασπρόμαυρα ριγέ, 3) το γκολ της Γιούβε προήλθε από μια τραγική ασυνεννοησία του Φρανκ ντε Μπουρ με τον Φαν ντερ Σάαρ, κάπου ανάμεσά τους χώθηκε ο ψαρο-Φαμπρίτσιο Ραβανέλι που καλός ήταν για την Ντέρμπι Κάουντι, και τελικά η μπάλα δεν βρήκε καν τα δίχτυα, 4) από τη στιγμή που ισοφάρισε ο Λίτμανεν προς το τέλος του α’ ημιχρόνου το ματς πήγαινε ντουγρού για τα πέναλτι, όπου 5) κέρδισες μεν, αλλά στο τάι μπρέικ.

,                                      -        -         ,                                                   ,                 1996         .

Με άψογης ιταλικής ραφής φανελάκι, ο Φαμπρίτσιο Ραβανέλι πανηγυρίζει το κάτι-σαν-γκολ του που άνοιξε το σκορ για τη Γιούβε κόντρα στον Άγιαξ, στον τελικό του 1996 στη Ρώμη

Ακολούθησαν άλλοι δύο τελικοί στο καπάκι για την καλύτερη Γιούβεπου θυμάμαι, πιθανά και όλων των εποχών,  με Ντελ Πιέρο και Ζιντάν μαζί, που έκανε περίπατο στους ομίλους και μοίραζε 4άρες στα νοκ-άουτ. Όμως το ΄97 στο Μόναχο, και πάλι με τον δυσοίωνο αέρα του φαβορί  κόντρα στη Ντόρτμουντ, η Γιούβε το βρήκε από άτομα που τη γνώριζαν καλά, τρεις πρώην δικούς της (Κόλερ, Σόουζα και Μέλερ), συν την αλεπού Χίτσφελντ που ό,τι έκανε του βγήκε, με αποκορύφωμα το 1-3, το απίθανο γκολ–κρεμάλα στον χοντρο-Περούτσι από τον Ρίκεν στην πρώτη του επαφή με τη μπάλα, ενός πιτσιρίκου που μόνο γι’ αυτό τον θυμούνται όσοι δεν λατρεύουν την Μπορούσια. Έτσι πήγε στράφι και το μοναδικό σοβαρό γκολ της Γιούβε σε τελικούς (3 είναι όλα κι όλα,  κι απ’ αυτά τα 2 κάτι σαν γκολ, όπως είδαμε), το ιδιοφυές εναέριο τακουνάκι του Ντελ Πιέρο (1-2). Εκ των υστέρων αποδείχτηκε μοιραία η απόφαση του Λίπι να κρατήσει στον πάγκο τον Πιντουρίκιο, μη μπορώντας να τον χωρέσει κάπου ανάμεσα σε Μπόξιτς, Ζιντάν και Βιέρι. Αυτά είναι, εμείς δεν ήμασταν ποτέ γκαλάκτικος…

Το ’98 στο Άμστερνταμ ο τελικός έμοιαζε κοντά στο 50%-50%, και πάλι όμως αν κάποιος είχε το 51% στα προγνωστικά, ήταν η Γιούβε. Η Ρεάλ Μαδρίτης δεν είχε ακόμα μπει στη λογική τού αγοράζω τα πάντα, έπαιζε τελικό για πρώτη φορά από το ‘81,είχε σηκώσει την κούπα τελευταία φορά το ’66, δεν ήταν καν πρωταθλήτρια της σεζόν, σε αντίθεση με τους μπιανκονέρι, που εμφανίστηκαν και πάλι τέτοιοι, κι όχι μπλου, για πρώτη φορά σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ μετά το Χέιζελ. Οι μαδριλένοι είχαν βέβαια χαφάρες Ρεντόντο, Καρεμπέ και Ζέεντορφ, ενώ το επιθετικό δίδυμο, Ραούλ και Μοριέντες ήταν ακόμα τότε δύο 20άρηδες. Η Βέκια Σινιόρα έμοιαζε πιο ισορροπημένη με 3-5-2 αντί για 4-4-2, τον Ιντσάγκι μέσα στο κουτί, τον Ντελ Πιέρο κοντά του, πίσω τους τον Ζιντάν κι ακόμα πιο πίσω τον Ντάβιντς, πιο πίτμπουλ παρά ποτέ. Ήταν τελικά η ώρα για τη Séptima των Μερένγκες, με γκολ του ψευτοφόρ, του Μαυροβούνιου Πέτζα Μιγιάτοβιτς, που βρέθηκε μόνος του στη μικρή περιοχή, ύστερα από σουτ του Ρομπέρτο Κάρλος και κόντρα στο πόδι του Ιουλιάνο. Όσο βλέπεις τη φάση όλο και πιο οφσάιντ φαίνεται, πάντως για μια ακόμα φορά η Γιούβε δεν έπιασε τα στάνταρ της σ’ έναν τελικό. Μιλάμε για όλα τα στοιχεία του λούζερ, αυτή που θεωρείται αδίστακτη…           

,                                       3                                                         ,    2003               ,                         .

Γοναστιστός, ανάμεσα στους Τακινάρντι και Κόντε, ο Ντελ Πιέρο ετοιμάζεταιο να χάσει τον τρίτο στη σειρά και τελευταίο τελικό της μεγάλης καριέρας του, το 2003 στο Μάντσεστερ από τη Μίλαν στα πέναλτι

Η μόνη συμμετοχή της Γιουβέντους σε τελικό του 21ου αιώνα μέχρι τον φετινό, ήρθε λίγο πριν τη σκεπάσει το βαθύ σκοτάδι του Calciopolis. Αλλά και ο αντίπαλος, η Μίλαν στηριζόταν πάνω σε ένα μοντέλο που είχε ήδη αρχίσει να ραγίζει, μια και η σύγχρονη μοίρα της ταυτίστηκε εύλογα με όλα τα στάδια του μπερλουσκονισμού. Γι’ αυτό και το θεωρητικό κορύφωμα του Calcio, ο τελικός του 2003 με τις δύο ιταλικές ομάδες, σηματοδότησε ουσιαστικά το τέλος μιας χρυσής 20ετίας για τους ιταλικούς συλλόγους, αφού από εκεί και μετά άρχισε η κατηφόρα –και της ιταλικής οικονομίας ταυτόχρονα. Η Γιούβε είχε καθαρίσει Μπαρτσελόνα και Ρεάλ Μ. στα νοκ-άουτ, ενώ ήταν και πρωταθλήτρια, 11 βαθμούς μπροστά από την 3η Μίλαν. Άρα φαβορί… που όμως δεν είχε διαθέσιμο, εξαιτίας μιας μοιραίας κίτρινης κάρτας, τον λέοντα Νέντβεντ, τον καλύτερο παίκτη της εκείνη την περίοδο και ήρωα των νοκ-άουτ. Αντ’ αυτού ο καθόλα συμπαθής Καμορανέζι, και τελικά όλα πήγαν όπως το ‘χαν προβλέψει οι πιο πολλοί, ιταλόφιλοι και μη, σ’ αυτό το μοναδικό ραντεβού: 0-0 και πέναλτι, με τους Ντίντα και Μπουφόν να βγαίνουν φανερά εκτός γραμμής στις περισσότερες εκτελέσεις, αλλά τον ρέφερι Μερκ να μένει μακριά από το τυπολατρικό στερεότυπο που έχουμε για τους γερμανούς. Σουτάρετε κι ό,τι βγει δηλαδή, και τελικά βγήκε Μίλαν, κι από εκεί και μετά η Γιουβέντους βούλιαξε, τιμωρήθηκε όπως της άξιζε, έχασε μεγάλο μέρος από τους φίλους της –ειδικά στο εξωτερικό- αλλά να ‘την πάλι τώρα, πέρα από κάθε αμφισβήτηση 1η στη χώρα της, να βγάζει ανανεωμένη αύρα και να κλέβει κάποιες καρδιές με τον τρόπο που έβγαλε έξω τη Ρεάλ Μαδρίτης, απόλυτα δίκαια και χωρίς να την υπολογίζουν σχεδόν καθόλου.

,              -                                                         -           '         3                  '                               ,                                    ,       ,        .

Ο Τζόρτζο Κιελίνι, ο σέντερ μπακ-ψυχάρα της σύγχρονης Γιούβε και μεγάλος απών του τελικού – ικανός να “μαρκάρει 3 παίκτες μόνος του” κατά τον κόουτς Βάλτερ Ματσάρι, αφήνει το πεδίο ελεύθερο σε Μέσι, Νεϊμάρ, Σουάρες

Τα πράγματα στο Βερολίνο το Σάββατο θα ‘ναι σίγουρα πολύ πιο δύσκολα, ειδικά από τη στιγμή που οι διαβόλοι της Μπάρτσα βρήκαν την ώρα να ξαναγίνουν τέτοιοι, πιάνοντας σχεδόν τα υπερηχητικά στάνταρ της περιόδου 2009-11. Σ’ αυτή την άνιση μάχη, μοιάζει σαν αδυσώπητο χτύπημα της μοίρας ο τραυματισμός και η απουσία του Τζιόρτζιο Κιελίνι, του σέντερ μπακ από άλλες εποχές που ενσαρκώνει την ομαδικότητα και το πάθος στη σύχρονη Γιούβε. Τον καιρό του Euro 2012 ο τότε κόουτς της Νάπολι, Βάλτερ Ματσάρι, είπε γι’ αυτόν: «Ο Τζιόρτζιο είναι από άλλον πλανήτη, μπορεί να μαρκάρει τρεις παίκτες μόνος του». Που σημαίνει ότι τελευταία στιγμή πρέπει ν’ αρχίσουμε πάλι να ψάχνουμε ποιος θα πιάσει Μέσι, Σουάρες και Νεϊμάρ.

Συγνώμη δηλαδή, αλλά με τίποτα δεν την λες κωλόφαρδη αυτή την ομάδα….

The post Αν είσαι Γιουβεντίνος ξέρεις ότι οι τελικοί είναι μια πονεμένη ιστορία appeared first on POPAGANDA.

Και μέσα σε όλα αυτά, διοργανώνουμε και το Euro U19…

$
0
0

Ιδανική η συγκυρία για τη χώρα που από χθες Δευτέρα (6/7) και μέχρι τις 19 του μήνα  διοργανώνει το πιο σοβαρό διεθνές ποδοσφαιρικό τουρνουά (εκτός των Ολυμπιακών του ‘04) που συνέβη στο έδαφός της εδώ και 20 χρόνια. Είναι το Euro U19ή Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων που επιστρέφει στη Βόρεια Ελλάδα. Τότε (1995), ήταν λίγο μετά από την πιο κλασική ίσως, μεγάλη ποδοσφαιρική καταστροφή, εκείνη του αμερικάνικου Μουντιάλ του 1994. Αλλά και στη σημερινή εκδοχή, ακόμα κι αν θέλεις να ξεχάσεις για λίγο το πολιτικο-κοινωνικό-οικονομικό ψυχόδραμα, το ποδοσφαιρικό ηθικό είναι πάλι στο ναδίρ, ύστερα από τα άθλια προκριματικά του Euro ’16. Μοιάζει με τυπικό κλείσιμο ενός 20ετούς κύκλου, του πιο μεγάλου και έντονου στην ποδοσφαιρική ιστορία της χώρας. Από Δευτέρα ίσως αρχίζει ένας καινούργιος.

andrea prilo 1995

Ο Αντρέα Πίρλο ήταν κάπως έτσι το 1995, όταν ως πιτσιρίκος από την Μπρέσια ήρθε να αγωνιστεί στο Euro των Νέων στην Κατερίνη, την Έδεσσα, την Κρύα Βρύση και τη Νάουσα

Είναι πασίγνωστο ποιος είναι αυτός που ακολούθησε όλον αυτόν τον μεγάλο κύκλο από την αρχή ως το τέλος του: «ήμασταν μικροί, αλλά δεν είχα δει συνομήλικό μου να δείχνει τέτοιο πάθος σε ματς όπως ο Καραγκούνης», δήλωση που αποδίδεται στον Φραντσέσκο Τότι κάμποσα χρόνια μετά το ματς-πρεμιέρα της Έδεσσας (15 Ιουλίου 1995), όταν ο “Capitano dei Capitani”, μαζί με τους Πίρλο, Αμπροζίνι, Ντε Σάνκτις, τον παγκίτη Μπουφόν και αρκετούς ακόμα που έμειναν άσημοι, επιφύλαξαν ένα ψυχρό 4-1 στους Έλληνες πιτσιρίκους, που είχαν αρχηγό τον Τυπάρα, κορυφαίο πουλέν της Παιανίας λίγο προτού δοθεί δανεικός στον Απόλλωνα. Στην πορεία της διοργάνωσης οι Ιταλοί έφτασαν, αναμενόμενα, στον τελικό όπου έχασαν, επίσης αναμενόμενα (1-4), από τους Ισπανούς που είχαν τότε σαν πιο ανερχόμενο αστέρι τον Καρλίτος (με μια απλά συμπαθητική καριέρα μετά, κυρίως σε Σεβίλλη και Μαγιόρκα), αλλά αυτός που ξεχώρισε περισσότερο συνολικά ήταν ο Γκούτι. Μ’ άλλα λόγια ήταν μια φουρνιά που δεν έβγαλε φοβερά και τρομερά πράγματα.

Με κόουτς τον «Κούνελο» Ανδρέα Παπαεμμανουήλ, οι μικροί της γαλάζιας εθνικής, γεννημένοι το ’76 και ’77 (ακόμα τότε η διοργάνωση ονομαζόταν U18, αντί U19 σήμερα) βελτιώθηκαν στην πορεία, έκαναν περίπατο με τη Σλοβακία (5-1, στην Κρύα Βρύση), ήρθαν 1-1 με τη Νορβηγία (του Ίβερσεν, στη Νάουσα), τερμάτισαν 2οι στο γκρουπ και, καθότι δεν προβλέπονταν ημιτελικοί, κέρδισαν δικαίωμα για τον μικρό τελικό της Κατερίνης, όπου επιφύλαξαν το καλύτερο: ένα ξεγυρισμένο 5-0 απέναντι στους “μικρούς Οράνιε” Ολλανδούς, στη σύνθεση των οποίων ξεχώριζαν ονόματα όπως Μαρκ Φαν Μπόμελ, Βίλφρεντ Μπούμα, Μάριο Μέλχιοτ, Μπόλο Ζέντεν, Κίκι Μπουσάμπα και… Νόρντιν Βόουτερ, ένα μείγμα δηλαδή από τη μαρίδα της Αϊντχόφεν και του τρομερού Άγιαξ της εποχής. Ουσιαστικά αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη διεθνής παράσταση για τον Καραγκούνη, που πέτυχε 2 από τα 5 ελληνικά γκολ, ενώ τα άλλα 3 μπήκαν επίσης από γνωστούς και σχετικά –λίγο ή πολύ, όπως το βλέπει κανείς- καταξιωμένους (Άντζας, Σωτήρης Κωνσταντινίδης και Λάκης). Ο Ναουσαίος Βασίλης Λάκης ήταν ο μόνος, εκτός του Κάρα, που βρέθηκε στη σύνθεση της μεγάλης εθνικής στο πορτογαλικό Euro (2004), μάλιστα ήταν από τους τυχερούς που αγωνίστηκαν.

pnevma karagounis

Το πνεύμα του Κάρα καλείται να εμπνεύσει τους νεαρούς διεθνείς, αρκετοί από τους οποίους καλούνται να ξεπλύνουν το εφιαλτικό 0-10 από την Ελβετία, σ’ ένα φιλικό του περασμένου Οκτώβρη

Από τα υπόλοιπα ονόματα των Έλλήνων παικτών ξεχωρίζουν εκείνα των Δημήτρηδων, Ελευθερόπουλου και Μαυρογενίδη που, μαζί με τον Άντζα, μάλλον από συγκυρίες και δικά τους λάθη έχασαν το ταξίδι στην Πορτογαλία. Υπήρχε επίσης ο αείμνηστος Παναγιώτης Κατσούρης, ακόμα τότε μέλος, μαζί με τον Λάκη, της καταπληκτικής γενιάς της Νάουσας, που έβγαλε και τους Τσιάρτα, Μάρκο, Κυζερίδη, Σαπάνη κ.ά. Υπήρχαν ακόμα, σαν τον Σωτήρη Κωνσταντινίδη, και άλλοι μετέπειτα κλασικούρες της Α’ Εθνικής, όπως οι Κόλτζος, Γκαρόζης, Κουλακιώτης, Σωτήρης Λυμπερόπουλος, Μανόλης Δερμιτζάκης. Και κάποιοι άλλοι που κυρίως έμειναν στις μικρότερες κατηγορίες και τα ερασιτεχνικά (Βασίλης Βαγενάς, Γιώργος Παπαστάμου, Μάκης Παυλίδης, Κώστας Γκουγκουλιάς).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Λίγο-πολύ νορμάλ πράγματα που συμβαίνουν με τις περισσότερες ποδοσφαιρικές φουρνιές σε κάθε χώρα και εποχή, πάντως οι συγκεκριμένοι με αυτό το χάλκινο πέτυχαν τη μεγαλύτερη ως τότε διάκριση στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής που παραδοσιακά αποκαλείται Εθνική Νέων. Έχει ακόμα σημασία ότι οι 6 πιο ξεχωριστοί (Καραγκούνης, Μαυρογενίδης, Ελευθερόπουλος, Άντζας, Λάκης, Κουλακιώτης) ήταν και η βάση στο επόμενο σκαλοπάτι, την Εθνική Ελπίδων του ’98, η οποία επίσης έφτασε στο δικό της ταβάνι, τη 2η θέση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, χάνοντας κάπως άδοξα τον τελικό του Βουκουρεστίου, από την Ισπανία (0-1), πολύ πιο δύσκολα από την άλλη Εθνική Ελπίδων που είχε πετύχει κάτι αντίστοιχο, το 1988 (0-3 σε διπλό τελικό από τη Γαλλία).

Η ουσία είναι ότι από τότε άρχισε να γράφεται ένας κύκλος διακρίσεων για τους μικρούς Έλληνες παίκτες, σε πορεία κάπως παράλληλη με το σταδιακό ανέβασμα των μεγάλων. Έτσι μάλλον δεν ήταν τυχαίο που το 1999 η U18 Εθνική τερμάτισε 4η, αυτή τη φορά εκτός έδρας, στο μικρό Euro της Σουηδίας, και ήταν σε μεγάλο βαθμό η ομάδα που βρέθηκε και στην 8άδα του αντίστοιχου τουρνουά των Ελπίδων του 2002, όπου μάλλον απογοήτευσε. Προμήθευσε όμως στη μεγάλη εθνική παίχτες σαν τους Κατσουράνη, Χαριστέα, Σεϊταρίδη, Δημήτρη Παπαδόπουλο, Σαλπιγγίδη, Κυργιάκο, Γιάννη Αμανατίδη, Ταβλαρίδη. Βάλτε τους αυτούς μαζί δηλαδή και έχετε ένα μεγάλο κομμάτι της χρυσής ομάδας του 2004, αλλά και των πολύ πετυχημένων που ακολούθησαν.

Αλλά και στα 11 χρόνια μετά το 2004, είναι εντυπωσιακό ότι στο τουρνουά των U19 πλέον, η Εθνική Νέων ετοιμάζεται για την 6η της συμμετοχή στην ευρωπαϊκή 8άδα, έστω και σαν διοργανώτρια φέτος, ενώ στο αντίστοιχο διάστημα περισσότερες προκρίσεις έχουν μόνο οι Ισπανία (9) και Γαλλία (7), ενώ 6 έχουν επίσης οι Γερμανία και Σερβία. Όπως είναι επίσης λογικό, αυτές οι πετυχημένες μικρές ελληνικές ομάδες έδωσαν κάμποσους παίκτες στην ανδρών, αρκετοί από τους οποίους έφτασαν να παίξουν σε μεγάλες διοργανώσεις μαζί της (2005: Μανιάτης, Χριστοδουλόπουλος, Μάκος / 2007 – 2η θέση: Παπασταθόπουλος, Νίνης, Μήτρογλου /2008: Κυριάκος Παπαδόπουλος /2011: Φορτούνης, 2012 -2η θέση + πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο U20: Καπίνο). Συν αρκετούς άλλους που έχουν γράψει διεθνείς συμμετοχές (Σιόβας, Πλιάτσικας, Δημούτσος, Γιάννης Παπαδόπουλος), έως τους τωρινούς που έφαγαν τη λέζα των προκριματικών του Euro 2016 και κόλλησαν τη ρετσινιά της «γενιάς του τατουάζ» (Καρέλης, Μαυρίας, Σταφυλίδης, Κολοβός, Γιαννιώτας, Διαμαντάκος).

http://youtu.be/BVKC4zTsVSg

Κι αυτή η γενιά είναι που ίσως άρχισε να γεύεται πρώτη τη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού, το ξεκίνημα της οποίας θα μπορούσε να προσδιοριστεί δύο χρόνια πριν, στο Παγκόσμιο Κύπελλο των Νέων της Τουρκίας, όταν η φιλόδοξη πορεία της ελληνικής ομάδας σταμάτησε απροσδόκητα στους 16, μετά την ήττα 1-3 από τους πιτσιρίκους του Ουζμπεκιστάν. Κλασική περίπτωση του τρόμου που μας πιάνει όταν θεωρούμαστε φαβορί. Από τότε υπάρχει μια σειρά ανάποδων αποτελεσμάτων σε όλα τα επίπεδα, που δείχνουν ότι η φλόγα που άρχισε ν’ ανάβει περίπου μια εικοσαετία πριν, μοιάζει να τρεμοσβήνει, αν δεν έχει σβήσει οριστικά. Βάλτε όσα ακολούθησαν με τη σειρά: ο ένδοξος μέσα στη φτήνια του αποκλεισμός της Ανδρών από τους 8 του Μουντιάλ της Βραζιλίας, στα πέναλτι από την Κόστα Ρίκα (Ιούνιος ’14)· ο αποκλεισμός της Ελπίδων από το U21 Euro του 2015 (ενδεχόμενα και από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο) ύστερα από καραμπόλα αποτελεσμάτων, στο τελευταίο λεπτό της προκριματικής φάσης (Σεπτέμβριος ’14)· ο αποκλεισμός της Παίδων από τους 8 του U17 Euro 2015 της Βουλγαρίας, με ήττα από την αδιάφορη Γαλλία (0-1, με το γκολ να σημειώνεται στο τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων, Μάιος ’15). Βάλτε σε όλα αυτά και τη συνολική εικόνα των διεθνών της μεγάλης εθνικής στα προκριματικά του Euro 2016, αλλά και το σοκαριστικό 0-10 της Νέων από την Ελβετία σε ένα ξεκούδουνο φιλικό σε κάποιο ελβετικό χωριό (Οκτώβριος ’14), κι έχετε την πλήρη εικόνα για το πεφταστέρι, την ώρα που η συναστρία έφερε πλάι-πλάι τη μέτρια, κακή ή ανεπαρκή απόδοση με τη γκαντεμιά. Μ’ άλλα λόγια, πέρα από το πάθος, μας εγκατέλειψε και το φάρδος.

donis_juventus

Μέλος των μικρών της Γιουβέντους από τα 16 του και με αρκετές συμμετοχές στην calcio Primavera. ο Τάσος Δώνης ενσαρκώνει τις ελπίδες της Εθνικής Νέων για την πολυπόθητη αποτελεσματικότητα στην επίθεση

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η περίφημη, κατά βάση καφενειακή, κουβέντα για το κατά πόσο (δεν) αξιοποιήθηκε η «μεγάλη ευκαιρία του 2004» γι’ αυτό που λέγεται ελληνικό ποδόσφαιρο έχασε και το τελευταίο νόημά της, αν είχε ποτέ. Η αλήθεια είναι ότι οι πραγματικοί άνθρωποι του ποδοσφαίρου, κυρίως δηλαδή οι παίκτες και οι προπονητές κοντά και γύρω από τα αντιπροσωπευτικά συγκροτήματα, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να κρατήσουν αυτήν την αύρα και κληρονομιά, υιοθετώντας κατά βάση το στιλ ποδοσφαίρου που από τον Ρεχάγκελ και μετά έγινε αντιληπτό ότι μπορούσε να φέρει αποτελέσματα, να φτιάξει παίκτες και –το κυριότερο- να καλουπώσει αγωνιστικές νοοτροπίες με βάση αυτό που ξέρουμε ως ντόπια ψυχοσύνθεση. Δεν είναι τυχαίο που η Εθνική Νέων, πέρα από παίκτες, άρχισε να βγάζει και κόουτς (Νίκος Νιόπλιας, Κώστας Τσάνας), που έδιναν την αίσθηση των φρέσκων ιδεών, προσαρμοσμένων στο σύγχρονο ποδοσφαιρικό καλούπι (ή την πολυθρύλητη «σχολή»), σε αντίθεση με το παρελθόν που οι θέσεις των ομοσπονδιακών κόουτς ήταν κατειλημμένες από συμπαθείς μεν, 65+ δε “προπονητάς” (sic). Τώρα που όλο αυτό σιγά-σιγά χάθηκε, με την εντατική δουλειά όλων των υπολοίπων, παραγόντων, στοιχηματζήδων, δημοσιογραφούντων, επαγγελματιών οπαδών και διαφόρων τυχάρπαστων που κατάφεραν να τοξικοποιήσουν το σύνολο του περιβάλλοντος φέρνοντάς το στα δικά τους μέτρα και καθιστώντας το έτσι ελέγξιμο, ίσως ήρθε η ώρα για μια καινούργια αρχή.

U19_wall_1280x960.ai

Γι’ αυτό και η αποστολή των μικρών που αγωνίζονται αυτές τις μέρες σε Βέροια, Λάρισα και Κατερίνη και γεννήθηκαν όλοι το 1996, έναν χρόνο δηλαδή μετά την αντίστοιχη σημαδιακή διοργάνωση του ’95, ίσως να είναι πιο σοβαρή από όσο οι ίδιοι νομίζουν. Το αυτό ισχύει και για τον πρωτάρη κόουτς Γιάννη Γκούμα, που ήταν παρών στον μεγάλο δοξασμένο κύκλο, έστω και κατά κανόνα από τον πάγκο…  

http://youtu.be/dOfJEreFIIQ

(editor’s note: απόλαυση, κανείς δε μιλάει τα ‘δημοσιογραφικά” καλύτερα από τον, κόουτς πλέον, Γιάννη Γκούμα)


Το U19 Euro της Ελλάδας (06-19/07) θα μεταδοθεί από το Eurosport (Nova/OteTv).

The post Και μέσα σε όλα αυτά, διοργανώνουμε και το Euro U19… appeared first on POPAGANDA.

Viewing all 41 articles
Browse latest View live